20 Απρ 2018

π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος : Λεχθέντα καί πραχθέντα τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ καί μασόνου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα


O Οικ. Πατρ. Αθηναγόρας Α’ και ο Πάπας Παύλος ΣT’ (25/7/1967), οι πρωτεργάτες του διαλόγου Ανατολής και Δύσης.
Ἐν Πειραιεῖ 20-4-2018
ΛΕΧΘΕΝΤΑ ΚΑΙ ΠΡΑΧΘΕΝΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΜΑΣΟΝΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ
Ἕνα ἀπό τά κύρια θέματα, πού ἀπασχολοῦν τήν ἐκκλησιαστική ἐπικαιρότητα τίς τελευταῖες ἡμέρες, εἶναι τό πρόσωπο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρου. Ἡ πρωτοβουλία τῆς δημοσίευσης τῆς παροῦσης ἐρευνητικῆς ἐργασίας, πού περιέχει τά κυριώτερα οἰκουμενιστικά λεχθέντα καί πραχθέντα, δηλώσεις καί ἐνέργειες τοῦ κυροῦ Ἀθηναγόρα καί γνῶμες ἄλλων γιά τόν ἴδιο μέ τήν ἀπαραίτητη κατοχύρωση σέ πηγές καί παραπομπές, ἔχει ὡς μοναδικό σκοπό τήν σωστή ἐνημέρωση τοῦ Ὀρθοδόξου κλήρου καί τοῦ λαοῦ μας περί τοῦ ἀποθανόντος Πατριάρχου.

1) «Ἀπό αὐτή τήν κατάθλιψη, στήν ὁποία ζοῦμε ἐδῶ ἐπί αἰῶνες, δέν εἶναι δυνατόν νά μᾶς βγάλει κανείς. Πρέπει νά βγάλουμε ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας, κοιτάζοντας πρός τήν Δύση, πρός τήν Εὐρώπη γενικά καί τίς Ἐκκλησίες τῆς Δύσεως».
(Ἐκμυστήρευση τοῦ ἰδίου τοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα στόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς κυρό Ἰάκωβο. Πηγή : Γ. Π. ΜΑΛΟΥΧΟΣ, Ἐγώ ὁ Ἰάκωβος, ἐκδ. ΣΚΑΪ, ἐκδ. οἶκος Λιβάνη, Ἀθήνα 2002, σσ. 189-190).
2) «Ὁ προκαθήμενος τῆς Ὀρθοδοξίας ἐνηγκαλίσθη μετά παροιμιώδους ζωτικότητος τό ζήτημα τῆς ἀναθερμάνσεως τῶν ἐπαφῶν μέ τήν Ρώμην, τήν ὁποίαν ἐν τῷ ἐνθρονιστηρίω ἤδη λόγω του ἀσπάζεται μετ' ἀπεράντου σεβασμοῦ ἀδελφικῶς ἐν Χριστῶ».
(Πηγή : ΕΥ. ΒΑΡΕΛΛΑΣ, Διορθόδοξοι καί Οἰκουμενικαί Σχέσεις τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Κ ΄ αἰώνα, σ. 204).
3) «Ἀπό Μητροπολίτης Κερκύρας εἶχε καλλιεργήσει στενές σχέσεις μέ τόν Παπισμό, πού ὡς ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς τίς ἀξιοποίησε περισσότερο. Ὅταν μάλιστα ὡς Οἰκουμενικός Πατριάρχης διήρχετο μέ τό προσωπικόν ἀεροπλάνον τοῦ Τρούμαν ἀπό τό ἰταλικό ἔδαφος, παρακάλεσε τόν πιλότο νά πετάξη πάνω ἀπό τήν Ἁγία Ἔδρα, ἀνταποκρινόμενος κατ' αὐτόν τόν τρόπον στήν ἐπιθυμία πολλῶν φίλων του τῆς Ἀμερικῆς νά συνδεθῆ στενότερα μέ τόν Παπισμό».
(Πηγή : Δ. ΤΣΑΚΩΝΑΣ, Ἀθηναγόρας ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν, Ἀθῆναι 1976, σ. 93).
Ὅταν ἐξελέγη πατριάρχης ὁ Ἀθηναγόρας ἀπό ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς μετέβη μέ τό ἀεροπλάνον τοῦ Τρούμαν εἰς τό Φανάρι.
«Πολλοί φίλοι μου, πού συνεδέοντο μέ καθολικούς κύκλους τῆς Ἀμερικῆς, ἤθελαν νά διέλθω ἀπό τήν Ρώμην, πρίν φθάσω στό Φανάρι. Τούς εἶπα τότε : «Αὐτό δέν γίνεται. Γιά νά ἐπισκεφθῶ τόν Πάπα πρέπει νά προηγηθοῦν διαπραγματεύσεις». Τότε ὑφίσταντο πολλές δυσκολίες. Ἠρκέσθην στό ἑξῆς : Ὅταν ταξιδεύαμεν πρός τά ἐδῶ, μέ τό προσωπικόν ἀεροπλάνον τοῦ προέδρου Τρούμαν, καί περνούσαμε ἐπάνω ἀπό τήν Ρώμην, ἐκαθόμουν δίπλα ἀπό τόν πιλότο. Τοῦ λέγω : Δέν κάνεις ἕνα γύρω πάνω ἀπό τήν Ρώμη; Καί τόν ἔκανε!».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 57).
4) «Ἁγιώτατε. Ἡ Α. Θ. Παναγιότης ὁ Πατριάρχης, μοι ἀνέθεσε τήν ὑψίστην τιμήν νά ἐπιδώσω πρός τήν Ὑμετέραν Ἁγιότητα, ὄχι ἐν γράμμασιν, ἀλλ' ἐν τῆ ζώση, τό ἑξῆς μήνυμα : ‘ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρά Θεοῦ, ὄνομα αὐτῶ Ἰωάννης. Διότι πιστεύει ὅτι Ὑμεῖς εἶσθε ὁ δεύτερος Πρόδρομος, ὁ ἐπιφορτισμένος παρά τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐντολήν εὐθείας νά ποιήσητε τάς τρίβους Αὐτοῦ».
(Προσωπικό μήνυμα τοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα, πού μετέφερε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κυρός Ἰάκωβος στόν πάπα Ἰωάννη ΚΓ΄ κατά τήν συνάντηση, πού εἶχε μαζί του τό ἔτος 1959, Πηγή :                 Δ. ΤΣΑΚΩΝΑΣ, Ἀθηναγόρας ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν, Ἀθῆναι 1976, σ. 94).
5) «Ἅγιε Ἀδελφέ, τό Σχίσμα δέν ἔγινε ἀπό τά ἔνζυμα καί τά ἄζυμα. Ἄν τό Ἅγιο Πνεῦμα πνεῖ στά ἔνζυμα, κατά τόν ἴδιο τρόπο πνεῖ καί στά ἄζυμα. Ἡ ἀντίθεσις δέν ἦταν θεολογική, ἀλλά μόνο πολιτική. Ἦταν ἡ ἀντίθεσις τῆς Ρώμης μέ τήν Ἀθήνα. Σεῖς ἐκπροσωπούσατε τήν Ρώμη κι ἐμεῖς τότε τήν Ἀθήνα».
(Διάλογος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα μέ τόν Ὁλλανδό καρδινάλιο Willebrans, πρόεδρο τοῦ παπικοῦ συμβουλίου γιά τήν χριστιανική ἑνότητα, στό Φανάρι. Πηγή :                                                   Δ. ΤΣΑΚΩΝΑΣ, Ἀθηναγόρας ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν, Ἀθῆναι 1976, σ. 93).
6) «Ὁ Ἀθηναγόρας ἐπί συνεχῆ ἔτη διαπραγματεύεται παρασκηνιακῶς μέ τό Βατικανό τήν συνάντησή του μέ τόν Πάπα. Διαμεσολαβητής εἶναι ὁ Ρουμάνος Ἀρχιμανδρίτης Σκρίμα, διαπρεπής θεολόγος, καί διάφορες προσωπικότητες τοῦ παπικοῦ κόσμου».
(Πηγή : Δ. ΤΣΑΚΩΝΑΣ, Ἀθηναγόρας ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν, Ἀθῆναι 1976, σ. 93).
7) «Ἐάν δέν ἐπικρατήσει τό σύνθημα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως : ἐλευθερία, ἰσότης, ἀδελφότης, οὔτε εἰρήνη θά ὑπάρξη μεταξύ τῶν ἐθνῶν οὔτε ἕνωσις μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν».
(Πηγή : Δ. ΤΣΑΚΩΝΑΣ, Ἀθηναγόρας ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν, σ. 95 καί Νεμέσιος, «Τά «τάγματα τῶν νεοσυντηρητικῶν» καί τά τάγματα τῶν νεομασόνων. Ὀφειλόμενο σχόλιο σέ ἄρθρο τῆς κ. Μαρίας Ἀντωνιάδου», Θεοδρομία ΙΒ1 (Ἰανουάριος-Μάρτιος 2010) 94).
8) «Δέν ἠρκέσθη δέ μόνον εἰς τοῦτο. Ἐπρότεινε ταυτοχρόνως, ἵνα καί οἱ Πατριάρχαι καί Πρόεδροι τῶν ἐκασταχοῦ Αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πορευθῶσιν ὅλοι ὁμοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα, συναντηθῶσι μετά τοῦ πάπα καί διεξαγάγωσι μετά τούτου συζήτησιν περί τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν».
(Πηγή : ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Β ΄, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, Τά Πεπραγμένα ἀπό 15-7-1963 μέχρι 15-7-1964, Ἀθῆναι 1964, σ. 39).
9) «Κι ὅταν εἶδε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, αἱ χεῖρες μας ἤνοιξαν αὐτομάτως. Ὁ ἕνας ἐρρίφθη εἰς τήν ἀγκάλην τοῦ ἄλλου. Ὅταν μᾶς ἠρώτησαν πῶς ἐφιληθήκαμεν, ἀδελφοί, ὕστερα ἀπό 900 χρόνια - Ἐρωτᾶς πῶς; Ἐπήγαμε οἱ δυό μας χέρι μέ χέρι εἰς τό δωμάτιόν του, καί εἴχαμεν μίαν μυστικήν ὁμιλίαν οἱ δυὀ μας. Τί εἶπαμεν; Ποιός ξέρει τί λέγουν δύο ψυχές, ὅταν ὁμιλοῦν! Ποιός ξέρει τί λέγουν δύο καρδίαι, ὅταν ἀνταλλάσσουν αἰσθήματα! Τί εἶπαμεν; Ἐκάμαμε κοινόν πρόγραμμα, μέ ἰσοτιμίαν ἀπόλυτον, ὄχι μέ διαφοράν. Καί εἶπαμεν ὅτι ἤδη εὑρισκόμεθα εἰς τήν ὁδόν εἰς Ἐμμαούς καί πηγαίνομεν νά μᾶς συναντήση ὁ Κύριος ἐν τῷ κοινῶ ἀγίω Ποτηρίω. Ὁ Πάπας ἀπαντῶν μοῦ προσέφερε Ἅγιον Ποτήριον. Δέν ἤξευρεν ὅτι ἐγώ θά μιλοῦσα δι' Ἅγιον Ποτήριον, οὔτε ἤξερα ὅτι θά μοῦ προσέφερεν Ἅγιον Ποτήριον! Τί εἶναι; Συμβολισμός τοῦ μέλλοντος».

(Πηγή : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Ἡ προσλαλιά τοῦ Ἀθηναγόρου», Οἱ διάλογοι χωρίς προσωπεῖον [Ἀνάτυπο ἐκ τοῦ περιοδικοῦ Παρακαταθήκη], σ. 4).

10) Αὐτό, πού χρειαζόταν, γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητος, ἦταν ἡ ἄρση τοῦ Σχίσματος καί «νά ἀγαπηθοῦμε», κατά τόν Πατριάρχη κυρό Ἀθηναγόρα, ἀφοῦ «ἕως τό 1054 εἴχαμε πολλάς διαφοράς... ἀλλά ἠγαπώμεθα. Καί ὅταν ἀγαπῶνται οἱ ἄνθρωποι, διαφοραί δέν ὑπάρχουν. Ἀλλά τό 1054, πού ἐπαύσαμεν νά ἀγαπώμεθα, ἦλθαν ὅλες οἱ διαφορές. Ἠγαπώμεθα καί εἴχομεν τό ἴδιον μυστήριον. Τό ἴδιον βάπτισμα, τά ἴδια μυστήρια καί ἰδιαιτέρως τό ἴδιο Ἅγιον Ποτήριον. Τώρα πού ξαναγυρίσαμεν εἰς τό 1054, διατί δέν ξαναγυρίζομεν καί εἰς τό Ἅγιον Ποτήριον»;
(Πηγή : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Ἡ προσλαλιά τοῦ Ἀθηναγόρου», Οἱ διάλογοι χωρίς προσωπεῖον [Ἀνάτυπο ἐκ τοῦ περιοδικοῦ Παρακαταθήκη], σσ. 4-5).
11) «Ὑπάρχουν δύο δρόμοι : Ὁ Θεολογικός διάλογος. Καί ἔχομεν τούς θεολόγους ἑκατέρωθεν, οἱ ὁποῖοι μελετοῦν τό ζήτημα τῆς ἐπανόδου εἰς τά παλαιά. Καί ἐπειδή δέν ἔχω πολλές ἐλπίδες ἀπό τόν θεολογικόν διάλογον ... δι' αὐτό ἐγώ προτιμῶ τόν διάλογο τῆς ἀγάπης. Νά ἀγαπηθοῦμε! Καί τί γίνεται σήμερα; Πνεῦμα μέγα ἀγάπης ἐξαπλώνεται ὑπέρ τούς Χριστιανούς Ἀνατολῆς καί Δύσεως. Ἤδη ἀγαπώμεθα. Ὁ Πάπας τό εἶπε : ἀπέκτησα ἕναν ἀδελφόν καί τοῦ λέγω σ' ἀγαπῶ! Τό εἶπα καί ἐγώ : Ἀπέκτησα ἕναν ἀδελφό καί τοῦ εἶπα σ' ἀγαπῶ! Πότε θά ἔλθη αὐτό τό πράγμα; Ὁ Κύριος, τό ξέρει. Δέν τό ξέρομε. Ἀλλά ἐκεῖνο τό ὁποῖο ξεύρω, εἶναι ὅτι θά ἔλθει. Πιστεύω, ὅτι θά ἔλθη. Διότι δέν εἶναι δυνατόν νά μή ἔλθη, διότι ἤδη ἔρχεται. Διότι ἤδη εἰς τήν Ἀμερικήν μεταλαμβάνετε πολλούς ἀπό τό Ἅγιον Ποτήριον καί καλά κάνετε! Καί ἐγώ ἐδῶ, ὅταν ἔρχονται Καθολικοί ἡ Προτεστάνται καί ζητοῦν νά μεταλάβουν, τούς προσφέρω τό Ἅγιον Ποτήριον! Καί εἰς τήν Ρώμην τό ἴδιο γίνεται καί εἰς τήν Ἀγγλίαν καί εἰς τήν Γαλλίαν. Ἤδη ἔρχεται μοναχό του. Ἀλλά δέν κάνει νά ἔλθει ἀπό τούς λαϊκούς καί ἀπό τούς ἱερεῖς. Πρέπει νά εἶναι σύμφωνος καί ἡ Ἱεραρχία καί ἡ Θεολογία. Γι' αὐτό λοιπόν προσπαθοῦμε νά ἔχωμεν καί θεολόγους μαζί, διά νά ἔλθει αὐτό τό μεγάλο γεγονός, τοῦ Παγχριστιανισμοῦ. Καί μαζί μέ αὐτό τό μεγάλο γεγονός, θά ἔλθει μίαν ἡμέραν τό ὄνειρόν μας τῆς Πανανθρωπότητος».
(Πηγή : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Ἡ προσλαλιά τοῦ Ἀθηναγόρου», Οἱ διάλογοι χωρίς προσωπεῖον [Ἀνάτυπο ἐκ τοῦ περιοδικοῦ Παρακαταθήκη], σ. 5).
12) «Το ’65 ἐσηκώσαμεν τό σχίσμα, εἰς τήν Ρώμην καί ἐδῶ, μέ ἀντιπροσώπους μας ἐκεῖ καί ἀντιπροσώπους ἐκεῖθεν ἐδῶ…».
(Αὔγουστος τοῦ 1971, Πηγή : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Ἡ προσλαλιά τοῦ Ἀθηναγόρου», Οἱ διάλογοι χωρίς προσωπεῖον [Ἀνάτυπο ἐκ τοῦ περιοδικοῦ Παρακαταθήκη], σ. 5).
13) Τό 1961 ὁ Πατριάρχης κυρός Ἀθηναγόρας συγκαλεῖ στήν Ρόδο τήν Πρώτη Πανορθόδοξη Διάσκεψη καί θέτει μεταξύ τῶν θεμάτων της καί τήν ἔναρξη τοῦ ἐπίσημου θεολογικοῦ διαλόγου μέ τούς Παπικούς. Ἡ Διάσκεψη προτείνει τήν «καλλιέργειαν σχέσεων ἐν τῷ πνεύματι τῆς κατά Χριστόν ἀγάπης, λαμβανομένων ἰδία ὑπ' ὄψιν τῶν ὑπό τῆς πατριαρχικῆς ἐγκυκλίου τοῦ 1920 προβλεπομένων σημείων».
(Πηγή : ΕΥ. ΒΑΡΕΛΛΑΣ, Διορθόδοξοι καί Οἰκουμενικαί Σχέσεις τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Κ ΄ αἰώνα, σ. 205).
14) Συγκαλεῖ ἐσπευσμένα (στίς ἀρχές Σεπτεμβρίου 1963) τήν δεύτερη Πανορθόδοξη Διάσκεψη τῆς Ρόδου καί μάλιστα σέ διάστημα λίγων μόνο ἡμερῶν, χωρίς τήν ἐλάχιστη προετοιμασία, χωρίς τήν προηγούμενη ἐπιλογή τῆς θεματολογίας καί παραβιάζοντας κάθε σχετική κανονική διαδικασία.
(Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΣΑΦ ΜΑΚΡΗΣ, «Ἱστορική ἀναδρομή τῆς προσεγγίσεως Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατά τόν 20ο αἰώνα», Ἐν Συνειδήσει˙ Οἰκουμενισμός˙ ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἐκδ. Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα Ἰούνιος 2009, σ. 61).

15) «Ὅλοι οἱ Χριστιανοί πιστεύουν στό ἴδιο βάπτισμα, διά τοῦ ὁποίου ὅλοι ἔχουν γίνει μέλη τοῦ Σώματός του, τῆς Ἐκκλησίας».
(Πηγή : ATHENAGORAS KOKKINAKIS, The Thyateira Confession, London, The Faith Press 1975, σ. 62 καί ΠΡΕΣΒ. ΠΕΤΡΟΣ HEERS, «Τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καί ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας˙ ἰδέα τῆς «Βαπτισματικῆς Ἑνότητας» καί ἀποδοχή της ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Οἰκουμενιστές», Ἐν Συνειδήσει˙ Οἰκουμενισμός˙ ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ι. Μ. Μεγ.Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σ. 116).
16) «Ἀπατώμεθα και ἁμαρτάνομεν, ἐάν νομίζωμεν ὅτι Ὀρθόδοξος πίστις κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ καί  ὅτι τά ἄλλα δόγματα εἶναι ἀνάξια. Τριακόσια ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἐξέλεξαν τόν Μουσουλμανισμόν  διά νά φθάσουν εἰς τον Θεόν των καί ἄλλαι ἑκατοντάδες ἑκατομμυρίων εἶναι Διαμαρτυρόμενοι, Καθολικοί, Βουδισταί. Σκοπός κάθε θρησκείας εἶναι να βελτιώσῃ τόν ἄνθρωπον».
(Πηγή : Ὀρθόδοξος Τύπος, Δεκέμβριος 1968)
17) «Εἰς την κίνησιν πρός τήν ἕνωσιν, δέν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νά βαδίσῃ πρός τήν ἄλλην, ἀλλ’ὅλαι ὁμοῦ νά ἐπανιδρύσωμεν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τήν Ἀνατολήν καί τήν Δύσιν, ὅπως ἐζῶμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά καί τάς τότε ὑφισταμένας Θεολογικάς διαφοράς».
(Πηγή : Ἐκ τοῦ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χρισ τ ο υγέν ν ω  ν    τ ο ῦ    1 9 6 7,   Ἀπό τήν πορείαν τῆς ἀγάπης,   σ.  87) .
18) «Ὁ  αἰών τοῦ δόγματος παρῆλθε».
(Πηγή : Δήλωσίς του, Ἀκρόπολις, 29-6-1963 καί ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΩΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΜΕΘΟΔΙΟΣ, Ἐπιστολιμαία Ἔκφρασις… Ἀπαντητική εἰς γράμμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, Κέρκυρα 1963, σ. 16 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 339-340).
19) «Καλούμεθα ν’ἀπαλλαγῶμεν τοῦ  πλέγματος τῆς πολεμικῆς καί τῆς ἀντιρρήσεως ἐν τῇ Θεολογίᾳ καί νά ἐφοδιάσωμεν αὐτήν διά τοῦ πνεύματος τῆς ζητήσεως καί τῆς  διατυπώσεως τῆς ἀληθείας ἐν τῇ ἀγάπῃ καί τῇ ὑπομονῇ. Ὁ Χριστιανισμός ἔχει ἀνάγκη σήμερον μιᾶς Θεολογίας τῆς καταλλαγῆς».
(Πηγή : Ἐξ ὁμιλίας του εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν Βελιγραδίου 12-7-1967, Ἔ θ ν ο ς (13-10-1967) καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969,     σ. 433).
20) «Τί μελάνι χύθηκε καί τί μῖσος γιά τό Filioque! Ἦλθεν ἡ ἀγάπη καί ὅλα ὑποχωροῦν στό πέρασμά της».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Παῦλος ΣΤ΄ - Ἀθηναγόρας α΄. Οἱ εἰρηνοποιοί, σ. 59, Ἀθῆναι 1971 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ἡ αἵρεσις τοῦ Filioque, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1972,                    σ. 476 και ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Γένεση καί ἐξέλιξη τῆς πατρομαχικῆς μεταπατερικότητας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ἰανουάριος-Μάρτιος 2012) 43-44.
21) «Δέν εἶναι δυνατόν νά εὐχώμεθα εἰς τούς Ναούς «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» καί νά ἀποφεύγωμεν τήν ἕνωσιν. Ἤ εἴμεθα ἀληθινοί ἤ ὑποκρινόμεθα, ὅταν παρακαλοῦμεν δι’ἕνωσιν. Οἱ θεολόγοι καλοῦνται νά εὕρουν λύσιν. Ὄσον διά τό Filioque, δέν νομίζω ὅτι εἶναι κώλυμα».
(Πηγή : Ὀρθόδοξος Τύπος, ἀριθμ. 121 (10-6-1970) 5 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ἡ αἵρεσις τοῦ Filioque, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1972, σ. 11).
22) «Ποῖον τό κριτήριον διά τοῦ ὁποίου θά ἀποδειχθῆ ἡ διεκδικουμένη ἀποκλειστικότης τῆς ἀληθείας; Ὅ,τι καί νά λέγωμεν, τό γεγονός παραμένει ὅτι ὡς διηρημένη ἡ Ἐκκλησία δεν εἶναι δυνατόν νά εἶναι ὑγιής, ἀλλά πληγωμένη, καί τό μέρος οὐδέποτε εἶναι δυνατόν νά διεκδικήση ἐν ἀληθείᾳ τό ὅλον. Μήτε ὁ πλοῦτος μήτε ἡ ἐπαναλαμβανομένη λόγοις καί ἐπιχειρήμασι ἀκεραιότης τῆς διδασκαλίας, μήτε τά σχήματα τῆς παραδοσιακῆς συντηρητικότητος ὠφελοῦν, μήτε καί ἐνδυναμώνουν τούς ἰσχυρισμούς τούς διεκδικοῦντας τήν ἀποκλειστικότητα. Γνωρίζω τήν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τάς θέσεις τῶν νεωτέρων θεολόγων τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλά ταῦτα εἶναι βουλαί καί ἐπίνοιαι ἀνθρώπων».
(Πηγή : ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Γένεση καί ἐξέλιξη τῆς πατρομαχικῆς μεταπατερικότητας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2012) 43-44).
23) Κυκλοφορεῖ εὐρέως στὸ διαδίκτυο ἕνα βίντεο, τὸ ὁποῖο δείχνει τὸν μακαριστὸ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα νὰ κάνει ἐπανειλημμένως τὸ σταυρὸ του ἀκολουθώντας ἀνάστροφη πορεία, δηλ. ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιά, ὅμοια μὲ τὸν τρόπο ποὺ κάνουν τὸν «σταυρὸ» τους οἱ παπικοί. Ἂν γινόταν μία φορὰ ἢ δύο θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ σύμπτωση, ὅμως ὅταν γίνεται κατ᾽ ἐπανάληψη καί μάλιστα ἀπό τήν κεφαλή τῆς Ὀρθοδοξίας μόνο σύμπτωση δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ.
(Πηγή : Ορθόδοξος Παρατηρητής, Ορθόδοξος Τύπος (20-7-2012) 4, http://aktines.blogspot.gr/2012/07/blog-post_7738.html)
24) «Ἡ ἀπάντησις τῶν χριστιανῶν, ἀτόμων καί λαϊκῶν Συνεδρίων, ὑπῆρξε μεγαλειώδεις καί ἀποφασιστική εἰς κοινήν πορείαν, δυνάμει οὐχί τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, τεθέντος εἰς δευτέραν μοίραν, ἀλλά τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης καί τῆς καταλλαγῆς».
(Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Α΄, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Εὐνίκη», Ἀθῆναι 1988, σ. 256).
25) «Εὐρισκόμεθα εἰς μίαν περίοδον, κατά τήν ὁποίαν ὁ πάπας τῆς Ρώμης προηγεῖται ὅλων ἡμῶν. Ὁ ἀγαπητός μου ἀδελφός, Παῦλος Β΄, - τόν ἀποκαλῶ Δεύτερον, ὄχι Ἔκτον, διότι θά ἔπρεπε νά ἔρχεται εὐθύς μετά τόν Ἀπόστολον Παῦλον διά τό ἔργον του - ἔδειξε τέτοια διορατικότητα καί θάρρος, ὥστε τόν κατατάσσω στούς μεγάλους πάπες τῆς ἱστορίας».
(Πηγή : Καθολική 38 (1996) 4 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Α΄, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Εὐνίκη», Ἀθῆναι 1988, σ. 409).
26) «Ὁ χωρισμός τοῦ ἔτους 1054, γνωστός ὡς Σχίσμα, μεταξύ Δύσεως καί Ἀνατολῆς, δέν ἐκυρήχθη ἐπισήμως παρά Πάπα Ρώμης ἤ Συνόδου Ἀνατολῆς, οὐδέ πρῆλθεν ἐκ λόγων Δογματικῶν, Κανονικῶν, Πολιτικῶν, ἀλλ’ἐν πράξει καί ἔτι σαφέστερον ἀφ’ἦς ἡμέρας ἐπαύσαμεν αὐτομάτως καί ἄνευ οὐδενός λόγου νά ἀγαπώμεθα καί νά μεταλαμβάνωμεν ἐκ τοῦ κοινοῦ Ἁγίου Ποτηρίου».
(Πηγή : Περιοδικό ‘Ἑλληνικά θέματα’, ἀριθμ. 164-166, σ. 477 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ,     Ἡ αἵρεσις τοῦ Filioque, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1972, σ. 157).
27) «Τό Σχίσμα κατά τόν Ἰούλιον τοῦ 1054, προῆλθεν, ὡς νομίζομεν, οὐχί ἐκ λόγων δογματικῶν, ἀλλά διότι αἱ Ἐκκλησίαι καί οἱ Λαοί εἶχον παύσει νά ἀγαπῶνται. Τούτου δέ ἀρθέντος καί ἐξαφανισθέντος ἐκ τῆς μνήμης τῶν δύο Ἐκκλησιῶν κατά τόν πλέον πανηγυρικόν τρόπον, τῆ 7η Δεκεμβρίου 1965, ἐν τῆ Βασιλικῆ τοῦ Ἁγίου Πέτρου τοῦ Βατικανοῦ καί ἐν τῶ Πατριαρχικῶ Ναῶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Φαναρίου καί ἐπανελθόντων νῦν πάντων ἡμῶν εἰς τήν πρό τοῦ Σχίσματος ἐποχήν αὐτομάτως, διατί δέν ἐπανερχόμεθα καί εἰς Μυστηριακήν ἑνότητα»;
(Πηγή : Ἐκκλησιαστικός Ἀγών 58 (Αὔγουστος 1971) 3 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣἩ αἵρεσις τοῦ Filioque, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1972, σσ. 498-499).
28) «Τό γεγονός (τῆς συναντήσεως μετά τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ στά Ἱεροσόλυμα) εἶναι μέγα καί ἱστορικόν. Ἔχω ἤρεμον τήν συνείδησίν μου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὀρθοδοξία σημαίνει ἐλευθερίαν καί οἱ ἐλεύθεροι προχωροῦν, βαδίζουν χωρίς νά προδίδουν τήν πίστιν των καί τά ἰδανικά των. Οἱ περιχαρακωμένοι φοβοῦνται. Δέν πιστεύουν εἰς τήν δύναμιν τῆς πίστεως. Ἡμεῖς δέν φοβούμεθα, διότι πιστεύομεν καί γνωρίζομεν νά πιστεύωμεν. Τά δόγματα εἶναι ἡ δύναμις τῆς Ἐκκλησίας, ὁ πλοῦτος της, διά τοῦτο τόν κρατοῦμεν εἰς τό θησαυροφυλάκιον. Τοῦτο, ὅμως, οὐδόλως μᾶς ἐμποδίζει νά κόψωμεν ἕνα κοινόν νόμισμα μετά τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν».
(Πηγή : «Τό νόμισμα τῆς ἀγάπης», Ἔθνος (18-1-1964) καί Π. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, Χρονικόν συναντήσεως Πάπα Παύλου Στ΄ καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, Ἀθῆναι 1964, σσ. 53-54 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 339-340).

29) «Ἡμεῖς οἱ ἀρχηγοί τῶν διαφόρων Ἐκκλησιῶν, ἀναλογιζόμενοι σοβαρῶς τό καθῆκον μας καί τήν εὐθύνην μας, ἄς κατέλθωμεν ἀπό τῶν θρόνων μας καί ἐν ἀδελφικῆ ποιμαντικῆ συνεργασία ἄς ἀνοίξωμεν τήν τρίτην περίοδον τῆς Ἐκκλησίας, τήν περίοδον τῆς ἀγάπης καί συνδιαλλαγῆς, τῆς ἑνότητας καί τῆς συνυπάρξεως ἐν τῆ ἱσότητι, ἕως οὖ ὁ Κύριος εὐδοκήση νά μᾶς ἑνώση πάλιν ἐν τῶ ἁγίω ποτηρίω τοῦ Σώματός Του καί πρό τοῦ Ἀχράντου καί Ἁγίου Αἵματός Του, ὡς συνέβαινε πρό τοῦ 1054, παρά τάς ὑφισταμένας καί τότε διαφοράς».
(Πηγή : Irenicon 2 (1967) 237 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 340-350).
30) Συμπροσευχή Οἰκ. Πατριάρχου Ἀθηναγόρου μετά τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ κατά τήν συνάντησιν τῶν Ἱεροσολύμων.
 (Πηγή : Π. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, Χρονικόν συναντήσεως Πάπα Παύλου Στ΄ καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, Ἀθῆναι 1964, σσ. 16, 32).
31) Συμπροσευχή Οἰκ. Πατριάρχου Ἀθηναγόρου εἰς Κων/λιν μετ’ Ἀρμενίων μονοφυσιτῶν κληρικῶν.
(Πηγή : ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ καί μετέπειτα ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ψευδενωτικά, Ἀθῆναι 1964, σσ. 36-37).
32) Συμπροσευχή Οἰκ. Πατριάρχου Ἀθηναγόρου εἰς τό Λονδίνον μετά τοῦ Ἀγγλικανοῦ «ἀρχιεπισκόπου» Καντερβουρίας Μιχαήλ Ράμσευ.
(Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σσ. 21-25 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 365).
33) «Ἐν τῆ κοινωνία ταύτη ἱερουργοῦντες μετά τῆς χορείας τῶν περί ἡμᾶς ἱερωτάτων Μητροπολιτῶν καί ὑπερτίμων, μνησθησόμεθα ἀπό τῶν διπτύχων τῆς καρδίας ἡμῶν τοῦ τιμίου ὀνόματός Σου, ἀδελφέ , Ἁγιώτατε τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης Ἐπίσκοπε, ἐνώπιον τῆς ἁγίας ἀναφορᾶς αὐτοῦ τούτου τοῦ τιμίου Σώματος καί αὐτοῦ τούτου τοῦ τιμίου Αἵματος τοῦ Σωτῆρος ἐν τῆ θεία τοῦ ἁγιωτάτου προκατόχου ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Καί ἐροῦμεν τῆ ἁγία ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων ἐνώπιον τοῦ ἁγίου θυσιαστηρίου καί λέγομέν σοι : τῆς Ἀρχιερωσύνης σου μνησθείη Κύριος ὁ Θεός, πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων».
(Πηγή : «Ἐπιστολή Ἀθηναγόρου πρός πάπα Παῦλο τόν ΣΤ΄», Δεκέμβριος 1968, Τόμος ἀγάπης, σσ. 525, 528-530).
34) «Ἤδη, οἱ ρωμαιοκαθολικοί δύνανται νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων εἰς Ὀρθόδοξον ναόν καί ἀντιθέτως οἱ Ὀρθόδοξοι εἰς ρωμαιοκαθολικόν, ἐάν δέν εὑρίσκεται εἰς τήν διάθεσίν των Ἱερεύς τοῦ ἰδίου δόγματος».
(Πηγή : Ὀρθόδοξος Τύπος (Ὀκτώβριος 1968) 1 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 383-384).
35) «Χριστιανοί τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως καλούμεθα νῦν νά καλλιεργήσωμεν ἐν ἑαυτοῖς, ἡμεῖς εἰς τούς ἄλλους, τούς φίλους ἡμῶν, τούς γνωστούς καί τούς ἀγνώστους, τήν γλυκείαν ταῦτην συνείδησιν καί ὅσον τό δυνατόν ταχύτερον, ὅτι εἴμεθα ἀδελφοί, ἀνήκοντες εἰς τήν αὐτήν χριστιανικήν Ἐκκλησίαν. Ἐχωρίσθημεν οὐχί διά Παπικῶν ἀποφάσεων ἤ Συνοδικῶν τοιούτων, ἄλλ’ἐν τῆ πράξει (de facto) θά ἑνωθῶμεν καί πάλιν ὑπό τήν δύναμιν μιᾶς γενικῆς ἐξεγέρσεως καί ἀπαιτήσεως τῶν χριστιανικῶν λαῶν, λαμπράν τινα πρωΐαν τοῦ νέου ἔαρος τῆς χριστιανοσύνης, τόσον ἀναμενομένου ἀπό αἰώνων».
(Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 87).
36) «Οἱ θεολόγοι ἄς συνεχίσωσι τούς διαλόγους. Ἄλλ’οἱ προκαθήμενοι τῶν ἐπί μέρους Ἐκκλησιῶν… ἄς ἐγκαινιάσωμεν τήν τρίτην περίοδον τῆς Ἐκκλησίας, τήν περίοδον τῆς ἀγάπης ἐν καταλλαγῆ καί ἰσοτίμω ἑνότητι καί συνυπάρξει».
(Πηγή : Ἀτλαντίς (30-4-1967) καί ΑΡΧΙΜ. Γ. ΚΑΨΑΝΗΣ, Ἡ κρίσις τῆς θεολογίας καί τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἐν Ἀμερικῆ, Ἀθῆναι 1968, σ. 17).
37) «Τόν μέν θεολογικόν διάλογον τόν ἀφήσαμεν στούς θεολόγους… Ἀπό τό ἄλλο μέρος ἔχομε τόν φιλικόν Διάλογον, τόν Διάλογον τῆς Ἀγάπης, τόν ὁποῖον ἐγώ κάνω ἐπί 58 χρόνια τώρα. Εἶχα πάρει καί ἐγώ κάποτε ἔνα δίπλωμα ἀπό τήν ἰδίαν Θεολογικήν Σχολήν μέ τόν ἀγαπητόν μου ἀδελφόν, τόν φέροντα τό ἴδιον ὄνομα, τόν Ἅγιον Θυατείρων, τήν Σχολήν τῆς Χάλκης, ἀλλά τό ἔχασα πολύ σύντομα κι ἔτσι ἀνέλαβα τόν Διάλογον τῆς Φιλίας, τῆς Ἀγάπης καί τῆς Συνεννοήσεως καί ὄχι τόν θεολογικόν».
(Ὁμιλία Ἀθηναγόρου στίς 13-11-1967 κατά τήν ἐπίσκεψή του στό Λονδίνο, στό παρεκκλήσι τῶν ἀνακτόρων τοῦ Λάμπεθ, Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 52 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 414-415).
38) «Ἐάν ὑφίστανται εἰσέτι καί τινες θεολογικαί διαφοραί, ὁ ἥλιος τῆς ἀγάπης ἀποχρωματίζει αὐτάς καί πλησιστίους φέρει ἡμᾶς εἰς τήν ἀρχαίαν πίστιν ὅτι ἀνήκομεν εἰς τήν αὐτήν θρησκείαν καί Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ».
(Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 87 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 455).
39) «Γιατί δέν ἐπανερχόμεθα αὐτομάτως καί στήν Μυστηριακήν ἐπικοινωνίαν; Διότι εἶναι ἀνάγκη νά προπαρασκευάσωμεν τούς λαούς μας καί θεολογικῶς καί ψυχολογικῶς. Κατά τά 900 χρόνια, πού ἐπέρασαν ἀπό τό 1054, φθάσαμε οἱ δύο κόσμοι Ἀνατολῆς καί Δύσεως νά νομίζωμε ὅτι ἀνήκομε σέ διαφορετικές Ἐκκλησίες καί σέ διαφορετικές θρησκεῖες. Καί ἑπομένως γίνεται πρόδηλος ὁ σκοπός τῶν Διαλόγων. Νά προπαρασκευάσουν ψυχολογικῶς τούς λαούς μας ὅτι πρόκειται γιά μία Ἐκκλησία καί μία Θρησκεία, ὅτι πιστεύομε ὅλοι τόν ἴδιον Θεόν, τόν Σωτήρα Χριστόν. Ἐσεῖς καί Ἡμεῖς σεβόμεθα ὅλες τίς θρησκεῖες καί ἐκτιμοῦμε τόν τόπον καί τήν χώραν εἰς τήν ὁποίαν ζοῦμε».
(Ὁμιλία Ἀθηναγόρου στίς 13-11-1967 κατά τήν ἐπίσκεψή του στό Λονδίνο, στό παρεκκλήσι τοῦ Λάμπεθ, ἐνώπιον πολλῶν Ἑλλήνων τῆς Ἑλληνικῆς παροικίας. Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 53 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 457).
40) «Ὅλα τά βήματά μας εἶναι ὑπολογισμένα. Ἀλλά, δέν ἐλπίζω νά ἴδω ἀμφοτέρας τάς Ἐκκλησίας ἡνωμένας κατά τήν διάρκειαν τῆς ζωῆς μου. Εἶμαι πολύ γέρων διά τοῦτο».
(Πηγή : Καθολική 1551 (13-9-1967) 4)
41) «Ἡμεῖς οὐδέν βλέπομεν πρόσκομμα εἰς τήν ὁδόν τῆς ἑνώσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης μέ τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἀνατολῆς… Δέν βλέπομεν πρόσκομμα διά τόν ἁπλούστατον λόγον ὅτι τοιαῦτα προσκόμματα δέν ὑφίστανται».
(Πηγή : Ἐκ τῶν δηλώσεων τοῦ Ἀθηναγόρου ἐπ’ εὐκαιρία τῆς συναντήσεώς του μετά τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ ἐν Ρώμη τήν 26-10-1967, Ἰταλικό πρακτορεῖο εἰδήσεων «Ἄνσα» καί Ὀρθόδοξος Τύπος (Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 1968) 4 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία και Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σσ. 470, 510).
42) «Εἴμεθα μέλη τῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί δέν διαφέρομεν παρά μόνον εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς αὐτῆς πίστεως».
(Πηγή : Γυναῖκα (10-4-1968) καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 510).
43) «Εὐρισκόμεθα εἰς τό τελευταῖον βῆμα πρός τοῦτο, βῆμα δύσκολον καί εὔκολον. Εἶναι τίμιον ὅπως παραδεχθῶμεν ὅτι διά τό τελευταῖον βῆμα ἀπαιτεῖται προσευχή, ρεαλισμός καί θάρρος πρός κατάρριψιν καί τῶν τελευταίων φραγμάτων. Ταῦτα δέ πάντα πλουσίως ἀντλοῦμεν ἐξ ὑμῶν προσωπικῶς καί ἐξ ὁλοκλήρου τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀνοίξωμεν τήν ὁδόν πρός τό Ἅγιον Ποτήριον εἰς ὅλους τούς βαπτισμένους ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας Τριάδος».
(Μήνυμα Ἀθηναγόρου πρός τούς Ὀρθοδόξους, Πηγή : Ἐλεύθερος Κόσμος (2-8-1969) καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 546).
44) «Καί αὖθις ἐπαναλαμβάνομεν εἰς ὅλον τόν χριστιανικόν κόσμον ὡς ἡμέραν κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, τήν δευτέραν Κυριακήν τοῦ Ἀπριλίου, ἐλπίζοντες ὅτι ὁ κοινός οὖτος ἑορτασμός, ὁ σταθερός, θά ἀποτελέση ὄχι μόνον ἕν σύμβολον, ἀλλά καί μίαν θετικήν συμβολήν εἰς τήν τελείωσιν τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας».
(Πηγή : Καθολική 1635 (18-6-1969) 3 καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός,   τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 571).
45) «Ἡμέραν τινά ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀδελφῶν ἐψύγη, ἀντ’ αὐτῆς κυριαρχεῖ τό μῖσος καί ἡ μορφή τῆς Ἐκκλησίας ἀλλοιοῦται, ἥν ὁ Χριστός ἠθέλησεν ἔνδοξον, μή ἔχουσαν σπίλον ἤ ρυτίδα, ἀλλ’ ἄμωμον καί ἁγίαν».
(Πηγή : Βραδυνή (20-12-1968) καί ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθῆναι 1969, σ. 644).
46) «Καλούμεθα εἰς τήν διαμόρφωσιν μίας θεολογίας οἰκουμενικῆς διαστάσεως, ἡ ὁποία, ἀπηλλαγμένη τῶν ἐριστικῶν καί ἀμυντικῶν πλεγμάτων, ἐλευθερωμένη τῆς ἐπιδιώξεως τῆς αὐτοδικαιώσεως, θά εἶναι οὐχί λόγος περί Θεοῦ, ἀλλά Θεοῦ Λόγος, ἐνοποιός τῶν Χριστιανῶν ἁπάντων».
(Πηγή : Ἐπίσκεψις 549 (31-10-1997) 2-27, 562 (31-10-1998) 8-17, 575 ( 31-10-1999) 9-12, 576 (30-11-1999) 15-17 και ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΛΗΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, Ἔξω ἀπό τά τείχη : Ἀθηναγόρας Α΄, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, ἔκδ. β΄, Ἀθήνα 1988, σ. 235).
47) «Θεωροῦμεν ὡς ἐκδήλωσιν τῆς Θείας Προνοίας τήν Σύνοδον τοῦ Βατικανοῦ τῆς Σεβαστῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, πρός τήν ὁποίαν ἐξεφράσαμεν ὅλην μας τήν ἐκτίμησιν, καί ἐλπίζομεν ὅτι εἰς τό ἐγγύς μέλλον θά ἔχωμεν πλέον θετικάς καί πλέον καταλλήλους περιστάσεις πρός ἀμοιβαίαν κατανόησιν καί πρός περισσότερον καρποφόρον θεολογικήν ἐπαφήν».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σ. 108).
48) «Ἡ ἀνάρρησις τῆς Ὑμετέρας πολυσεβάστου Ἁγιότητος εἰς τόν Ἀποστολικόν Θρόνον τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης…
Εὐχάς μακρᾶς καί καρποφόρου διακονίας ἐν τῆ ἀδελφῆ Ἁγία Ρωμαϊκῆ Ἐκκλησία, πρός προαγωγήν τοῦ πνεύματος τῆς ἑνότητος μεταξύ τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καί πρός δόξαν Χριστοῦ.
Συγχαρητηρίους προσρήσεις καί εὐχάς ὁλοκαρδίους τῆ Ὑμετέρα Ἁγιωσύνη ἐπί τῆ εἰς τόν παλαίφατον τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Θρόνον, Θεία εὐδοκία καί χάριτι, ἐκλογῆ καί καταστάσει Αὐτῆς.
Ἕνα ἔχοντες Κύριον καί Σωτήρα, οὖ τῆς χάριτος κοινωνοῦμεν ἐν τοῖς μυστηρίοις… Ὑπηρέται οὖν Χριστοῦ καί οἰκονόμοι Μυστηρίων Θεοῦ… ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων ὑπάρχοντες… καί εὐκλεῶς προκάθεσθαι τῆς τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας…».
(Τά πρῶτα συγχαρητήρια τοῦ Ἀθηναγόρου ἐπί τῇ ἐκλογῇ τοῦ πάπα Παύλου Στ΄, Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σσ. 121, 92).
49) «Παύλῳ τῷ Μακαριωτάτωῳκαί Ἁγιωτάτῳ Πάπα τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, χαίρειν ἐν Κυρίω… Καί ἡμεῖς δέ ἀπό τοῦ Κυρίου διδαχθέντες οἰκείως πρός ἀλλήλους ἔχειν, ὡς προσήκει μέλεσι τοῦ Ἁγίου Σώματος Αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ Ἐκκλησία, καί κατά τόν λόγον τῆς τῶν μελῶν πρός ἄλληλα σχέσεως. Ἕνα ἔχοντες Κύριον καί Σωτῆρα, Οὖ τῆς χάριτος κοινωνοῦμεν ἐν τοῖς μυστηρίοις, ὑπολαμβάνομεν ὅτι οὐδέν τιμιώτερον δυνάμεθα προσενεγκεῖν ἀλλήλοις… ὑγιαίνειν ἀεί καί εὐκλεῶς προκάθεσθαι τῆς τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας ἐπί ἔτη μήκιστα, εὐλογία καί χάριτι τοῦ Κυρίου Ἡμῶν… τῆς Ὑμετέρας γερασμίας καί περισπουδάστου Ἁγιότητος ἀγαπητός ἐν Χριστῶ ἀδελφός. Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας».
(Γράμμα Ἀθηναγόρου πρός πάπαν Παύλον Στ΄, 22-11-1963, Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σ. 122).
50) Χαρακτήρισε τήν ἀπόφαση τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ νά ἐπισκεφθεῖ τούς Ἁγίους Τόπους θεόπνευστη! «Ἔργον τῆς θείας προνοίας θά ἦτο ἐάν ἐπί τῆ Ἱερᾶ ταύτη πορεία τῆς Α. Ἁγιότητος, συνηντῶντο ἐν τῆ Ἁγία Πόλει Σιῶν πάντες οἱ Προκαθήμενοι τῶν Ἁγίων τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ἵνα ἐν ἀπό κοινοῦ συντριβῆ πνεύματος καί καρδίας καί θερμαῖς προσευχαῖς, γονυπετοῦντες, κοινήν καί εὐλογημένην, ἐν πνεύματι ἑνότητος ὁδόν διανοίξωσι πρός δόξαν Χριστοῦ καί ἀποκατάστασιν τῶν πάντων ἐν τῇ τελικῇ ἑνώσει».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σ. 124).
51) «Ἡ συνάντησις δέν εἶναι μία ἐπικοινωνία μεταξύ δύο ὑπευθύνων ἀνθρώπων. Ἔχει ἕνα μεγάλον σκοπόν : νά ἐπανεύρωμεν τόν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι μόνον ἐν μέσω συνηγμένων καί ὄχι κεχωρισμένων». Ἡ πρώτη συνάντησις ἔληξεν μέ τήν ἀπαγγελίαν τῆς Κυριακῆς προσευχῆς, τοῦ «Πάτερ ἡμῶν…» καί τόν ἀδελφικόν ἀσπασμόν τῶν δύο προκαθημένων. «Ἁγιώτατε, θά θέλατε νά εὐλογήσουμε μαζί τόν κόσμο; Εὐχαρίστως»! ἀπαντᾶ ὁ πατριάρχης.
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σ. 139).
52) Στό τέλος, ὁ πατριάρχης προσφέρει στόν πάπα τό σύμβολο τῆς ἐπισκοπικῆς ἀξίας τῶν Ἱεραρχῶν τῆς Ἀνατολῆς. Ἕνα πολύτιμο ἀρχιερατικό ἐγκόλπιο, μέ παράσταση τοῦ Κυρίου ὡς Διδασκάλου. Οἱ παριστάμενοι Ἕλληνες ἀξιώνουν : «Παναγιώτατε, νά τό βάλετε στόν λαιμόν του»! Αὐτό μεταφράζεται στόν πάπα καί ἐκεῖνος, μέ δάκρυα στά μάτια, ἔβγαλε μέ τά ἴδια του τά χέρια τή Stola, ἕνα εἶδος ἐπιτραχηλίου, καί ὁ πατριάρχης, μέ χέρια πού ἔτρεμαν ἀπό συγκίνηση, τοῦ ἐφόρεσε τό ἐγκόλπιο. Ὅλοι τότε ἀναφωνοῦν : «Ἄξιος, ἄξιος»! ὑπό τά ἔκπληκτα βλέμματα τῆς παπικῆς συνοδείας, πού γιά πρώτη φορά ἄκουγε τή στεντόρειο λειτουργική ἰαχή τῆς χειροτονίας.
(Πηγή : ΜΟΝΑΧΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ, Φιλήματα Ἰούδα, ἔκδ. γ΄, περιοδικό ‘Ἅγιος Ἀγαθάγγελος Ἐσφιγμενίτης’, Ἅγιον Ὄρος 1993, σ. 20).
53) Στίς 11:10’ φθάνει στό ναό ἡ παπική ἀντιπροσωπεία μέ ἐπικεφαλῆς τόν καρδινάλιο Λαυρέντιο Σέχαν. Φοροῦν τίς ἐπίσημες στολές τους καί ὁδηγοῦνται στό σολέα. Ὁ πατριάρχης κατεβαίνει ἀπό τόν θρόνον του, ἀγκαλιάζει καί ἀσπάζεται τόν καρδινάλιο, τόν ἀρχιεπίσκοπο καί ὅλα τά μέλη τῆς συνοδείας. Τόν καρδινάλιο ἀνεβάζουν στό παραθρόνιο καί τόν ἀρχιεπίσκοπο στά ἡγεμονικά στασίδια.
Ὅταν ἡ Θεία Λειτουργία ἔφθασε στή στιγμή μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀρχιμανδρίτης Γαβριήλ, διαβάζει ἀπό τόν ἄμβωνα τήν κοινή δήλωση τοῦ πάπα καί τοῦ πατριάρχη, μέ τήν ὁποία ἐκτός τῶν ἄλλων «ἀπό συμφώνου δηλοῦσιν :
α) ἀποδοκιμάζουσι τούς προσβλητικούς λόγους, τάς ἀβασίμους κατηγορίας καί τάς ἀξιοκατακρίτους χειρονομίας, ἄτινα ἑκατέρωθεν ἐχαρακτήρισαν ἤ συνώδευσαν τά θλιβερά γεγονότα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης,
β) ἀποδοκιμάζουσι ὠσαύτως καί αἴρουσιν ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπακολουθήσαντα ἀναθέματα, ὦν ἡ ἀνάμνησις ἐπενεργεῖ μέχρι τῆς σήμερον ὡς κώλυμα εἰς τήν ἐν ἀγάπη προσέγγισιν, παραδίδουσι δέ ταῦτα τῆ λήθη,
γ) ἐκφράζουσι, τέλος, τήν θλίψιν αὐτῶν διά τά λυπηρά προηγούμενα καί τά μεταγενέστερα γεγονότα, ἄτινα, ὑπό τήν ἐπίδρασιν διαφόρων παραγόντων, ἐν οἶς καί ἡ ἀμοιβαία ἔλλειψις κατανοήσεως καί ἐμπιστοσύνης, ὡδήγησαν τελικῶς εἰς τήν πλήρη διάσπασιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας».
Στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος καί ὁ Ὑπογραμματεύς τῆς Συνόδου προσκομίζουν τόν πατριαρχικόν κώδικα στόν θρόνον καί ὁ πατριάρχης, φορώντας τόν μανδύαν του, διαβάζει μεγαλοφώνως τήν πράξη τῆς ἄρσεως, πού καταλήγει μέ τά ἐξῆς :
«Ἡ Μετριότης ἡμῶν μετά τῶν περί ἡμᾶς Ἱερωτάτων Μητροπολιτῶν καί Ὑπερτίμων, ἀγαπητῶν δ’ἡμῖν ἐν Χριστῶ ἀδελφῶν καί συλλειτουργῶν, καιρόν εὐπρόσδεκτον τῶ Κυρίω τά νῦν ἡγησάμενοι, ἐν Συνόδω συνελθόντες καί διασκεψάμενοι, κοινωνοί τε γενόμενοι τῆς ἀπό τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ὁμοίας προθέσεως καί γνώμης, ἔγνωμεν ἄραι ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τό ἀπό τοῦ πατριάρχου τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ τοῦ Κηρουλαρίου καί τῆς περί αὐτόν Συνόδου ἐξενεχθέν προειρημένον ἀνάθεμα».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ «εἰρηνοποιοί», Ἀθῆναι 1971, σσ. 178-179).
54) «Ἐσμέν ἰδιαιτέρως εὐτυχεῖς ὅτι ἐρχόμεθα πρός τόν τῆς Ρώμης γεράσμιον Ἀρχιερέα, φορέα τῆς ἀποστολικῆς χάριτος καί διάδοχον πλειάδος ἁγίων καί σοφῶν ἀνδρῶν, τόν τῆ τιμῆ καί τῆ τάξει πρῶτον τοῦτον ἐν τῶ συστήματι τῶν ἀνά τήν οἰκουμένην Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν θρόνον κλεϊσάντων, ὦν ἡ ἁγιότης, ἡ σοφία καί οἱ ὑπέρ τῆς κοινῆς πίστεως ἐν τῇ ἀδιαιρέτῳ Ἐκκλησίᾳ ἀγῶνες εἰσι κτῆμα ἐσαεί καί θησαύρισμα σύμπαντος τοῦ χριστιαικοῦ κόσμου, πρός Πάπαν ἐξαιρέτου πνευματικῆς περιωπῆς καί χριστιανικῆς πνοῆς, κτησάμενον ἐν τῆ ταπεινώσει τά ὑψηλά, Οὖ τό αἴσθημα τῆς εὐθύνης ἔναντι τοῦ Κυρίου, ἔναντι τῆς κατατετμημένης Ἐκκλησίας, ἔναντι τῶν πολυειδῶν τοῦ κόσμου τούτου τραγωδιῶν, ὁδηγεῖ ἀπό ἡμέρας εἰς ἡμέραν καί ἀπό πράξεως ἀγάπης εἰς πράξιν οἰκοδομῆς, πρός τήν καιρίαν ὑπηρεσίαν τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἀνθρώπου».
(Λόγος Ἀθηναγόρου κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ ἐν Ρώμῃ τήν 26-10-1967, Πηγή : Καθολική 1562 (27-12-1967).
55) «Ἡ ἔξοδος πάντων ἡμῶν ἐκ τῆς ἀπομονώσεως καί τῆς αὐτάρκειας ἐπί τήν ἀναζήτησιν τοῦ στερεοῦ ἐδάφους, ἐφ’οὖ τεθεμελίωται ἡ ἀδιαίρετος Ἐκκλησία, ἀπεκάλυψεν ἡμῖν τήν ἀλήθειαν ὅτι πλείονα εἰσί τά ἑνοῦντα καί ὀλιγώτερα τά χωρίζοντα ἡμᾶς».
 (Λόγος Ἀθηναγόρου κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου Στ΄ ἐν Ρώμῃ τήν 26-10-1967, Πηγή : Καθολική 1562 (27-12-1967).
56) «Πρός τήν ἐκκλησιαστικήν ἑνότητα πορεύονται σήμερον καί πᾶσαι αἱ Χριστιανικαί Ἐκκλησίαι. Οἱ χριστιανικοί λαοί ἀπέκαμον ἀτενίζοντες πρός τό σκότος τοῦ παρελθόντος. Αἱ ἀτέρμονες φιλονικεῖαι ἐννέα ὅλων αἰώνων εἰς οὐδέν ἄλλο ὠδήγησαν εἰ μή μόνον εἰς τήν ψῦξιν πολλῶν καί εἰς τήν ἀμαύρωσιν τῆς συνειδήσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας».
(Ἐξ ὁμιλίας τοῦ Ἀθηναγόρου ἐν τῶ καθεδρικῶ Ἀγγλικανικῶ Ναῶ τοῦ Λονδίνου τήν 11-11-1967, Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 42).
57) «Αἱ Ἐκκλησίαι ἐξερχόμεθα ἐκ τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἀφυπνίζομεν τάς συνειδήσεις τῶν χριστιανῶν ὅτι ἀνήκομεν εἰς τήν αὐτήν θρησκείαν. Καθιστῶμεν τόν πόθον τῆς ἑνώσεως ὡς τό κυριαρχοῦν αἴτημα τῆς ἐποχῆς. Ὑποστέλλομεν τά λάβαρα τοῦ μίσους καί ἀντ’αῦτῶν ὑψοῦμεν τόν Σταυρόν τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας. Καί τέλος ἀνταλλάσσομεν τό Ἅγιον Ποτήριον, εὐχόμενοι ὅπως μίαν ἡμέραν συναντηθῶμεν ἐντός αῦτοῦ ὡς ἐζῶμεν κατά τά χίλια πρῶτα ἔτη τοῦ Χριστιανισμοῦ παρά καί τάς τότε ὑφισταμένας διαφορᾶς».
(Ἐξ ὁμιλίας τοῦ Ἀθηναγόρου ἐν τῷ καθεδρικῷ Ἀγγλικανικῷ Ναῷ τοῦ Λονδίνου τήν 12-11-1967, Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 42).
58) «Διεξάγομεν αὐτόν τόν Διάλογον μέ ἀντικειμενικόν σκοπόν νά φθάσωμεν εἰς τό ἴδιον τέρμα, τό ὁποῖον εἶναι τό κοινόν ποτήριον. Ὅπως ἀκριβῶς ἤμασταν χίλια χρόνια ὡς τό 1054. Εἴχαμε καί τότε διαφορές, διότι εἴχαμε καί τότε Θεολόγους, ἀλλά οἱ διοικοῦντες εἶχαν τή δική τους γραμμή καί εἴχαμε τήν μυστηριακή ἐπικοινωνία».
(Ἐξ ὁμιλίας τοῦ Ἀθηναγόρου ἐν τῷ παρεκκλησίῳ τοῦ Λέμπεθ τοῦ Λονδίνου τήν 13-11-1967, Πηγή : ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μετέπειτα ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΗΛΕΙΑΣ, Ἀπό τήν πορεία τῆς ἀγάπης, Ἀθῆναι 1968, σ. 52).
59) «Τῷ πνεύματι καί τῇ καρδία εὑρισκόμενοι πάντοτε πλησίον τῆς Ὑμετέρας γερασμιωτάτης Ἁγιότητος, ὅλως ἰδιαιτέρως ἐμνήσθημεν Αὐτῆς καί τῆς κατ’Αὐτήν Ἁγιωτάτης Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ προσευχῇ κατά τήν θείαν Λειτουργίαν ἐν τῷ πανσέπτῳ πατριαρχικῷ ναῷ ἐπ’εὐκαιρίᾳ τῆς περί Αὐτήν συνερχομένης Ἱερᾶς Ἐπισκοπικῆς Συνόδου».
(Τηλεγράφημα Ἀθηναγόρου πρός τόν πάπα Παύλο Στ΄ ἐπί τῇ συγκλήσει ἐν Βατικανῷ τῆς συνόδου ἐπισκόπων τήν 18-10-1969, Πηγή : Καθολική 1651 (4-11-1969).
60) «Δέν λέει τίποτα πλέον τό ράσο σήμερα, οὔτε ὡς ἐμφάνισις, οὔτε ὡς σκοπός. Ἄν σέ εἶχα δεῖ προηγουμένως, θά σοῦ ἔλεγα νά βάλης κάποιον ἄλλο τίτλο στά ἄρθρα σου : «Τά ράσα δέν κάνουν τόν παπά, ὁ παπάς πρέπει νά κάμη τόν ἑαυτόν του χωρίς τά ράσα». Αὐτό εἶναι».
(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).
61) «Βέβαια, πρέπει νά γίνουμε ρεαλισταί καί πρό πάντων νά μή φοβώμαστε τήν αλήθεια. Λέμε πολλές φορές ὅτι τοῦτο ἤ ἐκεῖνο εἶναι ἱστορικό καί πρέπει νά μείνη. Λάθος. Μεγάλο λάθος. Πόσες προλήψεις καί μέσα στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι ἱστορικές, παλαιές, δηλ. καί ἀγωνιζόμαστε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπ’αὐτές; Ρωτῆστε τούς παπάδες τῶν χωριῶν τί ζητᾶνε οἱ χριστιανοί ἀπό τούς ἱερεῖς, πού καμμιά σχέσι δέν ἔχουν, πού εἶναι εἰδωλολατρικά ὑπόλοιπα».
(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).
62) «Εἶμαι σαφῶς κεκηρυγμένος ὑπέρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν καί ἀφοῦ χειροτονηθοῦν. Δέν εἶναι κώλυμα γάμου ἡ χειροτονία. Θά εἴχαμε πολλούς ἀποφοίτους Θεοογικῶν Σχολῶν ἱερεῖς, ἐάν ἤξεραν ὅτι μποροῦν νά νυμφευθοῦν, ὅταν εὕρουν τήν σύντροφο τῆς ζωῆς των καί ὄχι βιαστικά, ἐπειδή τό ἐπιβάλλει ὁ τύπος. Εἰς μίαν κληρικολαϊκήν συνεδρίασιν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς τό εἴχαμε ἀποφασίσει καί θά τό εἶχα λύσει τό θέμα αὐτό, ἀλλά δέν πρόφθασα.Ἐκλήθην ἐδῶ».
(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).
63) «Εὐχαριστῶ πού δημοσιεύσατε ὁλόκληρη τήν ὁμιλία τοῦ ἁγίου Χαλκηδόνος. Εἶπε ἁπλά τήν ἀλήθεια, ὅπως τήν θέλει ὁ λαός. Ὁ κόσμος δέν θέλει νά τοῦ μπερδεύεις τά πράγματα, γιατί νομίζει πώς τόν γελᾶς, τόν κοροϊδεύεις. Εἶναι φυσιογνωμία ὁ Χαλκηδόνος. Δέν ἔχομε πολλούς. Εἶναι ἡ φωνή τοῦ Φαναρίου. Φωνή αἰώνων. Οἱ αἰῶνες μᾶς δίδουν τό κουράγιο καί τή δύναμη. Τί ἄλλο ἔχουμε ἐδῶ»;
(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).
64) «Μᾶς κατηγοροῦν ὅτι δέν κρατᾶμε καλή γραμμή, μερικοί φυσικά, ἀλλά αὐτό εἶναι ἄρνησις. Θά χαρῶ πολύ νά μᾶς προτείνουν μία δική τους λύσι γιά τήν προσπάθεια τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν. Μᾶς λένε ὅτι θέλουμε τήν ἕνωσι καί προσευχόμαστε ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως, ἀλλά εἴμαστε κατά τῆς προσπαθείας. Τό καταλάβατε αὐτό; Ὑπέρ τῆς ἑνώσεως καί κατά τῆς προσπάθειας. Εἶχε ἄδικο μετά ὁ Χαλκηδόνος, ὅταν μίλησε περί ὑποκρισίας; Προτείνουμε ὡς μέσον ἑνώσεως τό Ἅγιον Ποτήριον. Τό εἴχαμε τό κοινόν Ποτήριον καί ὅταν ἤμασταν χωρισμένοι μέ τήν Δύσι, μέχρι τοῦ 1050. Ἔγινε τό Σχίσμα καί σταματήσαμε. Τό Σχίσμα ἔγινε διά τοῦ Ἀναθεματος. Ἤρθη τό Ἀνάθεμα μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, Δύσεως καί Κωνσταντινουπόλεως. Ποιό εἶναι τό ἐμπόδιο; Νά τό βροῦμε, νά συζητήσουμε μέ καλή διάθεσι, ὄχι μέ ὕβρεις. Διάλογος ἀγάπης καί ὕβρεις γίνεται»;

(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).

65) «Μά ἔχουμε καί πολλές διαφορές, μᾶς λένε. Ποιές; Τό Φιλιόκβε; Ἀπό τόν 7ο αἰώνα ὑπῆρχε καί οἱ Ἐκκλησίες δέν εἶχαν χωρισθῆ. Τό πρωτεῖο καί τό ἀλάθητο; Τί μᾶς ἐνδιαφέρει; Κάθε Ἐκκλησία θά κρατήση τά δικά της ἔθιμα. Ἄν τό θέλη ἡ Καθολική Ἐκκλησία, ἄς τό κρατήση. Ἀλλά σᾶς ἐρωτῶ : Ποῦ εἶναι τό ἀλάθητο σήμερα, ὅταν ὁ πάπας ἔχη στήν Ρώμη μόνιμο 15μελή Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀποφασίζει; Ἄλλωστε, ὅλοι θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας ἀλάνθαστο. Στή δουλειά μας, στίς σκέψεις μας, σέ ὅλα. Σέ ρωτᾶ ἡ γυναῖκα σου πόσο ἀλάτι θά βάλη στό φαγητό; Ὄχι ἀσφαλῶς. Ἔχει τό ἀλάθητό της. Ἄς τό ἔχη καί ὁ πάπας, ἅμα τό θέλη. Ἐμεῖς δέν ζητᾶμε νά τό ἔχουμε».

(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).

66) «Ὁ Θεολογικός διάλογος δέν θά ἀποδώση. Δέν εἴμεθα ἕτοιμοι καί θά χρειασθοῦν αἰῶνες. Μόνον ἕνας διάλογος εἶναι ἐφικτός : Ὁ διάλογος τῆς ἀγάπης. Αὐτός θά διευκολύνη τόν διάλογον τῶν διαφορῶν. Διαφορές καί ἀγάπη δέν γίνεται. Δέν ἔχει καμμία σημασία, τί σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι, ἀλλά ἐσύ τί κάνεις γι’αὐτούς».

(Συνέντευξη Ἀθηναγόρου στόν δημοσιογράφο τῆς ἐφημερίδας ‘Ἔθνος’ κ. Σ. Ἀλεξίου, πού δημοσιεύθηκε στίς 20-3-1970).

67) Οἱ πρωτεργᾶται τῆς οἰκουμενιστικῆς «ἐκκλησίας».

«Οἱ τρεῖς αὐτοί «Ἄγγελοι», σάν πρεσβύτεροι τῶν Ἐκκλησιῶν Παλαιᾶς καί Νέας Ρώμης, εἶναι γνωστοί μέ ἄλλα ὀνόματα. Ὁ πρῶτος ὠνομάστηκε Ἰωάννης ΚΓ', ὁ δεύτερος Ἀθηναγόρσς Α' καί ὁ τρίτος Παῦλος ΣΤ΄. Καί οἱ τρεῖς τους προσεκόμισαν στήν Ἁγία Τράπεζα τῆς Οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας τόν σίτο τῆς συνεργασίας, τόν οἶνο τῆς ἑνότητος καί τό ἔλαιο τῆς ἀγάπης, γιά ἑτοιμασία τῆς συλλειτουργίας».

(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, Ἀθή­ναι 1971, σ. 38).

68) Μαθητής τῶν Μαριανῶν.

«Γιά νά ἔλθω σ' ἐπικοινωνία μέ τούς Καθολικούς, ἔγινα μαθητής τῶν Μαριανῶν Ἀδελφῶν στήν ἐκεῖ σχολή τους, ἐνῶ ἦμουν Ἀρχιδιάκονος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πελαγωνίας, μέ πρόφαση τήν τελειοποίηση τῆς Γαλλικῆς γλώσσης. Ἐκάθησα στό θρανίο καί συνεδέθην στενά μέ ἕναν πολύ ταπεινό καί καλό ἄνθρωπο, πού ἦταν καί διδάσκαλός μου, τόν ἀδελφόν Φιντελήν».

(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, Ἀθηναγόρας πρός συνομιλητήν του, σ. 46).

69) Αἱ πρῶται σχέσεις τοῦ Ἀθηναγόρου μέ τούς αἱρετικούς.

«...ὅταν ἀπό διάκονον μέ ἐξέλεξαν Μητροπολίτην Κερκύρας (1922)… εἶχα μεγάλη φιλία καί ἀγάπη μέ τούς καθολικούς, ἀλλά καί μέ τούς διαμαρτυρομένους καί ἑβραίους τῆς Κερκύρας...
Εἰς τήν Βοστώνην, τό θέρος τοῦ 1947, εἴχαμε μίαν συνεστίαση γιά τήν Ἑλλάδα. Προσεκλήθη σ' αὐτήν καί ὁ καθολικός Ἀρχιεπίσκοπος τῆς πόλεως, ὁ Ριχάρδος-Ἰακωβος Κούσιγκ (1895-1970), ὁ μετά καρδινάλιος (ἀπό τό 1958). Ὅταν συνηντήθημεν, ἐντελῶς αὐθορμήτως, ἠσπάσθημεν ἀλλήλους, ἐμπρός εἰς ὅλους. Τότε ἕνας φωτογράφος ἀποθανάτισε τήν στιγμήν.
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί).
70) Τρίτη πατριαρχική ἐγκύκλιος ἐπί τῆς Οἰκουμενικῆς κινήσεως.
«Τόν Ἰανουάριον τοῦ 1952, ἐξεδόθη ἡ τρίτη πατριαρχική ἐγκύκλιος ἐπί τῆς Οἰκουμενικῆς κινήσεως (ἡ πρώτη ἦτο τοῦ 1902 καί ἡ δευτέρα τοῦ 1920) καί ἔλαβα ἀφορμή, γιά νά ἐπανέλθω στίς συνεννοήσεις μας. Ἤθελε ὅμως νά συναντηθῶμεν (ὁ ἐν Κων/πόλει παπικός Δελεγᾶτος Ἀνδρέας Κασοῦλο), ἐκτός τοῦ Φαναρίου. Νά ἦμουν ἐγώ στήν Χάλκην καί ἐκεῖνος νά ἐπεσκέπτετο τήν Θεολ. Σχολήν καί μανθάνων ὅτι εἶμαι ἐκεῖ, νά ἤρχετο εἰς ἐπίσκεψίν μου. Ἀπήντησα : «Ἐγώ δέν γνωρίζω ἀπό διπλωματίες, οὔτε εἶμαι διπλωμάτης. Ἄν θέλη ἄς ἔλθη ἐδῶ καί θά τοῦ ἀνταποδώσω προσωπικῶς τήν ἐπίσκεψιν, ἐκτός πρωτοκόλλου».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 57).
71) Ἐπιμνημόσυνοι δεήσεις τοῦ Ἀθηναγόρου ἐπί τῷ θανάτῳ τοῦ Πάπα Ἰωάννου ΚΓ'.
«Κατά τήν ἐπίσημον ταύτην στιγμήν, θερμήν ἀναπέμπομεν τῷ Κυρίῳ καί Θεῷ ἡμῶν προσευχήν ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ ἐκλιπόντος πρωθιεράρχου τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖ ἔνθα ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ». «Στίς 5 Ἰουνίου, ὁ Πατριάρχης καί ἡ Ἱ. Σύνοδος ἐκφράζουν, διά τῆς Ἀρχιγραμματείας, τηλεγραφικῶς, στό Βατικανό, «τήν βαθείαν συμπάθειάν των, διά τήν μετάστασιν τοῦ ἀξίου Ἀρχηγοῦ τῆς σεβασμίας Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας» … «Πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία, ἀποτελουμένη ἀπό τόν Νεοκαισαρείας Χρυσόστομο, τόν Σελευκείας Αἰμιλιανό καί τόν Ἀρχιγραμματέα Συμεών, παρέστη στήν ἐπιμνημόσυνο δέηση, πού ἔγινε στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματoς, στό Παγκάλτι, καί τήν ἑπομένη προσωπικά μετέβη, ἐκτός πρωτοκόλλου, ὁ Πατριάρχης στήν Παπική Ἀντιπροσωπεία».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 109).
72) Γράμμα τοῦ Ἀθηναγόρου πρός τόν Πάπαν, 22 Νοεμβρίου 1963.
«Παύλῳ τῷ Μακαριωτάτῳ καί Ἁγιωτάτῳ Πάπᾳ τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, χαίρειν ἐν Κυρίῳ.
Καί ἡμεῖς δέ, ἀπό τοῦ Κυρίου διδαχθέντες οἰκείως πρός ἀλλήλους ἔχειν, ὡς προσήκει μέλεσι τοῦ Ἁγίου Σώματος Αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ Ἐκκλησία, καί κατά τόν λόγον τῆς τῶν μελῶν πρός ἄλληλα σχέσεως, Ἕνα ἔχοντες Κύριον καί Σωτήρα. Οὗ τῆς χάριτος κοινωνοῦμεν ἐν τοῖς μυστηρίοις, ὑπολαμβάνομεν, ὅτι οὐδέν τιμιώτερον δυνάμεθα προσενεγκεῖν ἀλλήλοις,... ὑγιαίνειν ἀεί καί εὐκλεῶς προκάθεσθαι τῆς τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας ἐπί ἔτη μήκιστα, εὐλογίᾳ καί χάριτι τοῦ Κυρίου ἡμῶν,... τῆς Ὑμετέρας γερασμίας καί περισπουδάστου Ἁγιότητος ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός.
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας»
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 122).
73) Παρατηρηταί εἰς τήν γ' περίοδον τῆς Βατικανῆς συνόδου.
Ἐκ μέρους τοῦ πατριαρχείου Κων/πόλεως ἐστάλησαν ὡς παρατηρηταί : «ὁ Ἀρχιμ. Παντελεήμων Ροδόπουλος καί ὁ πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Ρωμανίδης... ὁ πρῶτος τοποθετήθηκε τιμητικά ἐπικεφαλῆς τῶν 75 παρατηρητῶν ὅλων τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί προσεφώνησε μάλιστα τόν πάπα ἐκ μέρους των, κατά τήν ἐπίσημο ἀκρόαση στήν Καπέλλα Σιξτίνα, στίς 30 Σεπτεμβρίου».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 142).
74) Ὁ δακτύλιος τοῦ πάπα προσφέρεται εἰς τόν Ἀθηναγόρα, δεῖγμα ἀρραβῶνος μετά τῶν αἱρετικῶν.
«Ἕνα καινούργιο δεῖγμα ἐκτιμήσεως τοῦ πάπα εἶναι ἡ ἀποστολή στόν πατριάρχη τοῦ ἐπισκοπικοῦ δακτυλίου τοῦ πάπα Ἰωάννη ΚΓ'. Στό δωρητήριο γράμμα, ὁ πάπας ἀναφέρεται στόν «πλήρη ἀγάπης δεσμόν» τοῦ πατριάρχη Ἀθηναγόρα μέ τόν ἀείμνηστο πάπα, «στόν ὁποῖον ὀφείλεται ἡ εὐρεία οἰκουμενική κίνηση, πού διαπερνάει σήμερα τόσο πολύ αἰσίως τήν Καθολική Ἐκκλησία».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 153).
75) Πατριαρχική ἀντιπροσωπεία ἀποτελουμένη ἀπό τούς μητροπολίτας Ἡλιουπόλεως Μελίτωνα καί Μύρων Χρυσόστομον ἀνακοινοί εἰς τόν πάπαν τάς ἀποφάσεις τῆς Γ' Πανορθοδόξου Διασκέψεως.
«Ὁ Μελίτων προσφωνεῖ τόν πάπαν : «Ἐμφανιζόμενοι πρώτιστα ἐνώπιν τῆς Σῆς Ἁγιότητος, τοῦ κυριάρχου Ἐπισκόπου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης», τοῦ λέγει, «μεταδίδομέν Σοι τόν ἐν Κυρίῳ ἀσπασμόν τοῦ ἐν τῇ Ἀνατολῇ ἀδελφοῦ Σου, τοῦ Ἐπισκόπου τῆς Κωνσταντινουπόλεως». Καί συνέχισε : «Εἰς τήν ἀποκατάστασιν τῆς ἀρχαίας ἑνότητος, τοῦ κάλλους καί τῆς δόξης τῆς Ἐκκλησίας ἀποβλέπουσα ἡ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθόδοξος Ἀνατολή... καί ἐπισκέφθηκε τόν τάφο τοῦ Πάπα Ἰωάννη ΚΓ', ὅπου ἔψαλλε ἕνα νεκρώσιμο τροπάριο...».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 153-154).
76) «Πέστε μου τί πρέπει νά κάνουμε»; λέγει ὁ Ἀθηναγόρας πρός τόν πάπα κατά τήν συνάντησιν των εἰς Ἱεροσόλυμα.
Λέγει ὁ πάπας μετά τήν ἐπάνοδόν του εἰς τό Βατικανόν : «Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας, μέ ἕνδεκα Μητροπολίτες ἦλθε σέ συνάντησή μου καί θέλησε νά μέ ἀγκαλιάση, ὅπως ἀγκαλιάζεται ἕνας ἀδελφός, θέλησε νά μοῦ σφίξη τό χέρι καί νά μέ ὁδήγηση ὁ Ἴδιος, χέρι μέ χέρι, στήν αἴθουσα ὅπου θά ἀνταλλάσσαμε μερικές λέξεις, γιά νά πῆ : Ὀφείλουμε, ὀφείλουμε νά συνεννοηθοῦμε, ὀφείλουμε νά εἰρηνεύσουμε, νά κάνουμε τόν κόσμο νά δῆ ὅτι εἴμαστε ἀδελφοί, πού ἐπέστρεψαν ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Καί ὁ πατριάρχης μοῦ ἔλεγε σήμερα τό πρωΐ : «Πέστε μου τί πρέπει νά κάνουμε, πέστε μου τί πρέπει νά κάνουμε». Εἴμαστε, λοιπόν, ἐνώπιον αὐτῆς τῆς προτάσεως, αὐτοῦ τοῦ αἰτήματος, πού γίνεται γιά μᾶς θέμα σκέψεως».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 140).
77) Ὁ Ἀθηναγόρας διά τόν πάπα Παῦλον ΣΤ΄
Τόν Αὔγουστο τοῦ 1965, ἐκπρόσωπος τῆς Γαλλικῆς Ραδιοφωνίας καί Τηλεοράσεως ἐπισκέφθηκε τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καί τόν ρώτησε «πῶς βλέπει τόν Πάπα Παῦλο ΣΤ'». Ἄκουσα, λοιπόν, τόν Παναγιώτατο, μέ τήν γνωστή εἰλικρίνεια καί εὐθύτητά του, νά ἀπαντᾶ : «Ὅταν μιλᾶμε γιά τόν Παῦλο ΣΤ', εἶναι ἀδύνατο νά μή θυμώμαστε αὐτό, πού ἔλεγε πρίν 17 αἰῶνες ὁ μεγάλος Ἐπίσκοπος τῆς Καρθαγένης Κυπριανός : "Χριστιανός εἰμί καί Ἐπίσκοπος". Στέκεται σ' αὐτήν ἀκριβῶς τήν κρηπίδα τῆς διπλῆς εὐθύνης του, σάν Χριστιανός καί Ἐπίσκοπος. Σάν Χριστιανός, κατέχεται ἀπό πολύ δικαιολογημένη ἀγωνία γιά τήν ἀπειλή τῆς εἰρήνης καί τήν ἐπισφαλῆ ἰσορροπία τῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς… Σάν Ἐπίσκοπος, διακατέχεται ἀπό τήν ἀξιοθαύμαστη διάθεση, ὄχι μόνο νά συνέχιση τό ὑπεύθυνο ἔργο τῆς προωθήσεως τῆς ἐσωτερικῆς ἀναγεννήσεως καί τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ τῶν πνευμάτων τῆς Ἐκκλησίας στή Δύση, ἀλλά καί νά προαγάγη τήν ἀπαράμιλλη προσπάθεια ἀποκαταστάσεως τῆς ἀπό αἰῶνες διασαλευθείσης ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαίτερα, σάν Ἐπίσκοπος τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, διακηρύττοντας τόν πόθο του νά ἐπανορθωθοῦν τά λάθη τῆς χθές καί νά ἀντικατασταθοῦν οἱ πεπλανημένες προκαταλήψεις τοῦ παρελθόντος, μέ αἰσθήματα προσηρμοσμένα στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί στίς ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν, ὁδεύει σταθερά στόν Οἰκουμενισμό, στήν πραγματικά διαχριστιανική συνάντηση καί στόν πολυμερῆ καί θετικό διάλογο.
» Ὅλα αὐτά - συνέχισε ὁ Πατριάρχης - μαρτυροῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι θεσμός στατικός, ἀλλά "Σῶμα Χριστοῦ", ζωντανό καί δυναμικό. Καί ὅτι οἱ Χριστιανοί ἠγέται δέν μποροῦν νά μένουν ἀμετακίνητοι στά χαρακώματα τῆς χθές, ἀλλά πρέπει νά ἀποβαίνουν τολμηροί ἀγωνισταί στά πρῶτα φυλάκια τοῦ αἰωνίου καί ἀπαραχαράκτου σχεδίου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἀγάπη, οἰκοδομή καί ἑνότης.
» Ὅταν ὁ ἐν Χριστῷ ἀδελφός Πάπας Παῦλος ΣΤ' ἀνέλαβε νά συνέχιση τό εὐλογημένο ἔργο τοῦ προκατόχου του Ἰωάννου ΚΓ' μέ ἀποφασιστικότητα καί θάρρος, κατανοήθηκε ὅτι πραγματικά ὁ χριστιανικός κόσμος εἰσέρχεται σέ νέα ἐποχή. Τά τόσα γεγονότα, πού ἐπηκολούθησαν, ἀποτελοῦν πλέον θησαυρό τῆς κοινῆς Ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας.
»Ἤδη, οἱ δύο ἀδελφές Ἐκκλησίες, μέ εὐρύτερη ἐπικοινωνία καί ἐπαφή πρός τίς λοιπές Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ, βρίσκονται στό στάδιο τῆς ἑτοιμασίας μέ ἔμβλημα τήν ἀνυπόκριτο ἀγάπη, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Ρωμαίους, προχωροῦν στόν δρόμο τοῦ Κυρίου τους».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 74-75).
78) Ἡ ἄρσις τῶν Ἀναθεμάτων.
Σημείωσις : Ἀπό τήν 8μελή σύνοδον τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα, ὑπέγραψαν τήν ἄρσιν τοῦ ἀναθέματος ἕξι. Διεφώνησαν καί δέν ὑπέγραψαν οἱ Δέρκων κ. Ἰάκωβος καί Σάρδεων κ. Μάξιμος.
Ἡ «ἄρσις» τῶν Ἀναθεμάτων ἐγένετο τήν 7ην Δεκεμβρίου 1965.
Ἡ παπική ἀντιπροσωπεία εἰς τό Φανάρι, ἀπετελεῖτο ἀπό τόν «ἀρχιεπίσκοπον» Βαλτιμόρης Καρδινάλιον Λαυρέντιον Σέχαν, ὡς πρόεδρον καί ὡς μέλη τόν «ἀρχιεπίσκοπον» τοῦ Μπάρι Ἐρρίκο Νικόντεμο καί τούς «πρεσβυτέρους» Μιχαήλ Μακκαρόνε, Χριστόφορο Ντυμόν, Ἰωάννη Λόγκ, Πόρτερ Οὐάϊτ καί Φερδινάνδο Σγανμπετέρα.
Τήν πατριαρχικήν ἀντιπροσωπείαν εἰς τό Βατικανόν, ἀπετέλουν ὁ μητροπολίτης Ἡλιουπόλεως Μελίτων ὡς πρόεδρος καί ὡς μέλη ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κ. Ἰάκωβος καί οἱ μητροπολίται Θυατείρων Ἀθηναγόρας καί Αὐστρίας Χρυσόστομος, μέ τήν συνοδείαν τοῦ Ἀρχιμ. Μαξίμου Ἁγιωργούση καί τοῦ διακόνου Βαρθολομαίου Ἀρχοντώνη.
«Στίς 11.10', φθάνει στό ναό ἡ παπική Ἀντιπροσωπεία, μέ ἐπικεφαλῆς τόν Καρδινάλιο Λαυρέντιο Σέχαν. Φοροῦν τίς ἐπίσημες στολές τους καί ὁδηγοῦνται στόν σολέα. Ὁ πατριάρχης κατεβαίνει ἀπό τόν θρόνον του, ἀγκαλιάζει καί ἀσπάζεται τόν Καρδινάλιο, τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί ὅλα τά μέλη τῆς Συνοδείας. Τόν Καρδινάλιο ἀνεβάζουν στό παραθρόνιο καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο στά ἡγεμονικά στασίδια.
Ὅταν ἡ Θεία Λειτουργία ἔφθασε στή στιγμή μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιμανδρίτης Γαβριήλ διαβάζει ἀπό τόν ἄμβωνα τήν κοινή δήλωση τοῦ πάπα καί τοῦ πατριάρχη, μέ τήν ὁποία ἐκτός τῶν ἄλλων «ἀπό συμφώνου δηλοῦσιν» :
α) «ἀποδοκιμάζουσι τούς προσβλητικούς λόγους, τάς ἀβάσιμους κατηγορίας καί τάς ἀξιοκατακρίτους χειρονομίας, ἄτινα ἑκατέρωθεν ἐχαρακτήρισαν ἤ συνώδευσαν τά θλιβερά γεγονότα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης,
β) «ἀποδοκιμάζουσι ὠσαύτως καί αἴρουσιν ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπακολουθήσαντα ἀναθέματα, ὧν ἡ ἀνάμνησις ἐπενεργεῖ μέχρι τῆς σήμερον ὡς κώλυμα εἰς τήν ἐν ἀγάπη προσέγγισιν, παραδίδουσι δέ ταῦτα τῇ λήθῃ,
γ) «ἐκφράζουσι, τέλος, τήν θλίψιν αὐτῶν διά τά λυπηρά προηγούμενα καί τά μεταγενέστερα γεγονότα, ἄτινα, ὑπό τήν ἐπίδρασιν διαφόρων παραγόντων, ἐν οἶς καί ἡ ἀμοιβαία ἔλλειψις κατανοήσεως καί ἐμπιστοσύνης, ὠδήγησαν τελικῶς εἰς τήν πλήρη διάσπασιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας…»
Στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος καί ὁ Ὑπογραμματεύς τῆς Συνόδου προσκομίζουν τόν πατριαρχικόν κώδικα στόν Θρόνον καί ὁ Πατριάρχης, φορώντας τόν μανδύαν του, διαβάζει μεγαλοφώνως τήν πράξη τῆς ἄρσεως, πού καταλήγει μέ τά ἑξῆς :
«…Ἡ Μετριότης ἡμῶν μετά τῶν περί ἡμᾶς Ἱερωτάτων Μητροπολιτῶν καί Ὑπερτίμων, ἀγαπητῶν δ' ἡμῖν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν καί συλλειτουργῶν, καιρόν εὐπρόσδεκτον τῷ Κυρίῳ τά νῦν ἠγησάμενοι, ἐν Συνόδῳ συνελθόντες καί διασκεψόμενοι, κοινωνοί τε γενόμενοι τῆς ἀπό τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ὁμοίας προθέσεως καί γνώμης, ἔγνωμεν ἄραι ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τό ἀπό τοῦ Πατριάρχου τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ τοῦ Κηρουλαρίου καί τῆς περί αὐτόν Συνόδου ἐξενεχθέν προειρημένον ἀνάθεμα».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 178-179).
79) Εἰς τόν παπικόν «ναόν» Κων/πόλεως.
«Στίς 19.00', στόν ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παρά τό Παγκάλτι, παρουσίᾳ Πατριαρχικῆς Ἀντιπροσωπείας, ὁ Καρδινάλιος Σέχαν, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Νικόντεμο καί οἱ συνοδοί του ἐτέλεσαν τή Θεία Λειτουργία καί ἔψαλαν Δοξολογία, «ΤΕ DEUM», συνοψίζοντας μέ πανηγυρικό τρόπο τή χαρά Ρωμαιοκαθολικῶν καί Ὀρθοδόξων, γιά τό μέγα γεγονός».
80) Εἰς τό Βατικανόν.
«Ἀς ἔλθουμε τώρα στήν παράλληλη τελετή στό Βατικανό.
Ὁ Πρόεδρος τῆς Πατριαρχικῆς Ἀντιπροσωπείας Μητροπολίτης Μελίτων φθάνει στή Ρώμη στίς 4 π.μ. τῆς 7ης Δεκεμβρίου. Στό ἀεροδρόμιο τόν ὑποδέχονται ἐπίσημοι τοῦ Βατικανοῦ.
Στίς 8.30', ἡ Πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία ὁδηγεῖται στήν κατάμεστη ἀπό ἐπισήμους καί πλήθη κόσμου Βασιλική τοῦ Ἁγίου Πέτρου, στήν εἴσοδον τῆς ὁποίας ὁ Μητροπολίτης Μελίτων περιβάλλεται μέ μανδύα. Μέ τή συνοδεία τοῦ Ἐπισκόπου Ἰωάννου Βίλλεμπρανς, πού φοροῦσε πλήρη ἀρχιερατική ἀμφίεση καί τῶν ἄλλων μελῶν τῆς Ἀντιπροσωπείας, εἰσέρχονται στό ναό καί τοποθετοῦνται σέ ἕδρες, δεξιά ἀπό τό κεντρικό θυσιαστήριο τῆς «Ὁμολογίας», παραπλεύρως στούς ἐκπροσώπους τῶν Βασιλικῶν Οἴκων.
Μέσα σέ κατανυκτική καί μεγαλειώδη ἀτμόσφαιρα, ἀρχίζει ἡ τελετή. Μιά λιτανευτική πομπή 2399 μελῶν τῆς Β' Βατικανῆς Συνόδου, Πατριαρχῶν, Καρδιναλίων, Ἀρχιεπισκόπων, Ἐπισκόπων, μέ τίς λειτουργικές τους ἀμφιέσεις, κλείνει μέ τόν Πάπα Παῦλον ΣΤ', πού ἔρχεται πεζός, φορώντας ἐπίσης λευκή ἀρχιερατική ἀμφίεση καί χρυσοκέντητη μίτρα καί κρατώντας τήν ποιμαντορικήν του ράβδο. Εὐλογεῖ, καί ἀνέρχεται στόν θρόνον του.
Ἀφοῦ ἀναπέμπονται διάφορες δεήσεις καί ἐπιψηφίζονται τά τέσσερα τελευταῖα διατάγματα τῆς Συνόδου, ὁ Ἀρχιγραμματεύς της, Ἀρχιεπίσκοπος Περικλῆς Φελίτσι, ἀναγγέλει :
Σεβάσμιοι Πατέρες,
Ὠθούμενοι ἀπό κοινή ἐπιθυμία νά ἄρουν τά κωλύματα, πού φράσσουν τούς δρόμους πρός τόν διάλογο, ὁ ὁποῖος μέ τήν προστατευτική χάρη τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στή συμφιλίωση, ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ' καί ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας συνεφώνησαν στήν ἀκόλουθο δήλωση, τήν ὁποία θά διάβαση ὁ Σεβασμιώτατος Ἰωάννης Βίλλεμπρανς, τιτουλάριος Ἐπίσκοπος Μαυριανής, Γραμματεύς τῆς Γραμματείας γιά τήν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν».
Τό τέλος τῆς ἀνακοινώσεως αὐτῆς ἐκάλυψαν ἐνθουσιώδεις ἐπευφημίες καί παρατεταμένα χειροκροτήματα, ἀπό τούς Ἱεράρχες καί τό ἐκκλησίασμα. Μετά, ὁ Ἐπίσκοπος Ἰωάννης διαβάζει τό γαλλικό κείμενο τῆς κοινῆς δηλώσεως. Καί νέα θερμά χειροκροτήματα στό τέλος ἔδειξαν τή γενική ἐπιδοκιμασία τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ.
Ἀκολουθεῖ ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, μέ ἀρχιερατικό συλλείτουργο 24 Ἱεραρχῶν, προεξάρχοντος τοῦ Πάπα, μετά τό πέρας τοῦ ὁποίου ὁ Μητροπολίτης Μελίτων καί οἱ Καρδινάλιοι Μπέα, Μαρέλλα καί Καίνιγκ ὁδηγοῦνται στόν θρόνο τοῦ Πάπα ἐπάνω ἀπό τόν τάφο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Ἐκεῖ ὁ Καρδινάλιος Μπέα διαβάζει τήν παπική πράξη τῆς ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων, λατινικά, τήν «AMBULATE IN DILECΤΙΟΝΕ», «Περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ», πού περιέχει καί τά ἑξῆς : «...ἐπιθυμοῦντες νά προχωρήσωμεν περαιτέρω εἰς τήν ὁδόν τῆς ἀδελφικῆς στοργῆς, δι’ ἦς θά ὁδηγηθῶμεν εἰς τήν τελείαν ἑνότητα, νά ἀπομακρύνωμεν δέ ὅσα εἶναι αὐτῇ πρόσκομμα καί ἐμπόδιον, διακηρύττομεν ἐνώπιον τῶν Ἐπισκόπων τῶν συναθροισθέντων ἐν τῇ Β' ἐν Βατικανῷ Οἰκουμενικῇ Συνόδῳ, ὅτι λυπούμεθα δι’ ὅσα ἐλέχθησαν καί συνέβησαν τότε, ἄτινα ἀδύνατον νά ἐγκριθῶσι. Προσέτι δέ, τήν τότε δημοσιευθεῖσαν ἀπόφασιν τοῦ ἀναθέματος θέλομεν νά ἁπαλείψωμεν ἀπό τῆς μνήμης τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπομακρύνωμεν ἀπ' αὐτῆς, καλύπτοντες καί ἐξαφανίζοντες αὐτήν τῇ λήθῃ».
Μετά τήν ἀνάγνωση, ὁ Μητροπολίτης Μελίτων ὠδηγήθηκε ἀπέναντι στόν Πάπα. Ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ' σηκώνεται ἀπό τόν θρόνο του, μέ πολλή συγκίνηση, παραδίδει στόν Μητροπολίτη τήν ἐπί περγαμηνῆς ποντιφηκική πράξη τῆς ἄρσεως τοῦ ἀναθέματος, ἀνταλλάσσει μαζί του χειραψία καί τόν ἐν Χριστῷ ἀσπασμόν. Ἀμέσως θυελλώδη χειροκροτήματα δονοῦν τήν ἀτμόσφαιρα τοῦ Ἁγίου Πέτρου καί μεταδίδονται, διά τοῦ ραδιοσταθμοῦ τοῦ Ἄστεως τοῦ Βατικανοῦ, στά πέρατα τῆς Οἰκουμένης.
Ὅταν τελείωσε ἡ τελετή στόν Ἅγιο Πέτρο, ὁ Πάπας δέχεται τήν Πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία στήν αἴθουσα «τῶν ἀμφίων» τοῦ ἀποστολικοῦ ἀνακτόρου τοῦ Βατικανοῦ, μέ συγκίνηση καί ἐγκαρδιότητα καί ἀσπάζεται τά μέλη της. Ὁ Μητροπολίτης Μελίτων τόν προσφωνεῖ γαλλικά. Οἱ δύο Ἀποστολικοί Θρόνοι, τονίζει, «λύουσι σήμερον τό παρόν καί διανοίγουσι τό μέλλον, διά κοινῆς δηλώσεως καί ἀμοιβαίας ἐκκλησιαστικῆς πράξεως καταργοῦντες τό ἀπ' αὐτῶν προελθόν ἀνάθεμα, τό σύμβολον τοῦτο τοῦ σχίσματος, καί ἀντ’ αὐτοῦ ὑψοῦντες τήν ἀγάπην, σύμβολον τῆς ἐπανασυναντήσεως αὐτῶν», «... Σήμερον, μεταξύ τῶν δύο πρώτων Θρόνων τῆς Δύσεως καί τῆς Ἀνατολῆς, ἐγκαθιδρύεται ἐπισήμως καί ἐκκλησιαστικῶς ἡ βασική προϋπόθεσις τῆς βαθμιαίας ἐπιλύσεως τῶν διαφορῶν, ἤτοι ἡ ἀδελφική ἀγάπη… Σύ, ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς Χριστιανωσύνης, καί ὁ δεύτερος τῆ τάξει ἀδελφός Σου, Ἐπίσκοπος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν τοῦ σημερινοῦ ἱεροῦ γεγονότος, διά πρώτην φοράν μετά μακρούς αἰώνας θά δυνηθῆτε ἐνί στόματι καί μιᾶ καρδία νά στραφῆτε ἐφέτος πρός τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας καί ἔξω αὐτῆς, ἐν ἀγωνίᾳ ἀναμένουν εὐδοκίαν καί εἰρήνην».
Ὁ Πάπας ἀπήντησε γεμάτος συγκίνηση. Στήν ἀρχή ἐκφράζει τήν εὐγνωμοσύνη του πρός τόν Πατριάρχη γιατί «μέ τή σοφία, τήν προορατικότητά του, τήν ἀγάπη καί τήν ἀκάματη προσπάθειά του, ἔκανε πραγματικότητα τήν ἡμέρα αὐτή». Ἔπειτα ἀναπτύσσει τή σημασία καί τίς ἀγαθές συνέπειες τῆς ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων καί ἀφοῦ παρεκάλεσε τήν Πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία νά μεταδώση τόν ἐν Χριστῷ ἀσπασμό του στόν Πατριάρχη, ἀπεχαιρέτησε τά μέλη της καί προσέφερε στόν καθένα ἀναμνηστικά μετάλλια.
Τό ἀπόγευμα, ἡ Πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία ἐπισκέπτεται τόν Καρδινάλιο Μπέα καί τό βράδυ παρακάθεται στό ἐπίσημο δεῖπνο, πού ἔδωσε πρός τιμήν της ἡ Ἁγία Ἔδρα, ἐκπροσωπουμένη ἀπό τόν Πρύτανι τοῦ Ἱεροῦ Κολλεγίου τῶν Καρδιναλίων Εὐγένιο Τισσερᾶν.
Στό δεῖπνο αὐτό προσεκλήθησαν Καρδινάλιοι, ὁ Μητροπολίτης Λένινγκραντ Νικόδημος, οἱ Ὀρθόδοξοι Παρατηρηταί στή Βατικανή Σύνοδο καί προσωπικότητες τοῦ Βατικανοῦ.
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 178-179).
81) Πλήρης κοινωνία ἐν «ἀγάπῃ» καί «ἀληθείᾳ» μετά τῶν λατίνων μετά τήν «ἄρσιν» τῶν ἀναθεμάτων.
...«Μέ τήν ἀνανέωση τῶν ἀρχαίων θεσμῶν τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης τῶν Πατέρων» καί τή χριστοθέλητη ἀπόρριψη τῶν ἀναθεμάτων τοῦ 1054, ἡ παλαιά καί ἡ Νέα Ρώμη, ἡγουμένες τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Χριστοῦ στή Δύση καί στήν Ἀνατολή, συμπορεύονται στήν πλήρη κοινωνία «ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 180).
82) Ὁ πάπας Παῦλος ΣΤ' εἰς Κων/πολιν.
Ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ' κατεβαίνει ἀπό τό ἀεροπλάνο, χαιρετᾶ τίς Ἀρχές καί μέ τή συνοδεία του προχωρεῖ στόν Πατριάρχη καί ἀμέσως ρίχνονται ὁ ἕνας στήν ἀγκαλιά τοῦ ἄλλου.
Ὁ Πάπας φορώντας τό ἐγκόλπιο, πού τοῦ εἶχεν προσφέρει στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης, φθάνει στήν πύλην τῶν Πατριαρχείων. Οἱ καμπάνες κτυποῦν χαρμόσυνα καί τά συγκεντρωμένα πλήθη χειροκροτοῦν καί ζητωκραυγάζουν. Τόν ὑποδέχονται οἱ Μητροπολίτες Χαλκηδόνος Μελίτων καί Δέρκων Ἰάκωβος. Μιά ἱερή πομπή, ἀπό χρυσοφορεμένους μέ ἄμφια Διακόνους καί Ἀρχιμανδρίτες, πλαισιώνει τόν Πάπα, ἐνῶ βαδίζει πρός τήν εἴσοδο τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ τόν περιμένει ὁ Πατριάρχης, φορώντας τόν μεγαλοπρεπῆ μανδύα του.
Ἀνταλλάσσουν μέ δάκρυα στά μάτια τόν ἐν Χριστῷ ἀσπασμόν καί ἀλληλοβασταζόμενοι προχωροῦν στό κεντρικόν κλίτος, ἐνῶ ὁ 35μελής βυζαντινός χορός ψέλνει το : «Ἰδού δή τί καλόν ἤ τί τερπνόν, ἀλλ' ἤ τό κατοικεῖν ἀδελφούς ἅμα» (Ψαλμ. 132, 1).
Οἱ δύο Προκαθήμενοι ἀνεβαίνουν σέ μιά χαμηλή ἐξέδρα, μέ δύο ἰδίους θρόνους, ἐμπρός ἀπό τήν «ὠραῖαν πύλη» τοῦ τέμπλου.
Εἶναι  ὁ χῶρος, πού προσεύχονται, «παίρνουν καιρό», ὅσοι πρόκειται νά συλλειτουργήσουν. Στά δεξιά τοῦ Πάπα, ἡ Ἱερά Σύνοδος καί οἱ παρεπιδημοῦντες Ἱεράρχες. Στά ἀριστερά τοῦ Πατριάρχη, οἱ Καρδινάλιοι καί οἱ Ἀρχιεπίσκοποι τῆς Παπικῆς Συνοδείας.      
Μετά τά τροπάρια στό Ἅγιον Πνεῦμα, τούς Ἀποστόλους Πέτρο καί Παῦλο καί στή Θεοτό­κο, ἀκολουθοῦν στίχοι ἀπό τή μεγάλη Δοξολο­γία καί οἱ ἐκτενεῖς δεήσεις τῶν Διακόνων. Γιά πρώτη  φορά,  στά  τελευταῖα  πεντακόσια  καί πλέον χρόνια, ἀκούεται αὐθόρμητα ἀπό τά ὀρθό­δοξα χείλη ἡ δέηση : «Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ Ἁγιωτάτου Πάπα Ρώμης καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί Πατριάρχου ἡμῶν». κατανυκτική ἱστορική συμπροσευχή, ἡ πρώτη ἐμπρός στό θυ­σιαστήριο καί στό πλήρωμα, κλείνει μέ προσευχή τοῦ Πατριάρχη καί ἀπαγγελία ἀπό κοινοῦ τοῦ «Πάτερ ἡμῶν».
Ἔπειτα ἀρχίζουν οἱ προσφωνήσεις, πού εἶναι μία ἀμοιβαία ἀνταλλαγή σκέψεων καί αἰσθημά­των, ἕνας διάλογος, πού συμπορεύεται μέ τόν Ἰησοῦ πρός Ἐμμαούς, γι' αὐτό καί τίς καταχω­ρίζουμε ἐδῶ σέ διαλογική μορφή.
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ': «Ἀδελφέ, λίαν ἀγαπητέ ἐν Χριστῶ! Πρό τριῶν καί πλέον ἐτῶν ὁ Θεός ἐν τῇ ἀπείρῳ ἀγαθότητι Αὐτοῦ ἐδωρεῖτο ἡμῖν τό συναντήσαι ἀλλήλους ἐν τῇ Ἁγίᾳ ἐκείνῃ Γῇ, ἔνθα ὁ Χριστός ἵδρυσε τήν Ἐκκλησίαν Αὐτοῦ καί ἐξέχεε τό αἷμα Αὐτοῦ ὑπέρ αὐτῆς. . . Σήμερον, ἡ αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Αυὐτοῦ ὁδηγεῖ ἡμᾶς. . . ἵνα ἀνταλλάξωμεν καί αὖθις τόν ἀσπασμόν τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης, ἐνταῦθα ἔνθα οἱ Πατέρες ἡμῶν ἐν τῇ πίστει συνῆλθον, ὅπως ὀμολογήσουν ἐν μιᾷ καρδίᾳ τήν Ἁγίαν Τριάδα, ἀδιαίρετον καί ὁμοούσιον».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Ἁγιώτατε καί λίαν ἀγα­πητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ! Δόξα τῷ Θεῷ, τῷ ποιη­τή τῶν θαυμασίων, τῷ καταξιούντι ἡμᾶς σήμε­ρον… ἀπείρῳ ἀγάπῃ καί μεγίστῃ τιμῇ ὑποδέξασθαι τήν Ὑμετέραν λίαν ἡμῖν ἀγαπητήν καί σεβασμιωτάτην Ἁγιότητα, κομίζουσαν τόν ἀπό τῆς παλαιᾶς Ρώμης ἀσπασμόν ἐνταῦθα, τῇ νεω­τέρᾳ ταύτῃ ἀδελφῇ αὐτῆς».
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Ὑπό τό φῶς τῆς ἀγάπης ἡμῶν πρός τόν Χριστόν καί τῆς ἀδελφικῆς ἀγά­πης πρός ἀλλήλους ἀνακαλύπτομεν ἔτι μᾶλλον τήν βαθείαν ταυτότητα τῆς ἡμετέρας πίστεως, τά δέ σημεῖα, ἐφ' ὧν εἰσέτι διϊστάμεθα, δέν πρέ­πει νά ἐμποδίσουν ἡμᾶς, ἵνα ἀντιληφθῶμεν τήν βαθείαν ταύτην ἑνότητα».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Ὁ Κύριος ὠδήγησεν ἡ­μᾶς ἀπό σταδίου εἰς στάδιον καί ἤγαγεν ἡμᾶς κατέναντι τῶν ἐπωδύνων σημείων τῆς κοινῆς ἱ­στορίας ἡμῶν. Καί ἐνετείλατο ἡμῖν ἄραι. . . τό καταπέτασμα τοῦ χωρισμοῦ... Τῷ θελήματι Ἐ­κείνου ὑπείκοντες, ἀποβλέπομεν πρός τήν τῶν πάντων ἕνωσιν, πρός τήν πλήρη κοινωνίαν τῆς ἀγάπης καί τῆς πίστεως, ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ τοῦ κοινοῦ Ποτηρίου Του...».
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Ἡ ἀγάπη ἐπιτρέπει ἡμῖν... ὅπως ἴδωμεν τήν ἑνότητα αὐξάνουσαν ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ καί προτρέπεται ἡμᾶς, ὅπως τά πάντα θέσωμεν εἰς κίνησιν, ἵνα ἐπισπεύσωμεν τήν ἔλευσιν τῆς ἡμέρας ταύτης τοῦ Κυρίου… ἀναγνωρίζοντες καί σεβόμενοι ἀλλήλους… μεριμνῶντες περί τῆς συνοχῆς καί τῆς αὐξήσεως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἀποφεύγοντες πᾶν ὅ,τι θά ἠδύνατο νά διασκορπίση αὐτόν... Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ζωτικός χῶρος, ὁ ἀπαραίτητος διά τήν αὔξησιν τῆς πίστεως καί ἡ ἐν τῇ πίστει κοινωνία εἶναι ὁ ὄρος τῆς πλήρους ἐκδηλώσεως τῆς ἀγάπης, τῆς ἐκφραζόμενης ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Οἰκοδομήσωμεν τό Σώ­μα Χριστοῦ… συνάψωμεν δέ τά διηρημένα, ἀμοιβαίαις ἐκκλησιαστικαῖς πράξεσιν, βεβαιούῦντες τά κοινά τῆς πίστεως καί τοῦ κανόνος σημεῖα, τόν δέ θεολογικόν διάλογον κατευθύνοντες πρός τήν ἀρχήν τῆς πλήρους κοινότητος ἐν τοῖς θεμελιωδέσι τῆς πίστεως καί τῆς ἐλευθερίας τῆς εὐσεβοῦς καί οἰκοδομητικῆς, ἀπό τῶν κοινῶν δέ Πατέρων ἐμπνεομένης, θεολογικῆς σκέψεως καί τῆς ποικιλίας ἐν τοῖς κατά τόπους ἐθίμοις, ὡς ἀπ'ἀρχῆς ἤρεσε τῇ Ἐκκλησίᾳ».
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Μετ' ἀγάπης ἀνυποκρίτου, ἀσπαζόμεθα Ὑμᾶς ἐν φιλήματι ἁγίῳ».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Εὐλογημένος Σύ, αδελ­φέ, ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».
Μετά τίς προσφωνήσεις, γίνεται ἡ ἀνταλλαγή τῶν δώρων. Ὁ Πατριάρχης προσφέρει «ἐπιτραχήλιο» τοῦ ΙΣΤ' αἰῶνος, χρυσοκέντητο ἄμφιο μέ 70 περίπου προτομές τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ά­γιων, «δέησιν τῆς Πρεσβυτέρας Μαρίας καί τοῦ Ἱερέως Γεωργίου». Τό προσφέρει, ὅπως λέγει στή γραπτή ἀφιέρωσή του, «εἰς δήλωσιν ὅτι κοινόν ἔχομεν τόν ἀπό τῶν Ἀποστόλων θησαυρόν τῆς Ἱερωσύνης». Ὅταν ὁ Πατριάρχης ἐφόρεσε τό ἄμφιο στόν Πάπα, μιά ἰαχή ἀκούστηκε ἀπό τό Πλήρωμα : «Ἄξιος! Ἄξιος!». Ὁ Πάπας προ­σέφερε στόν Πατριάρχη μιά εἰκόνα τοῦ συγχρό­νου ζωγράφου Τρέντο Λογκαρέττι, πού παριστά­νει τόν Χριστό «σέ δόξα», τήν Παναγία καί τούς Ἀποστόλους Πέτρο, Ἀνδρέα καί Παῦλο, «εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συναντή­σεως». Ὁ Πατριάρχης ἔσκυψε καί τήν προσκύ­νησε.
Ἡ ἱεροτελεστία τελείωσε μέ τήν ἀποστολική εὐλογία τῶν δύο Προκαθημένων. Ὁ Πάπας εἶπε λατινικά τόν τελευταῖο στίχο τῆς Β' πρός Κο­ρινθίους Ἐπιστολῆς καί ὁ Πατριάρχης ἑλληνικά τήν εὐλογία τῆς ἀπολύσεως τῆς Θ. Λειτουργίας. Ἀμέσως ὁ χορός τῶν ψαλτῶν ἔψαλε τά πολυ­χρόνια τοῦ Πάπα καί τοῦ Πατριάρχη : «Πολυχρόνιον ποιῆσαι Κύριος ὁ Θεός τόν Ἁγιώτατον καί Μακαριώτατον Πάπαν Ρώμης Παῦλον τόν ἕκτον…». Τήν κατάληξη τῶν πολυχρονίων ἐκάλυψαν ἐνθουσιώδεις ζητωκραυγές καί χειροκρο­τήματα.
Ὁ Πάπας καί ὁ Πατριάρχης ἄφησαν τόν ναό, πέρασαν μέσα ἀπό τό κατενθουσιασμένο πλή­θος, πού ἦταν στίς αὐλές τῶν Πατριαρχείων καί ἀνέβηκαν στό κτίριο τοῦ Πατριαρχείου. Ἀπό τό ὕψος τῆς σκάλας του, εὐλόγησαν καί πάλι τόν λαό καί ἀπεσύρθησαν οἱ δύο μόνοι στό πατριαρ­χικό γραφεῖο. Ἐκεῖ συνεζήτησαν γιά 15 λεπτά, ἐνῶ οἱ Ἀκολουθίες τους εὑρίσκοντο στό Συνο­δικό. Ἡ συνομιλία τους ἦταν μιά ἀξιολόγηση τῶν μέχρις ἐκείνης τῆς στιγμῆς σημειωθέντων βη­μάτων τους. Ὁ Πάπας ἰδιαιτέρως παρεκάλεσε τόν Πατριάρχη, κατά τό ταξίδι του στούς Ὀρ­θοδόξους Πατριάρχας, πού πρόκειται νά πραγματοποίηση, νά τούς διερμηνεύση τά βαθύτατα αἰσθήματα ἀδελφοσύνης καί ἀγάπης του καί τή θέλησή του νά κάνη ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπ' αὐτόν, ὥστε νά ἔλθη ἡ ἡμέρα τῆς ἑνώσεως. Ὁ Πατρι­άρχης, μετά τόν διάλογό τους, χαριτολογώντας παρέδωσε στόν Πάπα τήν ἀλληλογραφία του, πού εἶχε τήν παράδοξη γιά τήν ἱστορία ἔνδειξη : «Α.Α. Παῦλον ΣΤ'. Ἑλληνικόν Πατριαρχεῖον Φανάρι».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 203-204).
83) Ὁ Ἀθηναγόρας εἰς αἱρετικήν παπικήν Συναγωγήν.
Ἡ τετάρτη πράξη γράφεται στίς 9.10' τό βρά­δυ, στήν ἔδρα τῆς Ἀποστολικῆς Νουντσιατούρας καί στόν λατινικό Καθεδρικό ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ Πατριάρχης, ἀκολουθούμενος ἀπό Ἱεράρ­χες καί Ὀφφικιάλους τοῦ Πατριαρχείου, πηγαί­νει στή διαμονή τοῦ Πάπα στό Παγκάλτι, ὅπου ἄλλοτε ἔμενε ὁ προκάτοχός του Ἰωάννης ΚΓ', Ἄγγελος Ρονκάλλι, ὡς Δελεγάτος. Τόν υποδέ­χονται οἱ Καρδινάλιοι καί τόν ὁδηγοῦν στόν Πά­πα. Γιά δέκα περίπου λεπτά συνομιλοῦν ἰδιαιτέ­ρως οἱ δύο στό γραφεῖο τοῦ Ρονκάλλι καί ἔπειτα μέ τό ἴδιο αὐτοκίνητο φθάνουν στόν ναό τοῦ Ἁ­γίου Πνεύματος.
Τούς ὑποδέχονται μέ ἐπευφημίες καί κωδωνοκρουσίες. Ἡ κοσμοσυρροή τούς ἀναγκάζει μέ δυσκολία νά προχωρήσουν στό Ἱερό. Ὁ πολυ­μελής χορός, μέ τή συνοδεία τοῦ ὀργάνου, ψέλ­νει τό «Χριστός Νικᾶ» καί μετά τόν στίχο μέ τίς εὐχές γιά τόν Πάπα, προσθέτει καί στίχο γιά τόν Πατριάρχη στή λατινική : «ATHENAGORAS ARCHIΕΡISCOPO CONTANTINOPOLIΤANO ET OECUMENICO PATRIARCA VITA, PAX ET FELICITAS PERPETUA». Οἱ δύο Προκαθήμενοι στέκουν ἐμπρός ἀπό τό θυσιαστήριο. Ὁ Πάπας φορεῖ τό ἐγκόλπιο τῶν Ἱεροσολύμων καί τό χρυ­σοκέντητο βυζαντινό ἐπιτραχήλιο καί ὁ Πατριάρ­χης τόν χρυσό σταυρό τοῦ Πάπα Ἰωάννη ΚΓ'. Ἡ ἱεροτελεστία ἄρχισε μέ τόν ὕμνο στό Ἅγιο Πνεῦμα, «VENI CREATOR SPIRITUS», μιά προ­σευχή σ' Αὐτό τοῦ Πάπα καί συνεχίστηκε μέ Ἀποστολικό (Ἐφεσ. 3, 8-21) καί Εὐαγγελικό (Ἰω. 14. 23-30) ἀνάγνωσμα, τόν ὕμνο τοῦ Νιπτῆρος «Ὅπου ἀγάπη», «UBI CARITAS» καί λιτανευτικές δεήσεις, μία τῶν ὁποίων ἦταν γιά τούς δύο Πρωθιεράρχες. Ἡ συμπροσευχή τε­λείωσε μέ τήν εὐχή τῆς ἀπολύσεως καί τό «Πά­τερ ἡμῶν», στίς δύο γλῶσσες. Ἔπειτα ὁ Πά­πας παρέδωσε στόν Ἐπίσκοπο Ἰωάννη Βίλλεμπρανς ἕνα βαρυσήμαντο «συνοπτικό γράμμα» του (Μπρέβιον), σέ περγαμηνή, γιά νά τό διαβάση ἀπό τόν ἄμβωνα.
Μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ κειμένου αὐτοῦ, ὁ Πάπας τό παραδίδει στόν Πατριάρχη καί ἀνταλ­λάσσει μαζί του τόν ἐν Χριστῷ ἀσπασμό. Καί ἀφοῦ ἀπό κοινοῦ εὐλογοῦν τόν κλῆρο καί τό λαό ἀφήνουν τόν ναό, ἐνῶ ὁ χορός ψάλλει τό «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριο», «MAGNIFICAT ANIMA MEA DOMINUM».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 205)
84) Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἰς τό Βατικανόν.
«Πέμπτη 26 Ὀκτωβρίου 1967».
«Εἶναι 11 π.μ., ὅταν πραγματοποιεῖται ἡ τρίτη ἱερά Συνάντηση τοῦ Πάπα Παύλου ΣΤ' καί τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα Α'. Μέ δάκρυα ἀνταλ­λάσσουν τό τεκμήριο τῆς μυστικῆς ἀγάπης, τόν ἅγιο ἀδελφικό ἀσπασμό, δίδοντας στά εκατομ­μύρια, πού παρακολουθοῦσαν, παρόντα ἤ ἀπό τό τηλεοπτικό εὐρωπαϊκό δίκτυο, τή συγκλονιστική σκηνή, τό ἰσχυρότερο δίδαγμα ἑνότητας ἐν Χρι­στῷ, τήν τρανώτερη μαρτυρία γιά τό τί μπορεῖ νά κατορθώση ἡ πίστη στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί στό μυστήριο ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας Του.
Οἱ δύο Προκαθήμενοι, εὐλογοῦντες τόν λαό, εἰσέρχονται στόν κατάμεστο ναό, στόν ὁποῖο ἔ­χουν καταλάβει τίς θέσεις τους οἱ παρεπιδημοῦντες Καρδινάλιοι, τά 200 περίπου μέλη τῆς Συ­νόδου τῶν Ἐπισκόπων, ὁ κλῆρος καί τά Μονα­χικά Τάγματα τῆς Ρώμης, τό Διπλωματικό Σῶμα καί ἄλλοι ἐπίσημοι. Στήν ἀρχή, προσκυνοῦν στό παρεκκλήσιο τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί τῆς Παναγίας καί μετά κατευθύνονται στόν τάφο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ἐνῶ ὁ χορός τῆς Καπέλλα Σιξτίνα ψάλλει διάφορα τροπάρια. Ἐκεῖ προσεύχονται καί οἱ δύο σιωπηρά καί ὁ Πατριάρ­χης ἀφιερώνει βυζαντινῆς τεχνοτροπίας κανδήλα, τήν ὁποία καί ἀνάβει. Ἔπειτα ἀνέρχονται στό κεντρικό θυσιαστήριο, ἐπάνω ἀπό τόν τάφο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, πού τόν καλύπτει τό μεγαλειῶδες κ ι βώριο τοῦ Μπερνίνι. Στό σημεῖο αὐτό, οὐδέποτε στήν ἱστορία τῆς Παπωσύνης στήθηκε θρό­νος ἄλλος ἐκτός τοῦ θρόνου τοῦ Πάπα.Τήν ἱστορική ἐκείνη ἡμέρα, στήθηκαν δύο θρόνοι, γιά νά καθήσουν οἱ Προ­καθήμενοι τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Νέας Ρώμης. Ὅποιος ἀντίκρυσε τήν εἰκόνα αὐτή καί ἀναλο­γιζόταν μιά παράλληλη εἰκόνα τοῦ 1439 ἀπό τή Φλωρεντία, πού ἀνάγλυφό της σώζεται σέ μιά πύλη ναοῦ ἀκόμη, θά καταλάβη πόσο διαφορε­τικοί εἶναι οἱ καιροί καί τί μεγαλεῖο ταπεινότητος ἀπεκάλυψε ἡ χειρονομία αὐτή τοῦ Παύλου ΣΤ', τό μόνο μεγαλεῖο πού ἀφυπνίζει, γιά τίς καινούργιες ἐκκλησιαστικές πραγματικότητες. Ἀπό τό ἱερό ἐκεῖνο σύνθρονο, ὁ Πάπας καί ὁ Πατριάρχης συμμετεῖχαν στήν ἱεροτελεστία, πού στήν πραγματικότητα ἦταν σύνοψη τῆς Θείας Λειτουργίας, χωρίς τήν προσκομιδή, τόν καθαγιασμό καί τήν κοινωνία. Περίπου μία λειτουργία «τῶν Προηγιασμένων», χωρίς τό εὐχαριστιακό κέντρο. Κάτι πού θά συμπληρωθῆ τήν ἡμέρα, ὁ­που ὅλα θά εἶναι ἕτοιμα γιά τή συλλειτουργία. Ὅταν δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁλοκλήρωση τίς ἐμπνεύσεις Του. Ἡ ἱεροτελεστία ἄρχισε μέ ψαλ­μό (118), εἰσαγωγική προσευχή. Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα λατινικά (Φιλιπ. 2, 1-11) καί τόν ὕμνο τοῦ Νιπτῆρος «ὅπου ἀγάπη». Ἡ Εὐαγγελική περικοπή (Ἰω. 13, 1-15) ἀναγνώστηκε μέ βυζαντινό μέ­λος : ἑλληνικά, ἀπό τόν Μέγα Ἀρχιδιάκονο. Ἀ­κολούθησαν «αἰτήσεις» τῶν πιστῶν σέ ἕξι γλώσ­σες, πού τίς ἐπεσφράγιζε, σάν μυριόστομη βρον­τή, ἡ λειτουργική ἑλληνική ἰαχή «Κύριε, ἐ λ έ ησον», ὁ πρόλογος τῆς «ἀναφορᾶς», μέ μιά μακρά προσευχή τοῦ Πάπα γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί ὁ σεραφικός ὕμνος. Στό τέλος, μέ λειτουργικό πάντοτε ὕφος, εἶπαν ὅλοι τό «Πάτερ ἡμῶν» καί ἐπηκολούθησαν οἱ προσφω­νήσεις, πού τά κύρια σημεῖα τους τά δίδουμε, πάλι μέ διαλογική μορφή.
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Συνήχθημεν ἐδῶ διά νά δώσωμεν καί πάλιν τόν ἀσπασμόν εἰρήνης καί συμφιλιώσεως ἐν μέσῳ τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν Ἐπισκό­πων, ἐπί τοῦ τάφου τοῦ κορυφαίου τῶν                             Ἀποστό­λων».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Διακονίαν ἀγάπης, ἑνότητος καί εἰρήνης ἐπιτελούντες καί πρό μικροῦ ἀσπασάμενοι ἀδελφούς ἐν Χριστῷ σεβασμίους, ἀφικόμεθα σήμερον πρός τήν Σήν Ἁγιότητα, ὡς ἀδελφός πρός ἀδελφόν».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 207).
85) Ὁ Ἀθηναγόρας ἀναπέμπει εὐχάς εἰς τόν τάφον τοῦ μεγάλου αἱρεσιάρχου.
«Μέ τήν Συνοδεία του ἐπισκέπτεται τόν τάφο τοῦ Πάπα Ἰωάννη ΚΓ’.Εἶναι μιά πολύ συγκι­νητική στιγμή. Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας συ­ναντᾶ τό σκήνωμα ἐκείνου, μέ τόν ὁποῖον πρωτοΰφανε τόν χιτώνα τῆς ἐπανασυναντήσεως Ἀ­νατολῆς καί Δύσεως. Τοῦ ἀνάβει κερί καί θυ­μίαμα. Τοῦ ψάλλει μερικά τροπάρια τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας. Καί καταθέτει στόν τάφο του τρία χρυσά στάχυα, «στή μακαρία ψυχή του» καί μιά ἰδιόχειρη εὐαγγελική ὑπόμνηση, πού λέγει : «Ἐάν μή ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσών εἰς τήν γῆν ἀποθάνη, αὐτός μόνον μένει, ἐάν δέ ἀποθάνη, πολύ καρπόν φέρει» (Ἰω. 12, 24).
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Σεῖς ἀντιπροσωπεύετε τήν παράδοσιν τῶν Ἐκκλησιῶν «Πόντου, Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ἀσίας καί Βιθυνίας».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Εἶσθε φορεύς ἀποστο­λικῆς χάριτος καί διάδοχος πλειάδος ἁγίων ἀν­δρῶν, κλεϊσάντων τόν πρώτον τῇ τιμῇ καί τῇ τά­ξει Θρόνον τῶν ἀνά τήν Οἰκουμένην Ἐκκλη­σιῶν».
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Κινούμεθα καί ἀπό τό ἕν μέ­ρος καί ἀπό τό ἄλλο… ὑπακούοντες εἰς τήν ἀλήθειαν νά ἀγαπώμεθα εἰλικρινῶς ὡς ἀδελφοί. Τό Πνεῦμα ζητεῖ… νά εἴμεθα ἕν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύση… Αὐτό προκαλεῖ τήν ἀνακαίνισιν παν­τού εἰς τήν Ἐκκλησίαν. . . Αὐτό χρησιμοποιεῖ ὡς ὀδούς του τήν ὑπακοήν εἰς τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τά αὐτά μυστήρια, διά νά μᾶς κάμη νά τείνωμεν πρός τήν πληρότητα τῆς κοι­νωνίας.
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Ἡ ἔξοδος πάντων ἡμῶν ἐκ τῆς ἀπομονώσεως καί τῆς αὐταρέσκειας ἐπί τήν ἀναζήτησιν τοῦ στερεοῦ ἐδάφους, ἐφ' οὖ τεθεμελίωται ἡ ἀδιαίρετος Ἐκκλησία, ἀπεκάλυψεν ἡμῖν τήν ἀλήθειαν ὅτι πλείονα εἰσίν τά ἐνοῦντα καί ὁλιγώτερα τά χωρίζοντα ἡμᾶς… Καλούμεθα ἵνα συνεχίσωμεν καί ἐντείνωμεν τόν διάλογον τῆς ἀγάπης, εἰς τρόπον ὥστε νά καταστήσωμεν τοῦτον προθεολογικόν γεγονός…».
ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ' : «Κινούμενοι ἀπό μόνην τήν ἐπιθυμίαν νά ὑπακούωμεν εἰς ἐκεῖνο, τό ὁποῖον τό Πνεῦμα ζητεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, θά βαδίσωμεν ἐμπρός "ἐν ὀνόματι Κυρίου"».
ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α' : «Εἴη ἡ Συνάντησις ἡμῶν αὕτη εὐάρεστος τῷ Κυρίῳ καί νέον σημεῖον                                 ἐκ­κινήσεως τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν πρός Αὐτόν καί πρός ἀλλήλους».
Καί ἡ κατανυκτική ἱεροτελεστία ἔληξε μέ εὐχή τοῦ Πατριάρχη «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τῆς Ἐκκλη­σίας καί τοῦ Κόσμου» καί μέ τήν ἀποστολική εὐλογία τῶν δύο Προκαθημένων, «κύκλῳ τοῦ θυ­σιαστηρίου», ἐνῶ ὁ πολυμελής χορός ἔψαλλε τό «Ἄσατε τῷ Κυρίῳ ἄσμα καινόν» (Ψαλμ. 97) καί τό Πλήρωμα προέβαινε σέ ἐγκάρδιες ἐκδηλώ­σεις σεβασμοῦ».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 225, 227).
86) Εὐχαί τοῦ πάπα εἰς «ὀρθόδοξον» λειτουργίαν.
Εἰς τάς 5 Μαΐου 1966 γίνεται ἡ πρώτη «ὀρθό­δοξος» λειτουργία ἀπό τόν ἀρχιμανδρίτην Γεννάδιον Ζερβόν εἰς τό Μπάρι τῆς Ἰταλίας, εἰς παρεκκλήσιον παραχωρηθέν ὑπό τοῦ παπικοῦ «ἀρχιεπισκόπου» Ἐρρίκου Νικόντεμο. Κατά τήν «λειτουργίαν» ἀνεγνώσθησαν εὐχαί τοῦ Πάπα καί ὠμίλησεν ὁ Καρδινάλιος Παῦλος Τζιόμπε, ὅστις εἶπε : «Ἐκεῖνο, πού μᾶς χωρίζει ἀπό τούς ἀδελ­φούς μας τῆς Ἀνατολῆς, δέν εἶναι τεῖχος, ἀλλά λεπτόν πέπλον».
87) 30 Νοεμβρίου 1969. Ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Πάπα Καρδινάλιος Ἰωάννης Βίλλεμπρανς εἰς τήν θρονικήν ἑορτήν τοῦ Φαναρίου
«Κατά τήν πατριαρχική καί Συνοδική Λειτουρ­γία, παρακολουθεῖ (ὁ Καρδινάλιος Βίλλεμπρανς) τήν τέλεσή της ἀπό τό παραθρόνιο. Στό τέλος, τόν προσφωνεῖ ὁ Πατριάρχης, ἀντιφωνεῖ ὁ Καρ­δινάλιος καί διαβάζει γράμμα τοῦ Πάπα Παύ­λου πρός τόν Πατριάρχη, στό ὁποῖο ἐξηγοῦνται οἱ σκοποί τῆς ἐπισκέψεως. Ἡ τελετή ἔληξε μέ τούς πολυχρονισμούς τοῦ Πάπα καί τοῦ Πα­τριάρχη».
(Πηγή : ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σ. 230).

88) Εἴμεθα ἐκτός;
«Ὀρθόδοξοι καί Καθολικοί εἴμεθα ἀδελφοί, ὁ Πέτρος καί ὁ Ἀνδρέας ἦσαν ἀδελφοί. Ὅμως, ὁ μέν εἰς ἐν Ρώμῃ, ὁ δέ ἕτερος ἐν Ἑλλάδι. Οὕτως ὀφείλομεν νά πράξωμεν καί ἡμεῖς, Καθολικοί καί Ὀρθόδοξοι, συνεργαζόμενοι ὡς ἀδελφοί. Ἡ θύρα παραμένει ἀνοικτή, ὀφείλομεν ἁπλῶς νά εἰσέλθωμεν».
(Ἐκ συνεντεύξεώς του πρός ρωμαιοκαθολικόν δημοσιογράφον, τόν Ἰανουάριον 1962. Ἴδε «Καθολική», φ. 1277, 24.1.1962).
89) Ὁμοσπονδία... Ἐκκλησιῶν.
«Ἤδη ἀπεκτήσαμεν τήν ἑνότητα μέ τόν Προτεσταντισμόν, διά τῆς ὁποίας πραγματοποιοῦμεν ὁμοσπονδιακήν δύναμιν 350 ἑκατομμυρίων ἀτό­μων ἐπί καθαρῶς ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων. Ὅ­σον ἀφορᾶ τήν Καθολικήν Ἐκκλησίαν ἔγιναν πολλαί ἐπαφαί, αὗται δέ συνεχίζονται διά νά ἐπιτύχωμεν τήν ὁμοσπονδίαν τῶν χριστιανικῶν κλά­δων, ἡ ὁποία θά συμπεριλάβη πληθυσμόν 1.000.000.000 ἀτόμων. Μέ τούς Παλαιοκαθολικούς οὐδεμίαν ἔχομεν διαφοράν. Μέ τούς Νεοκαθολικούς, καί ἰδία μετά τό 1870, ἔχομεν μικράς δια­φοράς, αἱ ὁποῖαι ἡμπορεῖ καί πρέπει νά ἐξομα­λυνθοῦν».
(Ἐκ συνεντεύξεώς του πρός Ἕλληνας δημο­σιογράφους, τόν Ἀπρίλιον 1962. Ἴδε «Καθολι­κή»,                       φ. 1289, 18.4.1962).
90) Ἐγκώμιον τοῦ Πάπα
«Ἐχάραξεν (ὁ ἀποθανών πάπας Ἰωάννης ΚΓ') νέαν ὀδόν εἰς τόν Καθολικόν κόσμον, ἄγουσαν εἰς τόν οἰκουμενικόν διάλογον τῆς πραγ­ματοποιήσεως τῆς ἱερᾶς δεήσεως τοῦ Κυρίου ἡ­μῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐμπνεόμενος ἄνωθεν καί διαθέτων μεγάλην ἐνεργητικότητα, ἐν ὄψει τῆς προσεγγίσεως τῶν Ἐκκλησιῶν, ὁ ἀείμνηστος Πάπας κατέδειξε διά τῆς συγκλήσεως τῆς οἰκ. συνόδου τοῦ Βατικανοῦ ὅτι ἡ Καθολική Εκκλη­σία τρέφει αἰσθήματα ἀγάπης καί εἰρήνης ἐν Χρι­στῷ ἔναντι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν».
91) Εἰς παγκόσμιον κλίμακα...
« Ἄς ἐλπίσωμεν ὅτι πολύ συντόμως τό ὄνειρον τῶν χριστιανῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν διά τήν ἕνωσιν τῶν Ἐκκλησιῶν θά γίνη πραγματικότης. . . Ὁ διάλογος οὗτος θά ὀδηγήση εἰς τήν ἑνότητα τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία καί θά ἀποτελέση τό πρῶτον βῆμα πρός τήν ἕνωσιν εἰς παγκόσμιον κλίμακα. ..
(Ἐκ δηλώσεών του ἐπί τῇ ἐκλογῇ τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ', τήν 18.8.63. Ἴδε «Καθολική», φ. 1364, 20 11.1963).
92) Τό λυκαυγές τῆς ἑνώσεως.
«Ἡ Χριστιανική ἀνθρωπότης ἀπό αἰώνων ζῆ τήν νύκτα τῆς διαιρέσεως. Οἱ ὀφθαλμοί αὐτῆς ἐβαρύνθησαν ἀτενίζοντες πρός τό σκότος. Εἴη ἡ συνάντησις ἡμῶν αὕτη τό λυκαυγές φωτεινῆς καί ἁγίας ἡμέρας, ἐν ἦ, αἱ ἐπερχόμεναι χριστια­νικαί γενεαί, ἀπό τοῦ αὐτοῦ Ποτηρίου κοινωνοῦσαι τοῦ τιμίου σώματος καί αἵματος τοῦ Κυρίου, ἐν ἀγάπῃ καί εἰρήνῃ καί ἑνότητι αἰνέσουσι καί δοξάσουσι τόν ἕνα Χριστόν καί Σωτήρα πάντων».
(Ἐκ προσφωνήσεώς του πρός τόν πάπαν Παῦλον ΣΤ' κατά τήν συνάντησίν των εἰς ε­ροσόλυμα, τήν 5.1.1964. Ἴδε «Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον», σ. 17).
93) Ἐγκώμιον τοῦ Πάπα.
«Εὐχαριστοῦμεν τήν Θείαν Πρόνοιαν διά τήν σημερινήν ἡμέραν καί ἐκφράζομεν τήν ἀναγνώρισιν ἡμῶν διά τάς ὑπηρεσίας τοῦ πάπα Παύλου τοῦ ΣΤ', τοῦ ἀγαπητοῦ καί σεβαστοῦ Ἱεράρχου. Γράφομεν σήμερον ὄχι μόνον μίαν σελίδα εἰς τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί μίαν σε­λίδα εἰς τήν ἱστορίαν τῆς καρδίας μας».
(Ἐκ συνεντεύξεώς του πρός ἀνταποκριτάς ξένου πρακτορείου κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' εἰς Ἱεροσόλυμα, τήν 5.1.1963. Ἴδε «Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον», σ. 22).
94) Το ὄνειρόν του.
«Ὁ πάγος διερράγη μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλη­σιῶν μας. Πάντοτε εἶχον ὡς ὄνειρον νά συναν­τήσω τόν Πάπαν, ἄνδρα ἔχοντα ὄντως μεγάλην καρδίαν. Ἄς εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς συναντήσεώς μας μεγάλη ἡμέρα διά τήν χριστιανωσύνην καί δι' ὁλόκληρον τήν ἀνθρωπότητα. Πηγαίνω νά συ­ναντήσω καί ἀσπασθῶ τόν Πάπαν κατά τρόπον ἀδελφικόν. Τάς συζητήσεις θά ἀφήσωμεν εἰς τούς θεολόγους»!
(Ἐκ δηλώσεών του πρό τῆς ἀναχωρήσεώς του διά τήν συνάντησιν τῶν Ἱεροσολύμων. Ἴδε «Καθολική», φ. 1371, 8.1.1964).
95) Τί χαρά! Τί ἀπόλαυσις!
«Τί χαρά, τί ἀπόλαυσις! Ζῶ μέσα σ'ἕνα ὄνει­ρο, τό ὄνειρο πού μοῦ γιόμιζε τήν καρδιά μου μέ μεγάλες ἐλπίδες. Πηγαίνω νά συναντήσω τόν μεγαλόκαρδο ἄνθρωπο».
(Ἐκ δηλώσεών του ἐπί τοῦ ἀεροπλάνου διά τήν συνάντησιν τῶν Ἱεροσολύμων. Ἴδε «Καθο­λική», φ. 1372, 15.1.1964)
96) Ποῖον κακόν παρελθόν;
«Μοῦ ἐπροξένησεν ἰδιαιτέραν ἐντύπωσιν ὅτι ὁ Ποντίφηξ ἐλησμόνησε πλήρως τό κακόν παρελθόν καί κατέστησε δυνατήν τήν ἔναρξιν νέας ἐ­ποχῆς. Ὁ Παῦλος ΣΤ' καί ἐγώ κατέστημεν οἱ ἐργάται τῆς ἀπαρχῆς τῆς νέας ταύτης ἐποχῆς. Ἤδη προοπτική πλήρης ἐλπίδων καί ἐμπιστοσύνης διαγράφεται σαφῶς εἰς τόν ὀρίζοντα».
(Ἐκ δηλώσεώς του πρός ἀνταποκριτήν ἰταλι­κοῦ πρακτορείου. Ἴδε «Καθολική», φ. 1372, 15.1.1964).
97) Νέα ἐποχή...
«Ζῶμεν εἰς νέαν ἐποχήν, ἄς ἀφήσωμεν τό πα­ρελθόν, τά δέ Θεολογικά θέματα, τά ὁποία ἀπο­τελοῦν τάς διαφοράς μας, ἄς ἀφήσωμεν εἰς τούς ἀρμοδίους καί εἰδικούς, ἡμεῖς δέ ἄς ἐπιδιώξωμεν ἤδη ἀπ' αὐτῆς τῆς στιγμῆς καί πάντοτε νά εἴμε­θα ἡνωμένοι διά τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ».
(Ἐκ προσφωνήσεώς του πρός τόν ἀποθανόν­τα οὐνίτην πατριάρχην τῶν Μελχιτῶν Μάξιμον Δ'. Ἴδε «Καθολική», φ. 1373, 22.1.1964).
98) Συμπροσευχαί.
«Προσηυχήθημεν ἀπό κοινοῦ, ἀπηγγείλαμεν ὁ­μοῦ τό «Πάτερ ἡμῶν» ἑλληνιστί καί λατινιστί, ὅ­πως ἐπράξαμεν ἤδη μετά τῆς Α. Ἁγιότητος τοῦ Πάπα ἐν Ἱερουσολύμοις. Εἶναι πράγματι ἐκπληκτικόν ὅτι ἠδυνήθημεν νά παραμείνωμεν χωρι­σμένοι ἐπί τόσον μακρόν χρονικόν διάστημα. Σή­μερον νέα ἐποχή ἀρχίζει εἰς τόν χριστιανισμόν».
(Ἐκ δηλώσεών του πρός ρωμαιοκαθολικούς μοναχούς τήν 26.1.64. Ἴδε «Καθολική», φ. 1375, 5.2.1964).
99) Φιλενωτικόν πρόγραμμα.
«Μέ ἐπρόλαβεν ὁ Πάπας καί ἦλθεν αὐτός πρῶτος ἐδῶ εἰς τό Φανάρι. Ἐδῶ ἐδραιώσαμεν καί ἐχαράξαμεν κοινόν πρόγραμμα συνεργασίας, κοινήν οἰκουμενικήν πορείαν, κοινήν χριστιανικήν μαρτυρίαν ἀγάπης, κατανοήσεως, ἀμοιβαίου σεβασμοῦ. Αἱ λεπτομέρειαι τοῦ κοινοῦ τούτου οἰκουμενικοῦ καί φιλενωτικοῦ προγράμματος μετα­ξύ τῆς Καθολικῆς καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλη­σίας θά γίνουν βεβαίως γνωσταί ὀλίγον κατ' ὀλί­γον. Ἡ ἱστορική αὕτη συνάντησις ἦτο καρπός τῆς προσευχῆς καί τῆς θυσίας τῶν χριστιανῶν, τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἦτο θέλημα Θεοῦ, ἀλλά καί θέ­λημα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Σᾶς παρακαλῶ νά προσεύχεσθε καί νά ὁδηγῆτε εἰς προσευχήν καί τούς ἄλλους διά τήν ἕνωσιν πάντων ἡμῶν».
(Ἐκ συνεντεύξεώς του πρός ρωμαιοκαθολι­κούς δημοσιογράφους, ἐπ' εὐκαιρίᾳ τῆς ἀφίξεως τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' εἰς Κωνσταντινούπολιν τήν 25.7.67. Ἴδε «Καθολική», φ. 1549, 13.8.1967).
100) Ζητεῖται ἡ ἀλήθεια!
«Καλούμεθα ν' ἀπαλλαγῶμεν τοῦ πλέγματος τῆς πολεμικῆς καί τῆς ἀντιρρήσεως ἐν τῇ Θεο­λογίᾳ καί νά ἐφοδιάσωμε αὐτήν διά τοῦ πνεύμα­τος τῆς ζητήσεως καί τῆς διατυπώσεως τῆς ἀλη­θείας ἐν τῇ ἀγάπῃ καί τῇ ὑπομονῇ. Ὁ Χριστιανι­σμός ἔχει ἀνάγκην σήμερον μιᾶς Θεολογίας τῆς καταλλαγῆς».
(Ἐξ ὁμιλίας του εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν Βελιγραδίου, τήν 12.10.67. Ἴδε «Ἔθνος» 13.10.1967).
101) Ἀδιακρίτως Πίστεως....
«Ὡς εὖ παρέστης, ἀδελφέ ἅγιε, τοῦ Πέτρου διάδοχε, τοῦ Παύλου ὁμώνυμε καί ὁμότροπε, ἀγάπης καί ἑνότητος καί εἰρήνης ἄγγελε. Ἀποδίδομέν σοι ἐν μέσῃ Ἐκκλησίᾳ τόν ἀσπασμόν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ… Ἀλλ' ἔτι πλέον ἀποβλέψωμεν καί πρός πάντας τούς εἰς ἕνα Θεόν, δημιουργόν τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ παντός, πιστεύ­οντας, καί ἐν συνεργασίᾳ μετ' αὐτῶν διακονήσωμεν πᾶσι τοῖς ἀνθρώποις, ἀδιακρίτως φυλῆς, πί­στεως καί ἄλλων πεποιθήσεων, εἰς οἰκοδομήν τοῦ ἀγαθοῦ καί τῆς εἰρήνης ἐν τῷ κόσμω, εἰς ἐπικράτησιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς Γῆς».
(Ἐκ τῆς προσφωνήσεώς του ἐπί τῇ ἀφίξει τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' εἰς Κωνσταντινούπολιν, τήν 25.7.67. Ἴδε «Καθολική», φ. 1519, 13.8.1967).
102) Ὁ Ἀρχιποιμήν Πάπας.
«Πάρεσμεν ἐνταῦθα ἵνα συμμαρτυρήσωμεν μετά τοῦ λίαν ἀγαπητοῦ καί τετιμημένου ἡμῖν Ἁγιωτάτου Ἀρχιποίμενος τῆς Ἁγίας Ρωμαιοκαθο­λικής Ἐκκλησίας καί πάντων ὑμῶν περί τῆς διακατεχούσης ἡμᾶς κοινῆς ἱερᾶς ἐπιθυμίας, ὅπως πορευθῶμεν πρός τήν κατεύθυνσιν ταύτην, ἐν ἀγάπῃ καί ὑπομονῇ, ἐπανορθούντες ἑκατέρωθεν τά σφάλματα τοῦ παρελθόντος καί πᾶν ὅ,τι συνεβάλετο εἰς τήν διαίρεσιν ἡμῶν καί ποιοῦντες εὐθείαν τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου».
(Ἐξ ὁμιλίας του πρός τούς καρδιναλίους τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ἐπίσκεψίν του εἰς Ρώμην, τήν 26.10.67. Ἴδε «Ἐκκλησία», φ. 22, 15.11.1967).
103) Κοινόν Ποτήριον.
«Ἦλθον ἐδῶ, ἵνα προετοιμάσω τήν ἡμέραν καθ' ἥν, ὡς συνέβαινε κατά τούς 10 πρώτους μ.Χ. αἰώνας, θά ἑορτάσωμεν τήν εὐχαριστίαν διά τοῦ αὐτοῦ ἄρτου, τοῦ αὐτοῦ οἴνου καί ἐντός τοῦ αὐ­τοῦ ποτηρίου μετά τοῦ Πάπα Παύλου».
(Ἐκ δηλώσεών του κατά τήν ἄφιξίν του εἰς Ρώμην, τήν 26.10.67. Ἴδε «Καθολική», φ. 1557, 1.11.1967).
104) Ἀναγνώρισις τοῦ Πάπα.
«Προσάγομεν σήμερον τῇ Ὑμετέρᾳ Ἁγιότητι τήν προσωπικήν ἡμῶν, καί τήν τῆς καθ' ἡμᾶς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οὐ μήν δ' ἀλλά καί τήν πάγκοινον ἀναγνώρισιν καί ἐκτίμησιν καί εὐχαριστίαν».
(Ἐκ λόγου του κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' ἐν Ρώμῃ τήν 26.10.67. Ἴδε                                «Καθολική», φ. 1562, 27.12.1967).
105) Ἐγκώμιον τοῦ Πάπα.
«Ἐσμέν ἰδιαιτέρως εὐτυχεῖς ὅτι ἐρχόμεθα πρός τόν τῆς Ρώμης γεράσμιον Ἀρχιερέα, φο­ρέα τῆς ἀποστολικῆς χάριτος καί διάδοχον πλει­άδος ἁγίων καί σοφῶν ἀνδρῶν, τόν τῇ τιμῇ καί τῇ τάξει πρῶτον τοῦτον ἐν τῷ συστήματι τῶν ἀνά τήν οἰκουμένην Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν θρόνον κλεϊσάντων, ὦν ἡ ἁγιότης, ἡ σοφία καί οἱ ὑπέρ τῆς κοινῆς πίστεως ἐν τῇ ἀδιαιρέτῳ Ἐκ­κλησίᾳ ἀγῶνες εἰσί κτῆμα ἐσαεί καί θησαύρισμα σύμπαντος τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, πρός Πάπαν ἐξαιρέτου πνευματικῆς περιωπῆς καί χρστιανικῆς πνοῆς, κτησάμενον ἐν τῇ ταπεινώσει τά ὑψηλά, Οὖ τό αἴσθημα τῆς εὐθύνης ἔναντι τοῦ Κυρίου, ἔναντι τῆς κατατετμημένης Ἐκκλησίας, ἔναντι τῶν πολυειδῶν τοῦ κόσμου τούτου τραγωδιῶν, ὀδηγεῖ ἀπό ἡμέρας εἰς ἡμέραν καί ἀπό πράξεως ἀγάπης εἰς πράξιν οἰκοδομῆς, πρός τήν καιρίαν ὑπηρεσίαν τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἀνθρώπου».
(Ἐκ λόγου του κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' ἐν Ρώμῃ, τήν 26.10.67, Ἴδε «Καθολική», φ. 1562, 27.12.1967)
106) Ἀναζήτησις στερεοῦ ἐδάφους.
«Ἡ ἔξοδος πάντων ἡμῶν ἐκ τῆς ἀπομονώσεως καί τῆς αὐταρκείας ἐπί τήν ἀ ν α ζ ή τ η σ ι ν τοῦ στερεοῦ ἐδάφους, ἐφ' οὖ τεθεμελίωται ἡ ἀ­διαίρετος Ἐκκλησία, ἀπεκάλυψεν ἡμῖν τήν ἀλήθειαν, ὅτι πλείονα εἰσί τά ἐνοῦντα καί ὀλιγώτερα τά χωρίζοντα ἡμᾶς».
(Ἐκ τοῦ λόγου του κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' ἐν Ρώμῃ τήν 26.10.67, Ἴδε «Καθολική», φ. 1562, 27.12.1967).
107) Συμπροσευχαί καί συνομιλίαι.
«Διακατεχόμεθα ὑπό τοῦ εἰλικρινοῦς καί βε­βαίου αἰσθήματος ὅτι εἰς τά οἰκεία ἐρχόμεθα. Καί εὐχόμεθα ὅπως ἡ ἐπίσκεψις ἡμῶν αὕτη πρός ὑμᾶς ἐν συμπροσευχαῖς καί συνομιλίαις εὐλογη­θοῦν ὑπό τοῦ Κόσμου καί ἀποτελέσουν νέαν συμβολήν εἰς τήν ὑπηρεσίαν τοῦ θελήματός Του διά τήν προώθησιν τῶν καλῶν σχέσεων μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας πρός νέον σταθμόν κατά τήν κοινήν πορείαν πρός τήν Χριστιανικήν ἑνότητα».
(Ἐκ προσφωνήσεώς του κατά τήν ἐπίσκεψίν του εἰς τούς Ἀγγλικανούς, ἐν Λονδίνῳ τήν 9.11. 1967. Ἴδε ἀναμνηστικόν τεῦχος «Ἀπό τήν πο­ρείαν τῆς ἀγάπης», σ. 17).
108) Παρά τό πλευρόν τοῦ Πάπα.
«Εἶμαι παρά τό πλευρόν τοῦ Πάπα, εἰς ὅλας του τάς δηλώσεις καί ἐνεργείας».
(Ἐκ δηλώσεών του πρός ἀνταποκριτήν τοῦ Γαλλικοῦ Πρακτορείου. Ἴδε «Καθολική», φ. 1596, 28.8.1968).
109) Ἔτοιμος νά ὑπογράψη
«Πάσχα καινόν, ἅγιον, ἑορτάζομεν καί πάλιν, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά. Ἀλλά καί Πάσχα κοινόν πανηγυρίζομεν ἐφέτος σύμπας Χριστιανικός κόσμος. Καί περιπτυσσόμενοι ἀλλή­λους, τόν ἐπινίκιον κροτοῦμεν ὕμνον κατά τοῦ κακοῦ, κατά τῶν διαιρέσεων καί τοῦ θανάτου, ἀπό κοινῆς πίστεως καί ἐλπίδος, ἐν ἐπικλήσει τῆς ἀγάπης, ὅπως φθάσωμέν ποτε εἰς τόν ἀπό κοινοῦ ἑορτασμόν τῆς Ἀναστάσεως, τήν αὐτήν κατ' ἔτος σταθεράν Κυριακήν. . .
…Πάντα κινοῦνται πρός τήν Παγχριστιανικήν Οἰκουμένην. Καί πάντες ἐπιστρατεύουσιν αυτούς ἐπί τούτῳ… Πῶς ἐμεριζόμεθατόναὐτόν Κύριον ἐπί τόσους αἰώνας! Ἀλλά νῦν Χριστός ἐγήγερται. Ἀπαρχή τῆς νέας, μετά τήν καταλλαγήν Δύσεως καί Ἀνατολῆς, καινῆς καί κοινῆς ἡμέρας, ἥτις ἔρχεται τόσον ἁπλᾶ, ὅπως καί τότε.
Ὁ Χριστός ἐπέτρεψεν ἴσως ἡμῖν τήν θεολογικήν ἀντινομίαν, ὥστε, ἐνῶ μίαν ἴδρυσεν Ἐκκλησίαν, ἡμεῖς νά ὀμιλῶμεν περί «πλειόνων Ἐκ­κλησιῶν» καί νά προσευχώμεθα «ὑπέρ εὐσταθεί­ας αὐτῶν καί τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». Δέν ἐπέτρεψεν ὅμως νά ὀμιλῶμεν καί περί πλειόνων Χριστιανισμῶν. Διότι εἶς εἶναι Χριστιανισμός ἐν τῷ κόσμῳ, ἐπεκτεινόμενος πέραν θαλασσῶν καί ἠπείρων ἀκωλύτως, μία καί μοναδική ἡ ὑπόστασις αὐτοῦ, καί ἐάν ἔτι πλείονες εἰσι, κατά τόν Ἀπόστολον Παῦλον, οἱ τοῦ Θεοῦ συνεργοί καί πολ­λοί οἱ οἰκοδόμοι τοῦ θελήματος Αὐτοῦ. Διό καί ὀφείλομεν σήμερον, τάς διαφοράς ἐπαφιέντες εἰς τούς Θεολογικούς Διαλόγους, νά ἐξαγγείλωμεν ἀπό κοινοῦ τό ἐνιαίον μήνυμα τοῦ Χριστιανι­σμοῦ πρός τόν κόσμον. ..
Ἀπό πλευρᾶς ἡμετέρας, ἡ καθ' ἡμᾶς Ἁ­γία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία καί ἡμεῖς προσωπικῶς, ἔχομεν ἑτοίμως, ὡς τό προσυπόγρα­ψα μετά τῶν λοιπῶν σεβασμίων Ἀρχηγῶν τῶν κατά τόπους ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν Δύσεως καί Ἀνατολῆς, κοινά κείμενα καί κοινάς δηλώσεις τοῦ ἑνός Χριστιανισμοῦ, ἐπί τῷ σκοπῷ ἵνα γνωσθῆ τό τῆς «φιλαλληλίας δόγμα» τῆς Ἐκκλησίος πᾶσιν ἀνθρώποις, καί διά τῶν πραγμάτων ἀποδείξωμεν ὅτι καί ἐάν ἔτι χρονίζη ἡ ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν καί ἡ συνάντησις τῶν χριστιανῶν ἐν­τός τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Ποτηρίου, ἤξει ἐν τούτοις καί οὐ χρονιεῖ ἡ ἐν τῇ πράξει ἑνότης αὐτῶν, οὐδέ δύναται νά μένη ἀνενέργητος ἡ ἑνότης τοῦ ἑνός Χριστιανισμοῦ».
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Πάσχα τοῦ 1966 : Ἴδε! «Χρόνος» τῆς 10.4.1966).
110) Ἡ Ἀγάπη κηδεύει τήν Ἀλήθειαν.
«Ἄς ἐγκαινιάσωμεν τήν τρίτην περίοδον τῆς ἀγάπης, ἐν καταλλαγῇ καί ἰσοτίμῳ ἐνότητι καί συνυπάρξει, ἄχρις οὖ συναντηθῶμεν καί αὖθις, ὅταν ὁ Κύριος εὐδοκήση ἐντός τοῦ κοινοῦ Ἁγίου Ποτηρίου καί Τιμίου Σώματος καί Αἵματος αὐτοῦ, ὡς ἐβιοῦμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά τάς καί τότε ὑφιστάμενας διαφοράς. . . Ἦλθε λοιπόν ἡ ὥρα ὅπως «ἡ ἀγάπη κηδεύση τά νεκρά στοιχεῖα. Βάψη τά αἰώνια μίση, ἐλευθέρωση τήν σκλαβωμένην ἀλήθειαν καί τάς φυλακισμένας πραγματικό­τητας»,. ..
«Ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκην ἀπό ἰσχυρόν ρεῦμα ἀ­γάπης, συμπαρασῦρον φραγμούς καί προκατα­λήψεις καί ἀπιστίας».
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Πάσχα τοῦ 1967. Ἴδε «Καθολική», φ. 1536, 3.5.1967).
111) Θά «ἐπανιδρύσωμεν» τήν Ἐκκλησίαν!
«Εἰς τήν κίνησιν πρός τήν ἕνωσιν, δέν πρόκει­ται ἡ μία Ἐκκλησία νά βάδιση πρός τήν ἄλλην, ἀλλ' ὅλαι ὁμοῦ νά ἐπανιδρύσωμεν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τήν Ἀνατολήν καί τήν Δύσιν, ὅπως ἐζώμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά καί τάς τότε ὑφιστάμενας Θεολογικάς διαφο­ράς».
(Ἐκ τοῦ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χρι­στουγέννων τοῦ 1967. Ἴδε «Ἀπό τήν πορείαν τῆς ἀγάπης», σ. 87).
112) Ποῖον τό προέχον;
«Ἀφιεροῦντες τήν πρώτην ἡμέραν τοῦ ἔτους εἰς τήν εἰρήνην καί εὐχόμενοι, ὅπως τό ὅλον ἔ­τος εἴη εἰρηνικόν καί ἔτος ἑδραιώσεως τῆς εἰρήνης, ἀνανεοῦμεν τήν στερεάν ἀπόφασιν ἡμῶν, ὅπως πράξωμεν πᾶν τό ἀφ' ἡ­μῶν καί συνεργασθῶμεν μετά τῆς Α. Ἁγιότητος τοῦ Πάπα, μετά τῶν ἀγαπητῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, τῶν Μακαριωτάτων Πατριαρχῶν καί Ἀρ­χιεπισκόπων, τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκ­κλησιῶν, τῶν προκαθημένων τῶν ἄλλων Χριστι­ανικῶν Ἐκκλησιῶν, ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καί τῇ Δύ­σει, μετά τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Εκ­κλησιῶν, τῶν Ἀρχηγῶν τῶν ἄλλων Θρησκευμά­των καί μετά παντός ἀνθρώπου καλῆς θελήσεως, ἴνα εἰρήνη βασιλεύση ἐπί τῆς γῆς… Αἱ διαφοραί δέν θά λείψωσιν ἐκ τοῦ βίου τῆς ἀνθρωπότητος, ἀλλά τό προέχονεἶναι νά ὑπάρξη ἀνθρωπότης. Καί θά ὑπάρξωμεν μόνον συνυπάρ­χοντες».
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ διεθνεῖ ἡμέρα τῆς εἰρήνης, τῆ 1.1.68. Ἴδε «Καθολική», φ. 1565, 10.1.1968).
113) Ἀγάπη ἄνευ ὅρων καί ὁρίων...
«Ποῦ εἶναι ὁ Χριστός Σωτήρ; Διαιρεθέντες, ἀπεδιώξαμεν Αὐτόν… Οὕτως ἡ ἱστορία σήμε­ρον ἀποκαθιστώσα γενναίως τήν ἀλήθειαν τῶν πραγμάτων, καλεῖ τούς ὑπευθύνους τῶν Ἐκκλη­σιῶν Ἀρχηγούς καί τήν Ἱεραρχίαν, ὅπως ἐπιστρατεύοντες τήν Θεολογίαν, ὡς θ ε ρ α π α ι ν ί δ α πλέον, καταστήσωσι μοναδικόν σκοπόν τῆς ὑπάρξεως καί τῆς ἀποστολῆς αὐτῶν τόν «ἄνθρωπον», διά τόν ὁποῖον ὁ Θεός ἐγένετο ἄν­θρωπος, καί παραστῶσιν αὐτῷ θετικῶς, κατά τήν τραγικήν αὐτοῦ ὥραν ταύτην… Ὑπό σύνθημα, τ ήν ἀγάπην ἄνευ ὅρων καί ­ρίων… Οὐδέ θά ἠδύνατο ἄλλως γενέσθαι. Τάμεγάλα ἐκκλησιαστικά γεγονότα τῆς τελευταίας ταύτης ἑξαετίας, μάλιστα αἱ τρεῖς κατά συνέχειαν συναντήσεις ἡμῶν μετά τῆς Α. Ἁγιότητος τοῦ Πάπα Ρώμης Παύλου τοῦ ΣΤ΄ καί τό πρόσφατον Αὐτοῦ Διάγγελμα, ὅπως «μηδεμία» φωνή σιωπήση ἐντός τῆς ἀπέραντου συναυλίας τῶν Ἐκκλησιῶν καί ὅλου τοῦ κόσμου», κατήργησαν τάς ἀποστάσεις τοῦ χωρισμοῦ καί ἐγεφύρωσαν τό χάσμα… Συνοδίται δέ αὐτοῦ οἱ Λαοί τοῦ Χριστοῦ. Οὗτοι ἀγνοούντεςτάς              δογματι­κάς διαφοράς, μηδέ ἀσχολούμενοι ἐπ' αὐτῶν, βλέπουσι νῦν ἀλλήλους ὡς ἀδελφούς ἐν Χριστῷ. Καί ἀνυπομονοῦντες, ζῶσι τήν ὥραν τῆς ἑνώσεως, καί δή οὐχί ὡς ἕνα μύθον μακρινόν, ἀλλ' ὡς μίαν ἐκ τῶν ἔνδον ἔντονον πραγματικότητα, ἀποδείξις ὅτι Χριστός γεννᾶται… Οὕτως ἡ ἕνωσις, παύσασα πλέον νά εἶναι «ἐμπορεύσιμος» καί προσπάθεια ἑνωτικῶν Θεολογικῶν Διαλόγων ἀ­νεδαφικῶν καί ἀκάρπων, ἀπέβη ἔμπρακτος καί «ἐξ ἔργου ἀπειργασμένου» ὑπόθεσις τῶν «εἰρη­νοφίλων ἀγωνιστῶν»…».
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χρι­στουγέννων τοῦ 1968. Ἴδε «Καθολική», φ. 1611, 31.12.1968).
114) Ἠλλοιώθη ἡ μορφή τῆς Ἐκκλησίας.
«Ἡμέραν τινά ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀδελφῶν ἐψύγη, ἀντ' αὐτῆς κυριαρχεῖ τό μίσος καί ἡ μορ­φή τῆς Ἐκκλησίας ἀλλοιοῦται, ἥν ὁ Χριστός ἠθέλησεν ἔνδοξον, μή ἔχουσαν σπίλον ἤ ρυτίδα, ἀλλ' ἄμωμον καί ἁγίαν».
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χρι­στουγέννων τοῦ 1968. Ἴδε «Βραδυνή» τῆς 20.12.1968).
115) Κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα.
«Ἐπί τῷ ἐφετεινῷ Ἁγίῳ Πάσχᾳ ὑψοῦμεν τήν ταπεινήν ἡμῶν καρδίαν πρός τόν Θεόν τῆς Ἀνα­στάσεως καί διατυποῦμεν τήν ὁλόθερμον εὐχήν, ὅπως τό ταχύτερον ἀξιωθῶμεν ἅπαντες οἱ Χρι­στιανοί, ἵνα συνεορτάζωμεν τῇ αὐτῇ Κυριακῇ τό Πάσχα τοῦ Ἰησοῦ. Συγχρόνως δέ, ἀπευθυνόμενοι πρός ἅπαντας τούς ἀδελφούς ἡμῶν, τούς σε­βασμίους ἀρχηγούς καί ποιμένας ὅλων τῶν Χρι­στιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν, ὡς καί πρός ἀπαξάπαντας τούς ἐπί Γῆς Χριστιανούς, ποιούμεθα ὀμόψυχον παράκλησιν, ὅπως, ἐν πνεύματι ταπεινώσεως καί εὐθύνης, καταστήσωμεν δραστηρίως κοινόν ἡμῶν μέλημα τοῦτο : Τήν ἀναζήτησιν καί τήν ἐξεύρεσιν τοῦ τρόπου, ἵνα ἐ­φεξῆς ἡνωμένοι συνεορτάζωμεν ἐν μιᾷ καί τῇ αὐτῇ Κυριακῇ τήν μεγαλυτέραν ἑορτήν τῆς Χρι­στιανοσύνης, τό Ἅγιον Πάσχα.
(Ἐκ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Πάσχα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν τῷ 1969. Ἴδε «Καθολική», φ. 1626, 14.4.1969).
……………………………………………………………………………………………………………………………
116) Ἐπαινέτης τοῦ Πνευματισμοῦ (μα­γείας).
«Ἐνῶ ἠ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔλαβε σαφῆ θέσιν ἀπέναντι τοῦ Πνευματισμοῦ, καί ἐπί τῇ καταγγελίᾳ, ὅτι δύο τῶν Ἱεραρχῶν εἶχον ἐμπλακῆ εἰς τά δίκτυα τοῦ Πνευματισμοῦ, διεξήγαγεν ἀνακρίσεις καί ἐκάλεσεν εἰς ἀπολογίαν τούς κα­τηγορουμένους, οἱ ὁποῖοι καί ἔδωκαν λίβελλον κατά τοῦ Πνευματισμοῦ, αἴφνης ἐκ Κων/πόλεως ἠκούσθη φωνή ἐπευλογούσα καί ἐνισχύουσα σφόδρα τάς τάξεις τῶν πνευματιστῶν. Καί ἡ φω­νή αὐτή - τίς θά τό ἐπίστευεν; - ἦν ἡ φωνή τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Ἀλλά πῶς ἐδόθη ἡ εὐλογία; Ἰδού πῶς! Κορυφαῖος θεωρητικός δι­δάσκαλος τοῦ Πνευματισμοῦ ἐν Ἑλλάδι, ὁ ἰα­τρός Β. Γ. Τσινούκας, ἐξέδωκε βιβλίον ὑπό τήν ἐλκυστικήν ἐπιγραφήν : «Δέν ὑπάρχει θάνατος» (φαινόμενα ψυχικά καί πνευματικά), εἰς τό ὁ­ποίον ὑπό ἐπιστημονικήν δῆθεν μορφήν ἀναμασώνται ὅλαι αἱ πλάναι τοῦ Πνευματισμοῦ καί ἀ­μέσως ἤ ἐμμέσως προσβάλλονται τά θεμέλια τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Τό βιβλίον τοῦτο, ὁ συγγραφεύς ἀπέστειλεν εἰς τόν Πατριάρχην. Ἀντί ἀφορισμοῦ ὁ Πατρι­άρχης, ἄκαιρον εὐγένειαν ἐπιδεικνύων ἐκεί, ἔν­θα ἔπρεπε νά πέσουν οἱ κεραυνοί ἑνός Χρυσο­στόμου, ἀπέστειλεν εἰς τόν συγγραφέα ὄχι ἁπλῶς εὐχαριστήριον ἐπιστολήν διά τήν ἀποστολήν τοῦ πνευματιστικοῦ βιβλίου, ἀλλά, παρακα­λῶ, συγχαρητήριον, ἐν τῇ ὁποίᾳ κατάπληκτοι ἀναγινώσκετε : «Μετά χαρᾶς ἐλάβομεν καί πάνυ ἠδέως διεξήλθομεν τό ύπό τῆς ἡμετέρας ἀγα­πητῆς ἐντιμότητος ἀποσταλέν ἡμῖν ἀντίτυπον τοῦ ἔργου αὐτῆς «Δέν ὑπάρχει θάνατος». Εὐχαριστοῦντες θερμῶς διά τήν πρόφρονα ἀποστολήν, συγχαίρομεν ἐγκαρδίως τῇ ὑμετέρᾳ ἐντιμότητι διά τήν τοιούτου περισπουδάστου ἔργου συγγραφήν, καί εὐχόμεθα, ὅπως ὁ Ὕψιστος δαψιλῶς ἐνισχύη αὐτήν εἰς συνέχισιν ἐπί ὅ,τι μήκιστον τῶν ἐν τῷ πεδίῳ τῶν γραμμάτων δοκίμων καί ἀγλαοκάρπων ἐπιδόσεων αὐτῆς»!! Ὁ κορυφαῖος ὀπαδός καί συγγραφεύς τοῦ Πνευματισμοῦ (μα­γείας δηλ.), ἐπαινεῖται, εὐλογεῖται, πολυχρονίζεται διά Πατριαρχικοῦ γράμματος»!
(Ἴδε «Χριστιανική Σπίθα», φ. 148/Ὀκτ. 1953).
117) Συμπροσευχαί μετά Ἀρμενίων.
«Ἱστορικόν γεγονός διά πρώτην φοράν μετά αἰώνας μακρούς ἔλαβε χώραν ἐν τῷ ἐν Πέραν Ἀρμενικῷ Ἱ. Ναῷ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆ 21η Ἰανουαρίου 1962, ἡμέρᾳ Κυριακῇ. Κατόπιν συ­νεννοήσεως μεταξύ τῶν δύο Πατριαρχῶν, Οἰκουμενικοῦ καί Ἀρμενίου, ἐτελέσθη ἐν αὐτῶῷ Θ. Λειτουργία κατά τό Ὀρθόδοξον δόγμα καί τυπικόν ὑπό τοῦ ὁσιολ. κ. Διονυσίου Λαδοπούλου, ἱεροσπουδαστοῦ Χάλκης, μετά τοῦ πανοσ. δευ­τερεύοντος κ. Εὐαγγέλου, ἔψαλε δέ ἡ μικτή χορωδία Ἁγίου Νικολάου Γαλατᾶ ὑπό τήν διεύθυνσιν τοῦ κ. Ἐλευθερίου Γεωργιάδου. Συμπροσηυχήθησαν ἡ Α. Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης               κ. Ἀθηναγόρας, μετά τῆς συνοδείας Αὐτοῦ ἐκ τοῦ Θεοφ. Ἐπισκόπου Μιλήτου κ. Αιἰμιλιανοῦ καί τοῦ πανοσ. Μ. Ἀρχιδιακόνου κ. Ἀ­γαπίου, καί ἡ Α. Μακαριότης ὁ Ἀρμένιος Πα­τριάρχης κ. Σινόρκ Καλουτσιάν μετά τῆς συνο­δείας αὐτοῦ».
(Ἴδε «Ἀπόστολος Ἀνδρέας», τῆς 31ης.1.1962).
118) «Εἶμαι Τοῦρκος»!
Ὅ σημερινός Πατριάρχης, ἄν καί ἕλκη τήν καταγωγήν του ἐξ Ἑλλάδος, ἄν καί ἐγεννήθη ἐπί ἑλληνικωτάτης χώρας, τῆς Ἠπείρου, ἐντού­τοις ὑπό τήν φοβίαν τῶν Τούρκων διατελῶν, οὐ μόνον ἐνώπιον Τούρκων ἐπισήμων καί ἀνεπισή­μων, ἀλλά καί Ἑλλήνων ἀκόμη, εὐκαίρως ἀκαίρως, ἀκούεται νά λέγη «εἶμαι Τοῦρκος», ἐκθει­άζει τό μεγαλεῖον τῆς «μεγάλης πατρίδος του Τουρκίας» καί ἔχει ἀναρτήσει εἰς αἴθουσαν τῶν Πατριαρχείων μεγάλην εἰκόνα τοῦ Κεμάλ, ὅστις, ὁσονδήποτε «μέγας» καί ἄν θεωρῆται ὑπό τῶν ὁμοεθνῶν του, δέν παύει νά εἶναι ὁ δήμιος καί ἐξολοθρευτής ἑκατομμυρίων Ὀρθοδόξων Ελλή­νων. Τίς ἡ ἀνάγκη τῆς ἀναρτήσεως τῆς εἰκόνος τοῦ Κεμάλ, καθ' ἥν στιγμήν εἰς πολλάς οἰκίας καί μέγαρα Τούρκων δέν ὑπάρχει ἀνηρτημένη ἡ εἰκών αὐτοῦ;
(Ἴδε «Χριστιανική Σπίθα», φύλ. 251/Αὔγ. 1962).
119) Εἰς τό τέμενος τοῦ Ὁμάρ.
Περιοδεύων πρό ἐτῶν ὁ Πατριάρχης τάς χώ­ρας τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, εἰσῆλθε γυμνόπους εἰς τό ἐν Ἱεροσολύμοις τέμενος τοῦ Ὁμάρ καί ἐκεί προσηυχήθη ὑπέρ τοῦ Χουσεΐν. Ἐν δέ τῷ Πατριαρχικῷ ναῷ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀνεπέμφθη ἐπιμνημόσυνος δέησις ὑπέρ τεθνεώτων Τούρκων. Ἐπ' αὐτῶν οὐδεμία ἐπίσημος διάψευσις ἐγένετο.
(Ἴδε «Χριστιανική Σπίθα», φύλ. 248 - 249/Μάιος - Ἰούνιος 1962).   
120) Μασόνος ὁ Ἀθηναγόρας.
«Ἐν Παρισίοις ἐξεδόθη βιβλίον ὑπό τόν τίτλον «Οἱ υἱοί τοῦ Φωτός», ἐν τῷ ὁποίῳ ἀναφέρεται ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἶναι Μασόνος. Εἰς τήν σελ. 313 ἀναφέρεται τό ὄνομα τοῦ Πα­τριάρχου ὡς Μασόνου. Ἐφ' ὅσον ὁ Πατριάρχης δέν προβαίνει εἰς διάψευσιν, εἰς τάς συνειδή­σεις τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀνέγνωσαν εἰς τό βιβλίον, εἰς καθημερινάς τῶν Ἀθηνῶν καί εἰς ἔντυπα ἐξ Ἀμερικῆς τήν φρικτήν εἴδησιν, ὁ σκανδαλισμός παραμένει, ἐξ αἰτίας πλέον οὐχί τῶν δημοσιογράφων, ἀλλ' ἐξ αἰτίας τοῦ ἰδίου τοῦ Πα­τριάρχου, ὁ ὁποῖος ἀδιαφορεῖ ἤ δέν θέλει, δι' οὖς λόγους αὐτός γνωρίζει, νά προβῆ εἰς διάψευσιν τῆς εἰδήσεως».
(Ἴδε «Χριστιανική Σπίθα», φύλ. 268/ Ἰαν. 1964).
121) Μέ ὅλους φίλος.
«Ἀπό τό μικρόβιον τῆς νέας αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει προσβληθῆ δυστυχῶς ὁ Πα­τριάρχης Ἀθηναγόρας, ὁ ὁποῖος εἰς τόν τίτλον του Οἰκουμενικός θέλει νά δώση, διά τῆς ἀναμίξεώς του εἰς τήν οἰκουμενικήν κίνησιν, νόημα διαφορετικόν ἀπό τό νόημα ἐκεῖνο, τό ὁποῖον ἐδόνει τάς καρδίας τῶν προκατόχων του. Θέλει νά λέγεται Οἰκουμενικός ἀπό τούς αἱρετικούς, Παπικούς καί Προτεστάντας, διατί ὄχι καί ἀπό τούς Μωαμεθανούς; Πρός ὅλους, πρός τά δε­ξιά καί ἀριστερά, παντοῦ σκορπίζει μειδιάματα, ὅλους ἐναγκαλίζεται, ὅλοι δι' αὐτόν εἶναι καλοί καί ἅγιοι. Ποίαν σημασίαν ἔχει, ἄν δέν εἶναι Ὀρ­θόδοξοι; Οὕτως ὁ Ἀθηναγόρας κατορθώνει παρ' ὅλων τῶν αἱρετικῶν καί τῶν κοσμικῶς                                 σκεπτο­μένων νά εἰσπράττη ἐπαίνους καί χειροκροτή­ματα».
(Ἴδε «Χριστιανική Σπίθα», φ. 268/Ἰαν. 1964).
122) Βλασφημίαι τοῦ Ἀθηναγόρου.
«Ἀπό τό 1920 ἔχομεν συρροήν βλασφημιῶν, διά τοῦ καινοτόμου Μεταξάκη καί τοῦ ὠριγενιστοῦ Βασιλείου, αἱ ὁποίαι ἀπεκορυφώθησαν διά τοῦ νῦν Πατριάρχου κ. Ἀθηναγόρου. Ὀποίαι καί ὁπόσαι βλασφημίαι! Ἀπό τό 1949 μέχρι σήμερον τί δέν ἡκούσαμεν ἀπό τοῦ στόματός του! Πρός τί νά τάς ἐπαναλάβωμεν; Τί νά εἴπωμεν διά τήν «φιλτάτην του πατρίδα Τουρκίαν», διά τάς ἄνευ ἀνάγκης γλοιώδεις κολακείας πρός τό Ἰσλάμ, τό ὅτι «ἕνα Θεόν πιστεύομεν πάντες», ἤ «ὅταν περιέρχωμαι εἰς ἀμηχανίαν, στρέφω τό βλέμμα μου πρός τήν εἰκόνα τοῦ Ἀτατούρκ καί φωτί­ζομαι», διά τάς ἰδιοτύπους συλλειτουργίας μετά τῶν Ἀρμενίων, τά τελούμενα μνημόσυνα ἐπί νε­κρῶν Τούρκων, τάς ἀσυγχωρήτους συμφωτογραφήσεις μετά ἐλεεινῶν γυναίων, τήν ἀντικατάστασιν τοῦ «μέτρον ἀληθείας ὁ Θεός» διά τοῦ «μέτρον ὁ ἄνθρωπος», τήν σιωπήν ἐπί ἐπιμόνου κατηγορίας ὡς μασόνου, τήν κατόπιν τόσου σκανδάλου, ἀπειλήσαντος τήν ἑνότητα τοῦ Πα­τριαρχείου, προώθησιν τοῦ μασόνου Ἰακώβου εἰς Ἀμερικήν; Πρός τί νά ὑπομνήσωμεν τά τόσον γνωστά γεγονότα τῶν τελευταίων χρόνων; Ποῖος ποτέ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐδέχθη νά γίνη ὄργανον μεγάλης ἐγκοσμίου δυ­νάμεως, διά νά ἐπιτύχη μίαν ψευδένωσιν τῶν Ἐκκλησιῶν εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως; Ποῖος ἐλάλησε τόσον φιλελεύθερα καί ἀντορθόδοξα, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος; Ποῖος ἄλλος εἶπεν ὅτι «μεταξύ ὀρθοδόξων καί λατίνων δέν ὑ­πάρχουν διαφοραί»; Ποῖος ἄλλος ἐτραυμάτισε τήν ἐθνικήν μας φιλοτιμίαν μέ τόν νοσηρόν φιλοτουρκισμόν του; Ποῖος προσέφερε «γῆν καί ὕδωρ» εἰς τόν Πάπαν; Ποῖος ἐδίχασε τό πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας εἰς ἑνωτικούς καί ἀνθενωτικούς; Ποῖος περιήγαγεν εἰς τόσον ταπεινωτικήν θέσιν τό κύρος τοῦ Οι­κουμενικοῦ Πατριαρχείου, διά μιᾶς ἀχρόου ὀρ­θοδόξου καί φιλενωτικῆς πολιτικῆς; Διατί, λοι­πόν, ὅλα αὐτά δέν ἀποτελοῦν βλασφημίας κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τά δεινά πού ὑπέστη τό Πατριαρχεῖον μας καί ὁ εἰς Τουρκίαν λαός μας δέν ἀποτελοῦν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν» ὑπό τοῦ Θεοῦ, μή φειδομένου καί πρό αὐτοῦ ἔτι τοῦ ὁλοκληρωτικοῦ ἐκ τῆς βασιλίδος ξερριζώματος»;
(Ἴδε «Ὀρθόδοξος Τύπος», φ. 52/Μάϊος 1965).
123) Δημιουργός σχίσματος καί διαιρέσεως.
«Ἀπό τινων ἐτῶν κατώδυνον τό πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τό συνειδητῶς θρησκεύον πλήρωμα, παρίσταται θεατής ἐπικινδύ­νων περί τήν Πίστιν ἀκροβασιῶν τοῦ Πρώτου τῆς Ὀρθοδοξίας Ἐπισκόπου. Οὕτως, ἵνα παραλείπωμεν ἄλλου εἴδους ἀκροβασίας, ἡ πρός τόν Πάπαν καί τόν Παπισμόν συμπεριφορά Ὑμῶν καί τινων Ὑμετέρων ἀντιπροσώπων, ρίπτει εἰς ἄφατον θλῖψιν, ἀλλά καί φοβεράν ψυχικήν δοκιμασίαν, τά ἀληθῶς ὀρθοδοξούντα τέκνα τῆς Ἐκ­κλησίας. Ἀλληλογραφεῖτε μετά τοῦ Πάπα ἐν πά­σῃ ἐκκλησιαστικῇ τάξει, ὡς ἐάν ἐζῶμεν εἰς τόν Ε' μ.Χ. αἰώνα. Ὑποβάλλεσθε εἰς ταλαιπωρίας μακρινῶν ταξιδιῶν πρός συνάντησιν αὐτοῦ. Ἀνταλ­λάσσετε μετ' αὐτοῦ τρυφεράς περιπτύξεις καί ἀδελφικούς ἀσπασμούς… Διακηρύσσετε URBI ΕΤ ORBI ὅτι «οὐδεμία διαφορά χωρίζει τάς δύο Ἐκκλησίας». Συμπροσεύχεσθε μετ' ἀντιπροσώ­πων αὐτοῦ καί φέρεσθε πρός αὐτούς σχεδόν ὅπως καί πρός τούς Ὀρθοδόξους ἐπισκόπους. Αἵρετε ἐκ μέσου αἰωνόβιους ἀφορισμούς, οἵτινες δέν ἐξέφραζον εἰ μή τό καθολικόν φρό­νημα τῆς ἀμωμήτου καί θεοφόρου Ὀρθοδοξίας καί δέν ἀπετέλουν εἰ μή ἁπλήν ἐφαρμογήν, καθυστερημένην μάλιστα, τῶν διατάξεων τοῦ Κα­νονικού τῆς Ἐκκλησίας Δικαίου, ἐπιβαλλουσῶν τήν ἀποπομπήν ἐκ τῆς θεοτεύκτου Μάνδρας τῶν «ἀνιάτως καί πρός θάνατον νοσούντων προβά­των, τῶν αἱρετικῶν δηλαδή καί φθορέων τῆς Πί­στεως… Τί ἐκ τῶν δύο συνέβη; Ὁ Πάπας προσεχώρησεν εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἤ Ὑμεῖς εἰς τόν Παπισμόν; Ἐάν τό πρῶτον, ἀναγγείλατε τοῦτο, ἵνα πάντες φαιδρῶς πανηγυρίσωμεν καί μετ' ἀλλήλων χορεύσωμεν. Ἐάν τό δεύτερον, ὁμιλήσα­τε μετ' εἰλικρίνειας καί εὐθύτητος, ἵνα βεβαιωθῶμεν ὅτι, μετά τῆς παλαιᾶς, ἀπώλετο καί ἡ νέα Ρώμη καί κατεπόθη ὑπό τῆς αἱρέσεως. Ἐάν δέ οὐδέν ἐκ τούτων συνέβη, ἀλλά καί Ὑμεῖς καί ὁ Πάπας μένετε ἐν τοῖς οἰκεῖοις ἕκαστος ὅροις, τότε πῶς ἑρμηνεύονται αἱ προεκτεθείσαι ἐνέργειαι Ὑμῶν;… Προὐχωρήσατε ἤδη πολύ. Οἱ πό­δες Ὑμῶν ψαύουσι πλέον τά ρεῖθρα τοῦ Ρουβίκωνος. Ἡ ὑπομονή χιλιάδων εὐσεβῶν ψυχῶν, κληρικῶν καί λαϊκῶν, συνεχῶς ἐξαντλεῖται. Διά τήν ἀγάπην τοῦ Κυρίου, ὀπισθοχωρήσατε! Μή θέλετε νά δημιουργήσητε ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ σχί­σματα καί διαιρέσεις. Πειράσθε νά ἐνώσητε τά διεστώτα καί τό μόνον ὅπερ θά κατορθώσητε, θά εἶναι νά διασπάσητε τά ἡνωμένα καί νά δη­μιουργήσητε ρήγματα εἰς ἐδάφη ἕως σήμερον στερεά καί συμπαγή. Σύνετε καί συνέλθετε!...».
(Ἐξ ἐπιστολῆς τοῦ περιοδικοῦ «Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι» πρός τόν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν, Δεκ. 1965. ΑΡΧΙΜ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, Τά δύο ἄκρα˙ Οἰκουμενισμός καί Ζηλωτισμός, ἐκδ. Ἱ. Μ. Κεχαριτωμένης Τροιζῆνος).
124) Συμπροσευχαί μέ Προτεστάντας.
Ὁ Τύπος τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐδημοσίευσε τήν 18.6.1966 δήλωσιν τοῦ Οἰκουμ. Πατρι­αρχείου, ἡ ὁποία ἀνέφερεν ὅτι, κατά τήν Θ. Λειτουργίαν τῆς 19.6.1966, θά παρίσταντο ΣΥΜΠΡΟ­ΣΕΥΧΟΜΕΝΟΙ δύο αἱρετικοί Προτεστάνται, οἱ ὁποῖοι ἦλθον πρός ἐπίσκεψιν τοῦ λατινίζοντος καί προτεσταντίζοντος Πατριάρχου. Καί ὡς νά μήν ἤρκει ἡ διαφημιστική αὕτη δήλωσις, ἡ Με­γάλη Πρωτοσυγγελία ἐξαπέλυσε καί ἐγκύκλιον πρός τούς προϊσταμένους, τάς ἐφοροεπιτροπάς καί τά προεδρεῖα τῶν Ἀδελφοτήτων καί τῶν Συνδέσμων τῆς τε Ἀρχιεπισκοπῆς καί τῶν πα­ρακειμένων Μητροπόλεων, καί συνιστᾶ πρός αὐ­τούς νά προσέλθουν «ὄχι μόνον οὗτοι εἰς τήν Λειτουργίαν, ἀλλά νά συμπαρασύρουν εἰς αὐτήν καί ὅσον δυνατόν περισσοτέρους ἐνορίτας των... ἵνα πάντες ὁμοῦ τιμήσωσι τούς ἐν λόγῳ ὑψηλούς ξένους».
(Ἴδε «Χρόνος», τῆς 19.6.1966).
125) Ἐπί τοῦ παπικοῦ Θρόνου.
Ὁ Πατριάρχης κατά τήν συνάντησίν του μετά τοῦ πάπα Παύλου ΣΤ' ἐν Ρώμη, τήν 26.10.1967, ἐκάθησεν ἐπί τοῦ παπικοῦ θρόνου ἐπί 20 λεπτά τῆς ὥρας, δεχόμενος κυρίως τούς ἐν Ρώμῃ Ἕλ­ληνας ὀρθοδόξους, ἀλλά καί τούς Ρώσους ὀρθο­δόξους πρόσφυγας. Οὗτοι ἐπεδόθησαν εἰς ζωη­ράς ἐπευφημίας, ὅταν ὁ Πατριάρχης ἀνέφερε τό ὄνομα τοῦ Πάπα ἑλληνιστί».
(Ἴδε  «Καθολική», φ.  1557/1.11.1967).
126) Πωλεῖ τήν Ὀρθοδοξίαν!
«…Αὐτά δυστυχῶς εἶναι τά μεγάλα!!! καί σο­βαρά!!! πανορθόδοξα!!! ζητήματα, πρός ἐπίλυσιν τῶν ὁποίων ἐκδαπανάται ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐπί τῆς ἀφνειᾶς Πατριαρχίας Ἀθηναγόρου τοῦ Α', ὅν ὕ­μνησαν Φυλαί, Λαοί καί Γλῶσσαι καί ὅστις νυχθημέρως ἕν καί μόνον σκέπτεται, περί ἑνός καί μόνον ἐνδιαφέρεται, μεριμνᾶ καί τυρβάζεται, καί τοῦτο εἶναι τό πῶς πραξικοπηματικῶς καί αὐθαι­ρέτως νά πωλήση τήν Ὀρθοδοξίαν εἰς τόν πάπαν Παῦλον τόν ΣΤ'».
(Ἴδε «Χρόνος» τῆς 15.1.1967).
127) Ἀντικανονικαί καί ἀντορθόδοξοι ἐνέρ­γειαι.
«Δυστυχῶς, ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ἀδια­φορῶν διά τήν κατάστασιν τοῦ Ὀρθοδόξου κό­σμου, ἀδιαφορῶν ἀκόμη καί διά δόγματα τῆς Πίστεως, ἤνοιξε θύραν εἰς τούς ἑτεροδόξους, καί δή εἰς τούς Παπικούς, διά νά εἰσέρχωνται οὗτοι καί νά ἐξέρχωνται ἀκωλύτως εἰς τήν μάνδραν τῆς Ὀρθοδοξίας καί νά ἐπιφέρουν ἀνυπολόγιστον φθοράν. Αἱ δηλώσεις του περί ἐπι­κειμένης ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν καί περί κοινοῦ ποτηρίου, εἰς διαφόρους συναντήσεις καί τό­πους γενόμενοι, ἔχουν συνταράξει τήν ἀδιάφθορον συνείδησιν τῶν ὀρθοδόξων. Οἱ πιστοί διε­ρωτώνται, ποῦ βαίνομεν; Διορατικά πνεύματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῆς ἀντιστάσεως τῶν ποιμένων διαρκῶς ἑλαττουμένης, διαβλέ­πουν ὅτι ἡ ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν θά συντελεσθῆ DE FACTO… Μέγας κίνδυνος ἐπίκειται διασπάσεως τοῦ ὀρθοδόξου κόσμου ἐκ τῶν ἀκαί­ρων, ἀντικανονικῶν καί ἀντορθοδόξων ἐνεργει­ῶν τοῦ Πατριάρχου. Εἰς τάς ψυχάς πολλῶν Ορ­θοδόξων λειτουργῶν ἔχει δημιουργηθῆ κρίσις συνειδήσεως».
(Ἐξ ὑπομνήματος τοῦ Μητροπολίτου Φλωρί­νης κ. Αὐγουστίνου πρός τήν Ἱ. Σύνοδον, Ἰαν. 1969).
128) Ἀθέτησις Ἱερῶν Κανόνων.
«Ἡ πρώτη ἀθέτησις τῶν Ἱ. Κανόνων ἤρχισε πρό τῆς ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων διά τῆς συμπροσευχῆς Ἀθηναγόρου καί Παύλου ΣΤ' κατά τήν συνάντησιν τῶν Ἱεροσολύμων. Μετά τήν ἄρσιν, τό φαινόμενον τοῦ Πατριάρχου Κων/πό­λεως, προσευχομένου μετά τοῦ Παύλου ΣΤ' εἰς Κων/πολιν ἤ Ρώμην ἤ καί μετ' ἄλλων ἑτεροδόξων ἱεραρχῶν, εἶναι σύνηθες. Προσηυχήθη ὁ Ἀθηναγόρας εἰς Κων/πολιν μετ' Ἀρμενίων μονο­φυσιτῶν κληρικῶν, προσηυχήθη εἰς τό Λονδίνον μετά τοῦ Ἀγγλικανοῦ «ἀρχιεπισκόπου» Καντερβουρίας Μιχαήλ Ράμσεϋ, προσηυχήθη καί εἰς ἄλλας περιστάσεις κατά τήν «πορείαν τῆς ἀγάπης» ἀνά τάς ἑτεροδόξους χώρας». Οὕτω πώς ἐδόθη ἄνωθεν τό παράδειγμα τῆς ἀθετήσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ρητῶς ἀπαγορεύουν τήν προσευχήν τῶν ὀρθοδόξων μετά τῶν σχισματι­κῶν καί αἱρετικῶν. Ὁ ἔχων οἰκουμενικόν κύρος ΛΓ' Κανών τῆς ἐν Λαοδικεία Συνόδου ὁρίζει : «Οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι». Ὁ ME' Κανών τῶν ἁγίων Ἀποστόλων προβλέ­πει καί ἀφορισμόν τοῦ κληρικοῦ, τοῦ συνευχομένου μετά τῶν αἱρετικῶν : «Ἐπίσκοπος ἤ πρε­σβύτερος ἤ διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαι τί, καθαιρείσθω».
(Ἴδε ΑΡΧΙΜ. ΣΠ. ΜΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός, τόμ Β',σ. 365).
129) Κανονικῶς κολάσιμα.
«Κρίνοντες τάς γενομένας πράξεις ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐν Παλαιστίνῃ, πρός τόσον ἐπίσημον, καί δή ἐξ ὀνόματος τῆς ὅλης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόν Πάπαν Ρώ­μης λέγομεν ὅτι τά ἀνά τόν κόσμον, ὡς σω­τήρια δῆθεν τῆς Χριστιανοσύνης διατυμπανισθέντα γεγονότα, εἶναι κανονικῶς κολά­σιμα, ὡς γενόμενα καί ἐπί καταφρονήσει τῶν ἁγίων καί ἱερῶν Κανόνων καί ἐπί ἀνατροπῆ τῆς ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ αἰωνοβίου τάξεως, καί πρός σοβαρόν σκανδαλισμόν τῶν Ὀρθοδό­ξων, δός δ' εἰπεῖν καί διαιρέσεως αὐτῶν, καί πρός προφανή ἐξευτελισμόν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ' αἱ τοιαῦται αὐτό­βουλοι καί ἀμελέτητοι ἀποφάσεις, ὡς μάλιστα μετά τόσης ἀσυγγνώστου σπουδῆς ληφθεῖσαι καί ἐκτελεσθεῖσαι, κυοφοροῦσι καί ἐπικινδύνους ἐπι­πτώσεις».
(Ἴδε «Τά πεπραγμένα Χρυσοστόμου Β'Ἀρχι­επισκόπου Ἀθηνῶν», τόμ. Β', σσ. 40-41).
130) Πρό τετελεσμένου γεγονότος...
«Εἶναι φανερόν ὅτι ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρ­χης, πολλαχῶς ἐκδηλώσας τόν πόθον αὐτοῦ περί ἑνώσεως μετά τῶν Λατίνων καί ἔχων βέβαιον τῆς ἄχρι τοῦδε ἀγαθῆς τοῦ Πάπα μαρτυρίας δεδομένον -μέγα μαρτύριον προσυνεννοήσεως - ἀποστείλας τήν ἐπιστολήν - ἀναφοράν πρός τόν Πάπαν, ἐκινήθη οὕτως, ἵνα φέρη πάντας τούς Ὀρθοδόξους πρό τετελεσμένου γεγονότος, ἔχον­τος τήν ἔννοιαν, ὅτι πρώτη ἡ Ὀρθοδοξία προσκλίνει τῇ Λατινικῇ αἱρέσει καί αἰτεῖται τήν μετά ταύτης προσέγγισιν δι' ἐνάρξεως διαλόγου!».
(Ἴδε «Τά πεπραγμένα Χρυσοστόμου Β'Ἀρχι­επισκόπου Ἀθηνῶν», τόμ. Β', σ. 69).
(Τά ἀνωτέρω ἐλήφθησαν ἀπό τήν ἐφημερίδα «Ἐκκλησιαστικός Ἀγών», Μάϊος 1970).
131) Ἔγκυρα τά «μυστήρια» τῶν Παπικῶν διακηρύττει ὁ κ. Ἀθηναγόρας
«Παύλῳ τῷ Μακαριωτάτῳ καί Ἁγιωτάτῳ Πά­πᾳ τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης χαίρειν ἐν Κυρίῳ…
«Ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία ἔχει τόν ἔξοχον κήρυκα καί ἐργάτην τῆς εἰρήνης»,  «... τοῦ ὀρατήν ποιῆσαι καί ἐμφανίσαι τῷ κόσμῳ τήν μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί Ἀποοτολικήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ»..,. «…εἰς συναίσθησιν τοῦ βαρέως ἁμαρτήματος τῆς διαιρέσεως…»,     «εἰ καί οὐκ ἐπαυσάμεθα πρεσβεύειν ἑτέρωθεν ἔγκυρον ἔχειν εἰς ἀλλήλους τήν ἀποστολικήν ἱερωσύνην, ἔγκυρον κατά τό μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας». . .
«Ὡς ἐν βιώματι, ἀρνητικῶς ἐπορεύθημεν πρός τήν διαίρεσιν, οὕτως, ἐν βιώματι, θετικῶς καλούμεθα, ἵνα πορευθῶμεν πρός τήν τελείαν ἕνωσιν ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ καί τῇ κοινωνίᾳ τοῦ ἐκ­κλησιαστικοῦ βίου Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ἀλη­θῆ καί βεβαίαν ἀδελφότητα προάγοντες ἐν τοῖς ἐπιπέδοις τοῦ Κλήρου καί τοῦ Λαοῦ τῆς Ρωμαιο­καθολικῆς καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»....
(Μήνυμα πατριάρχου Ἀθηναγόρα πρός τόν Πάπαν, 21η Μαρτίου 1971).
132) Τήν ἄμεσον ἕνωσιν μέ τόν Πάπαν ζη­τεῖ ὁ Ἀθηναγόρας.
«Ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας ἀπέστειλεν πρό ἡμερῶν μίαν ἐπιστολήν εἰς τόν Πάπαν Παῦλον διά τῆς ὁποίας ζητεῖ ἀπό αὐτόν, ὅπως ἀνεξαρτήτως πάσης δογματικῆς διαφορᾶς, πραγματοποιηθῆ ἀμέσως ἡ ἕνωσις τῶν Χριστιανικῶν Ἐκ­κλησιῶν. Εἰς ἀπάντησιν τό Βατικανόν, ἀφοῦ ἐξῆρεν τό περιεχόμενον τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστο­λῆς, ἐζήτησεν ὅπως εἰς τήν ὑπό μελέτην ἕνωσιν συμμετάσχη καί ἡ Ρωσική ἐκκλησία...».
(Ἐφημερίς «Ἑλληνικός Βορράς» 29.9.1971).
133) Πατοῦν εἰς τά μαρτυρικά αἵματα τῶν ὁσιομαρτύρων Ἁγιορειτῶν.
«Ὁ Ἀθηναγόρας ἀπένειμεν εἰς τόν καρδινάλιον MARTY, «ἀρχιεπίσκοπον» Παρισίων, τόν Σταυρόν τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ ἐπίδοσις ἐγένετο τήν Κυριακήν 6 Φεβρουαρίου (1972) εἰς τόν ἐν Παρισίοις Ὀρθόδοξον Καθεδρικόν Ναόν».
(Περιοδ. «Ἅγ. Σίμων» Ἰανουάριος-Φε­βρουάριος 1972).
134) Ὁ κ. Ἀθηναγόρας ἐπιθυμεῖ νά «μεταλάβει» ἀπό πάστορας αἱρετικούς προτεστάντας (ἀρνουμένους τήν Παναγίαν καί τούς Ἁγίους)
«Ἀλλ' ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας προχωρεῖ ἔτι περαιτέρω, ἐξομοιῶν τόν προτεσταντισμόν μέ τήν Ὀρθοδοξίαν. Ὁμιλοῦμεν ἐνταῦθα περί τῆς δηλώσεώς του πρός τόν προτεστάντην πάστορα τῆς «Μεταρρυθμιστικῆς ἐκκλησίας» (Ρεφορμισταί) τῆς Ἑλβετίας Ρότζε Σούλτζ. Ἐδήλωσεν : «Ἐπιθυμῶ νά σᾶς κάμω μίαν ὁμολογίαν» τῷ εἶπεν˙ «εἶσθε ἱερεύς, θά ἠδυνάμην νά λάβω ἐκ τῶν χειρῶν σας τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ». Καί τήν ἑπομένην προσέθεσε πρός τόν ἴδιον πάστορα, λέγων : «Θά ἠδυνάμην νά ἐξομολογηθῶ εἰς ὑμᾶς».
(Ἐφημερίδα Le Monde 21 Μαΐου 1970)

135) Ἐπιστολή τοῦ  Πατριάρχου Ἀθηναγόρου  πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν κυρόν Ἱερώνυμον τόν Α΄, γραμμένη στίς 26 Ἰανουαρίου 1971.

« Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ λίανἀγαπητέ καί περιπόθητε ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡµῶν Μετριότητος κύριε Ἱερώνυµε, τήν Ὑµετέραν σεβασµίαν Μακαριότητα ἀδελφικῶς ἐν Κυρίῳ κατασπαζόµενοι, ὑπερήδιστα προσαγορεύοµεν.

Ἡ ὑποδοχή, τῆς ὁποίας ἔτυχεν ὁ Καρδινάλιος τοῦ Παλέρµο Σεβασµιότατος κ. Φρ. Κάρπινο, παρά τῆς Ὑ­µε­τέ­ρας λίαν ἡµῖν ἀγαπητῆς καί περισπουδάστου Μα­κα­ριότητος, κατά τήν εἰς Ἑλλάδα ἔλευσιν αὐτοῦ, προὐξένησεν ἐντύπωσιν βαθυτάτην, τήν ὁποίαν ἐπη­ύ­ξησε τό τελευταίως κυκλοφορῆσαν καί περιελθόν καί εἰς χεῖρας ἡµῶν µετά πολλῶν φωτογραφιῶν βιβλιάριον ἐπί τῆς ὑποδοχῆς ταύτης.
Τό κεντρικόν σηµεῖον τῆς ὑποδοχῆς ἦτο ἡ ἔκδηλος καί αὐθόρµητος θερµότης, µεθ’ἧς ἡ Ὑµετέρα σεβασµία Μακαριότης ὑπεδέχθη αὐτόν, οἱ ἐκφωνηθέντες ἐν συνεχείᾳ λόγοι, αἱ ἐπισκέψεις, τό γεῦµα ἐν τῇ Μονῇ Πεντέλης καί αἱ λοιπαί ἐκδηλώσεις.
Οὕτω, διά µίαν στιγµήν ὡραµατίσθηµεν τήν Ὑµε­τέραν φίλην Μακαριότητα ἐπί δίφρου φεροµένην, πρός τήν ὁριστικήν συνάντησιν µεταξύ τῶν δύο πρεσβυγενῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ πράξει.
Εἰς ταύτην  ἀντιτίθενται οἱ  Θεολόγοι  ἡµῶν, ἀλλά δέν λέγουσιν  ἡµῖν, πῶς  ἐννοοῦσι τήν ἀποκατάστασιν τῶν πραγµάτων µεταξύ τῶν δύο πρεσβυγενῶν Ἐκκλησιῶν, ἐκτός ἐάν προτιµῶσι τήν διαιώνισιν τῆς διαιρέσεως.
Οὐδέ ἀπαντῶσιν εἰς τό ἐρώτηµα : Ἀφοῦ διά τῆς ἄρσεως τοῦ Σχίσµατος, τήν 7ην Δεκεµβρίου 1965, ἐπανήλθοµεν αὐτοµάτως εἰς τήν πρό τοῦ 1054 ἐποχήν, καθ’ ἥν ὑπῆρχον µέν διαφοραί µεταξύ τῶν δύο ἐκκλη­σιῶν καί ἐνίοτε σκληρότερον ἐκδηλούµεναι, ἀλλά διετήρουν τήν ἑνότητα ἐν τοῖς Ἱ. Μυστηρίοις καί ἰδίως ἐν τῷ κοινῷ Ποτηρίῳ, ποῖα νέα µετά τό 1054 ἐµπόδια ἐνεφανίσθησαν κωλύοντα τήν ἐπάνοδον εἰς τήν πρό αὐτοῦ ἐποχήν;
Καί ἐπί τούτοις συγχαίροντες Αὐτῇ ὁλοψύχως καί περιπτυσσόµενοι Αὐτήv καί αὖθις ἐν φιλήµατι ἁγίῳ, δια­τελοῦµεν µετ’ ἀγάπης ἀδελφικῆς καί ἐξιδιασµένης τιµῆς.

1971 Ἰανουαρίου κς΄ 
Τῆς Ὑµετέρας σεβασµίας Μακαριότητος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός
Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας ».

(π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ε. ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ, «Ἡ πολιτική ἐπιβολή τοῦ οἰκουμενισμοῦ˙ μιά ἄγνωστος ἐπιστολή τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου», Ὀρθόδοξος Τύπος (3-10-2014) 1, 7, http://thriskeftika.blogspot.gr/2014/10/blog-post_6.html)

136) Λειτούργησα ἀρκετές φορές ὡς Ραββίνος

Σκιαγραφώντας τόν ρόλο τῶν Ἑλλήνων Ἑβραίων στή σύγχρονη Ἑλλάδα, ὁ Δρ. Πουλ ἐπικαλέστηκε μία δήλωση, πού ἔγινε κατά τό προηγούμενο ἔτος ἀπό τόν Δρ. Γεώργιο Κυρήμη, Γενικό Κυβερνήτη τῆς Μακεδονίας, σχετικά μέ τό ὅτι οἱ Ἑβραῖοι πολίτες θά ἀπολαμβάνουν πάντοτε «ἀπόλυτη ἰσότητα πολιτικῶν, ἠθικῶν καί ἄλλων δικαιωμάτων».
«Δημόσια ἀναγνώριση τῆς πρωτοβουλίας τῶν Ἑβραίων νά ἐγκαινιάσουν ἐκστρατεία συγκέντρωσης συνδρομῶν γιά τήν ἐθνική ἀεροπορία διατυπώθηκε στίς 28 Μαρτίου ἀπό τόν πρωθυπουργό Μεταξά μέσω τοῦ Γενικοῦ Κυβερνήτη τῆς Μακεδονίας», δήλωσε ὁ Δρ. Πουλ.
Μετά τή λειτουργία παρατέθηκε δεξίωση πρός τιμήν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηναγόρα καί τῶν ἐκπροσώπων τῆς Ἑλληνικῆς Κυβέρνησης. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἐξεδήλωσε τή χαρά του γιά τήν παρουσία του στίς λειτουργίες, ἐνῶ δήλωσε ἐπίσης «ἰδιαιτέρως εὐχαριστημένος, πού ἡ ἀποστολή τῶν Ἑλλήνων Ἑβραίων εἶναι ἀπό την ἰδιαίτερη πατρίδα μου τά Ἰωάννινα. Εἴμαστε ἀπό τήν ἴδια πόλη κι εἶμαι πολύ ὑπερήφανος γι' αὐτούς», συμπλήρωσε. «Στήν Κέρκυρα, ὅπου ἔζησα κάποτε, λειτούργησα ἀρκετές φορές ὡς Ραββίνος γιά τούς Ἑβραίους φίλους μου».
Ἀνάμεσα σέ αὐτούς, πού παρέστησαν στίς λειτουργίες, ὑπῆρχαν τριάντα μέλη τοῦ σωματείου «Ἀλέξανδρος ὁ Μέγας», τῆς Ἐθνικῆς Λεγεώνας τῶν Ἑλληνοαμερικανῶν Βετεράνων Πολέμου, ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ στρατηγοῦ Χρήστου Νικογιάννη»

(Πηγή : Περιοδικό Χρονικά, ἔκδοση τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἑλλάδος, τόμος ΚΘ΄, ἀρ. τεύχους 205, http://kis.gr/files/chronika-205.pdf, http://www.katanixis.gr/2018/04/blog-post_969.html)


137) Οἱ μασόνοι, οἱ θεοσοφιστές  καί  οἱ πνευματιστές ἐπαινοῦν τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα.
(Τά στοιχεῖα τῆς παραγράφου αὐτῆς μᾶς τά παρέσχε ἡ ἐρευνητική ἐργασία τοῦ Μοναχοῦ Ἀβερκίου, τόν ὁποῖο καί θερμῶς εὐχαριστοῦμε. Μικρό μέρος τῆς ἐργασίας αὐτῆς δημοσιεύεται στήν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος μέ τίτλο : «Ποιός θά ὑπερασπιστεῖ δραστικά τούς κατά καιρούς φερομένους ὡς “θαυμαστές” Σκοτεινῶν Ὀργανώσεων Κληρικούς μας;» Α΄-Z΄, στό Ὀρθόδοξος Τύπος, τ. 2202/2.3.18 ἓως τ. 2208/13.4.18.  Βλ. καί  Μοναχοῦ Σεραφείμ (Ζήση), «Ἡ μασονική προώθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», στό www.impantokratoros.gr/741CE610.el.aspx καί τοῦ ἰδίου, «Στοιχεῖα ἐπιδράσεως τῆς Μασονίας στόν πρώιμο ἑλληνικό Οἰκουμενισμό», ἐν ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ 19 (2017) 4, 568-589) καί  https://www.scribd.com/document/36807 0179 /Στοιχεία-Επιδράσεως-της-Μασονίας-στον-πρώιμο-Ελληνικό-Οικουμενισμό)
ΤΕΚΤΟΝΕΣ
 Ἡ ἡγεσία τῆς μασονίας εἶναι κατηγορηματική γιά τή τεκτονική ἰδιότητα τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, στόν ὕπατο 33ο βαθμό! Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε :
1. Ἐπίσημη ἱστοσελίδα τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος : στήν ἑνότητα «Διακεκριμένοι Ἕλληνες Τέκτονες» ὑπάρχει ἐκτενές βιογραφικό τοῦ Ἀθηναγόρα καί ἰδιαίτερα ἐπαινετική ἀναφορά στήν οἰκουμενιστική του δραστηριότητα (http://www.grandlodge.gr/athinagoras-w-57864.html)
2. Ἐπίσημη ἱστοσελίδα τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος τοῦ Ἀρχαίου καί Ἀποδεδεγμένου Σκωτικοῦ Τύπου (http://www.aasr.gr/index.php/tektones/ellines-tektones)
3. Τά ἐπίσημα μασονικά περιοδικά κατ' ἐπανάληψη ἔχουν δημοσιεύσει ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας ἦταν Μασόνος [τόν χαρακτηρίζουν : «μέγα» (Πυθαγόρας 1977, τ. 5, σ. 5),  «ἐνσυνείδητο μασόνο» (Πυθαγόρας, 1997, τ. 58-59, σ. 49), «τοῦ Ὑπάτου 33ου βαθμοῦ…μεγάλο ὁραματιστή, πού προώθησε τήν ἰδέα τῆς ἑνώσεως τῶν Χριστιανῶν» (Ἰλισός, 1973, τ. 97, σ. 41)].
4. Στή Στοά «Ἁρμονία», στίς 12.10.1972 τελέστηκε μασονικό «μνημόσυνο». Μίλησε τέκτονας ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, συνεργάτης τοῦ Ἀθηναγόρα καί ἔπλεξε τό ἐγκώμιό του, ἐπαινώντας ἰδιαίτερα τή πρωτοπορία του στήν Οἰκουμενική Κίνηση. Μετά τήν ὁμιλία «οἱ ἀδελφοί, καλούμενοι, ἐγείρονται καί εἰς σιγήν κατανύξεως, ἀποδίδουν τόν φόρον τιμῆς εἰς μνήμην τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἐνῶ χορός ἐξ ἀδελφῶν τῆς Στοᾶς ψάλλει τόν ἐξόδιον ὕμνον»  (Τεκτονικό Δελτίο, 1972,  τ. 104, σ. 232-236).
ΘΕΟΣΟΦΙΣΤΕΣ
 Ὁ Ἀθηναγόρας εἶναι ὁ πλέον ἀγαπημένος Πατριάρχης τῶν ἐν Ἑλλάδι Θεοσοφιστῶν! Δεκάδες εἶναι τά ἄρθρα, πού τόν ἐξυμνοῦν στό θεοσοφικό περιοδικό «Ἰλισός». Ἐνδεικτικά :
1. Ἰλισός, 1968, τ. 55-56, σ. 68 : Μήνυμα Χριστουγέννων
2. 1969, τ. 69-70, σ. 137 : Σχόλιο στήν 20ετία στόν Πατριαρχικό Θρόνο
  3. 1969, τ. 73-74, σ. 250 : Πρόταση τοῦ Ἀθηναγόρα γιά Κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα
4. 1972, τ. 91, σ. 5-9 : Ἀφιέρωμα μέ τίτλο : «Ἐπέτειος ἀναρρήσεως στόν Οἰκουμενικό Θρόνο, Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας καί ἡ ἀνακαίνισις τοῦ Χριστιανισμοῦ»
5. 1972, τ. 92, σ. 125-126 : Ἄρθρο τοῦ Ἀθηναγόρα
6. 1972, τ. 94, σ. 243-245 : Ἄρθρο μέ τίτλο : «Πένθος τῆς Χριστιανοσύνης, Τό Κληροδότημα τοῦ Ἀθηναγόρα»
7. 1972, τ. 96, σ. 484 : «Εἰς μνήμην τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα»
8. 1973, τ. 97, σ. 41 : Ὁ Ἀθηναγόρας «μετέστη εἰς τήν Αἰωνίαν Ἀνατολήν». Σύντομο βιογραφικό ἀναφέρει ὅτι ἦταν τέκτων 33ου βαθμοῦ, μυηθείς στήν Ἀμερική.
Ἀλλά, ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐκτίμηση τῶν θεοσοφιστῶν πρός τόν Ἀθηναγόρα ἦταν ἀμοιβαία! Καί ὁ Ἀθηναγόρας τούς ἐκτιμοῦσε πολύ, ὅπως προκύπτει ἀπό ἐπιστολή του πρός τόν δεδηλωμένο μασόνο, θεοσοφιστή καί ἐωσφοριστή Κ. Μελισσαρόπουλο. (Ἀναλυτικότερα γιά τήν ἀπαράδεκτη αὐτή ἐπιστολή καί γιά τό ποιός ἦταν ὁ Κ. Μελισσαρόπουλος βλ. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ἀθηναγόρας-Μελισσαρόπουλος Α΄, Β΄, Γ΄ στό http://anastasiosk.blogspot.gr/2015/10/blog-post74.html καί https://www.impantokratoros.gr/ 9B1FCB4.el.aspx) : Γράφει ὁ Ἀθηναγόρας τά ἑξῆς ἀδιανόητα σέ ἐωσφοριστή : «πολλήν ἐδοκιμάσαμεν ψυχικήν χαράν κομισάμενοι τό σύγγραμμα τῆς ἡμετέρας λίαν ἡμῖν ἀγαπητῆς Ἐντιμότητας… μελετοῦμεν αὐτό ἐν μυστικῇ μεθ' ὑμῶν ψυχικῇ ἐπικοινωνίᾳ καί ἀγαλλιάσει, ὅτι πλουτιζομεθα ἐκ τῶν ὑψηλῶν σκέψεων τῆς ἡμετέρας Ἐντιμότητας. Ταῦτα δέ πάντα συγκροτοῦσι καί τήν προσωπικήν Βιβλιοθήκην, τήν ὁποίαν καταρτίζομεν ἐν τῇ ψυχῇ ἡμῶν καί διατηροῦμεν ἀνεξάντλητον.... ἔχουσι τοποθετήσει τήν ὑμετέραν Ἐντιμότητα εἰς τήν γενναίαν καί τετιμημενην παρεμβολήν τῶν συμμετόχων καί συνεργατῶν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας ἐν τῇ προσπάθειᾳ αὐτῆς εἰς προώθησιν τῆς ἑνότητος τῶν  Χριστιανῶν».
ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΤΕΣ (ΜΕΝΤΙΟΥΜ)
Καί μέ τούς πνευματιστές τά πήγαινε καλά ὁ Ἀθηναγόρας;!
1. Ν. Α. Ἀντωνακέας : «Δύναμαι νά σᾶς διαβεβαιώσω ὅτι…ὁ ἐκ τῶν πλέον διανοουμένων καί φιλοσοφημένων ἀνδρῶν τῆς ἐποχῆς μας, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, τοῦ ὁποίου αἱ συντεταγμέναι ἀρχίζουν ἐκ τῆς γῆς, ἐπεκτείνονται ἐντός τοῦ δονητικοῦ βάθους καί φθάνουν εἰς τόν Οὐρανόν, ἐκεῖ ὅπου εἶναι κεχαραγμένον τό ὄνομά του, οὐ μόνο παραδέχεται τήν ὀρθότητα καί ἀναγκαιότητα τοῦ Πνευματισμοῦ, ἀλλά καί ἐνυπογράφως διακηρύσσει τάς περί πνευματισμοῦ ἰδέας του»
(Πηγή : Κ. Ν. ΑΝΤΩΝΑΚΕΑΣ, Κοσμικοί Κύκλοι, Θέματα Μεταψυχικῆς, Ἀθῆναι 1967, σ. 23).
2. Κ. Ν. Ἀντωνακέας : «Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρας,… ὑπῆρξε κατά τούς νεωτέρους χρόνους πρωτοπόρος τοῦ Πνευματισμοῦ»
(Πηγή : Κ. Ν. ΑΝΤΩΝΑΚΕΑΣ, αὐτόθι).
3. Ἠλ. Σκριβάνου-Βασιλειάδου: «Κεφαλές τῆς Ἐκκλησίας ἤλλαξαν “στάσιν” καί ἔγιναν ἔνθερμοι ὑποστηρικτές Πνευματοφρόνων [Πνευματιστικῶν] Σωματείων…Ὑπεράνω ὅλων αὐτῶν ἡ κορυφή τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ μεταστάς Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὁ ὁποῖος δι'  ἐπιστολῶν του συγχαίρει Πνευματοφρόνους πνευματιστές συγγραφείς»
(Πηγή : ΗΛ. ΣΚΡΙΒΑΝΟΥ-ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ, Πνευματόφρονα Νάματα Ἑνώσεως Ἐρευνητῶν Μεταψυχικῶν Φαινομένων “O Άγ. Νεκτάριος”, ἐκδ. δ΄, Ἀθῆναι).
Συγχαρητήριες ἐπιστολές, στίς ὁποῖες «ἀπονέμει ὀλόθερμον την πατρικήν καί πατριαρχικήν εὐλογίαν… ὅπως ὁ Ὕψιστος ἐνισχύη ὑμᾶς πρός συνέχισιν τῆς τόσο γονίμου πνευματικῆς ὑμῶν ἐργασίας» ἔχει ἀποστείλει ὁ Ἀθηναγόρας μεταξύ ἄλλων στούς πνευματιστές-μέντιουμ Νικόλαο Ἀντωνάκεα, Ἠλέκτρα Σκριβάνου-Βασιλειάδου καί Βασίλειο Τσινούκα, οἱ ὁποῖοι στά συγγράμματά του ὑβρίζουν σκαιότατα τά Χριστιανικά δόγματα!
(Πηγή : ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ἀθηναγόρας 70 χρόνια : Ἐπέτειος χαρᾶς ἤ ὀδύνης; 19-4-2018, http://www.katanixis.gr/2018/04/70.html)
Δείτε και:


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο στον π. Άγγελο Αγγελακόπουλο. Θέλουμε και άλλα άρθρα του.

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com